Γιώργος Κατρούγκαλος στο “Π”: Ανησυχία για τα εθνικά θέματα

Γιώργος Κατρούγκαλος στο “Π”: Ανησυχία για τα εθνικά θέματα

Του
ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΥ
Καθηγητή Δημοσίου Δικαίου,
Τομεάρχη Εξωτερικών ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ


Στον απόηχο της συνάντησης Μητσοτάκη – Ερντογάν, είχαμε πρόσφατα μια πρωτοφανή έξαρση της τουρκικής επιθετικότητας, με ημερήσιο ρεκόρ παράνομων παραβιάσεων του εθνικού εναέριου χώρου και υπερπτήσεων πάνω από πολλά νησιά μας.

Η ανησυχία όμως δεν προκύπτει μόνο από τις απαράδεκτες αυτές προκλήσεις, που αποτελούν στο κάτω κάτω έκφραση γνωστής και σταθερής αναθεωρητικής στρατηγικής της γείτονος, αλλά και από την αντίδραση των ΗΠΑ και των άλλων εταίρων μας σε αυτές. Είδαμε, άραγε, κάποια γαλλική δήλωση, παρά την πρόσφατη ελληνογαλλική αμυντική συμφωνία, τόσο τώρα αλλά και όταν η Τουρκία συνέδεσε προκλητικά την εδαφική κυριαρχία στα νησιά μας με την αποστρατιωτικοποίησή τους;

Ακόμη πιο ανησυχητικές είναι οι εξελίξεις πέραν του Ατλαντικού. Σε απάντηση των πρωτοφανών αυτών παραβιάσεων, το State Department εξέδωσε μια ανακοίνωση με την οποία δεν αναφέρει καν την Τουρκία και καλεί και τις δύο πλευρές –λες και είναι και οι δύο συνυπεύθυνες– σε συνεννόηση για τον εναέριο χώρο. Με τον τρόπο αυτό αποφεύγει να πάρει θέση σε ένα ζήτημα που δεν αφορά πλέον μόνο ή κυρίως τα όρια του εναέριου χώρου μας αλλά την παράνομη διεκδίκηση ελληνικού εδάφους, στη βάση της θεωρίας των δήθεν γκρίζων ζωνών και δήθεν αποστρατιωτικοποιημένων νησιών. Λίγες μέρες πριν, και πάλι το State Department είχε ζητήσει από το Κογκρέσο να επιτρέψει την πώληση F-16 στην Τουρκία. Ποια ήταν η αντίδραση της κυβέρνησης; «Δεν είναι η καλύτερη εποχή να λες πράγματα εναντίον της Τουρκίας στο NATO», δήλωσε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος μιλώντας στη Βουλή υπέρ της κύρωσης μνημονίου που θεσπίζει στην Κωνσταντινούπολη Κέντρο Αριστείας του ΝΑΤΟ για τη Ναυτική Ασφάλεια!

Και όλα αυτά όταν ο πρωθυπουργός έχει δώσει γη και ύδωρ στις ΗΠΑ, υποκύπτοντας σε ό,τι κανένας άλλος πρωθυπουργός της Μεταπολίτευσης δεν είχε παραχωρήσει: Την επ’ αόριστον παραμονή των αμερικανικών βάσεων στην Ελλάδα, που θα συζητηθεί την ερχόμενη εβδομάδα στη Βουλή. Αυτό δεν αποτελεί μεμονωμένο γεγονός αλλά εντάσσεται σε μια συνεχή πλειοδοσία πίστης προς την Ουάσινγκτον, που ξεκίνησε από τη συνάντηση με τον Πρόεδρο Τραμπ και τη δήλωση ότι είμαστε πιστός και δεδομένος σύμμαχος και κατέληξε στην πλήρη αντικατάσταση της παραδοσιακής εξωτερικής πολιτικής «γέφυρας» της χώρας από τη μετεμφυλιακή του «προκεχωρημένου δυτικού φυλακίου».

Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ από την αρχή είχε επισημάνει τα αδιέξοδα της πολιτικής αυτής και είχε προειδοποιήσει ότι η εγκατάλειψη της πολυδιάστατης εξωτερικής διπλωματίας υπονομεύει τη διεθνή θέση της χώρας. Είχε παροτρύνει εδώ και καιρό τον πρωθυπουργό να επιδιώξει διάλογο με την Τουρκία, με σαφείς όμως κόκκινες γραμμές, με άμεσο στόχο τη μείωση της έντασης και απώτερο σκοπό την προσφυγή στη Χάγη για υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ. Όλο το 2021 λέγαμε ότι οι πιέσεις από την εκλογή Μπάιντεν και το κίνητρο της αναθεωρημένης Τελωνειακής Ένωσης Τουρκίας – ΕΕ πρέπει να αξιοποιηθούν για να καθίσει η Τουρκία στο τραπέζι και να υποχωρήσει από τις μαξιμαλιστικές της θέσεις. Να αξιοποιηθεί η αναβάθμιση της Τελωνειακής Ένωσης ώστε να δεσμευθεί η Άγκυρα για ένα Ελσίνκι+, για προσφυγή στη Χάγη για τις θαλάσσιες οικονομικές ζώνες. Αντ’ αυτού, ο κ. Μητσοτάκης επέλεξε να επενδύσει σε ένα «ήρεμο καλοκαίρι» και το επικοινωνιακό δόγμα της δήθεν «απομονωμένης Τουρκίας», προσπαθώντας να καλύψει την έλλειψη στρατηγικής με την αγορά εξοπλισμών, όχι στο πλαίσιο της αναγκαίας στήριξης της επαρκούς άμυνας της χώρας, αλλά συχνά πέραν των προτάσεων των επιτελείων, απλώς και μόνον για λόγους εντυπωσιασμού.

Η φοβικότητα και η αναβλητικότητα του πρωθυπουργού, όπως και η εμμονή του στην επικοινωνία και όχι στην ουσία, είναι στον αντίποδα των προτάσεών μας. Έτσι, αντί να δεσμεύσει την Άγκυρα σε μια συγκεκριμένη ατζέντα με βάση το διεθνές δίκαιο, της έδωσε τη δυνατότητα να αποκαταστήσει, αν όχι να ενισχύσει, τον διεθνή ρόλο της και να επιχειρεί να φορτώσει το διπλωματικό τραπέζι με νέες, αναθεωρητικές και αντίθετες με το διεθνές δίκαιο διεκδικήσεις. Από τον κ. Μητσοτάκη εξαρτάται αν θα ξεκόψει οποιαδήποτε τέτοια συζήτηση αγγίζει τις κόκκινες γραμμές μας. Οποιαδήποτε, δηλαδή, συζήτηση αφορά την εδαφική ακεραιότητα της χώρας ή το δικαίωμά μας να εξοπλίζουμε τα ελληνικά νησιά απέναντι σε απειλές. Στο πλαίσιο αυτό, στην επικείμενη συνάντησή του με τον Πρόεδρο Μπάιντεν δεν πρέπει να αρκεστεί σε δηλώσεις συμβολικής συμπαράστασης αλλά να απαιτήσει συγκεκριμένες εγγυήσεις ασφάλειας για τη χώρα μας και την Κύπρο, με απολύτως ελάχιστη από αυτές τη μη πώληση F-16 στην Τουρκία.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ