Νίκος Κογιουμτσής στο “Π”: Υποτονική κίνηση στην αγορά και το Πάσχα
Του
ΝΙΚΟΥ ΚΟΓΙΟΥΜΤΣΗ
Αντιπροέδρου Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών,
Αντιπροέδρου Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών
Διαψεύστηκαν για άλλη μία φορά οι προσδοκίες των εμπόρων και των επιχειρηματιών για αύξηση της κατανάλωσης μέσα στην πασχαλινή περίοδο. Ούτε το δώρο των ιδιωτικών υπαλλήλων ούτε τα επιδόματα που δόθηκαν στα ευάλωτα νοικοκυριά ήταν ικανά να δώσουν ώθηση στον πασχαλινό τζίρο. Οι καταναλωτές επικεντρώθηκαν στην αγορά των απαραίτητων δώρων, κυρίως για βαφτιστήρια και παιδιά. Φυσικά και στα απαραίτητα αγαθά και προϊόντα του πασχαλινού τραπεζιού, που ήταν ακριβότερο κατά 20% τουλάχιστον σε σχέση με το περσινό.
Ειδικά το τελευταίο χρονικό διάστημα οι τζίροι των μικρομεσαίων επιχειρήσεων έχουν μειωθεί κατά πολύ εξαιτίας των πληθωριστικών πιέσεων, των συνεχών ανατιμήσεων που έχουν πλήξει νοικοκυριά και πολίτες. Οι ασθμαίνουσες μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που είναι ήδη λαβωμένες τόσο από τα Μνημόνια όσο και από την πανδημία, καλούνται τώρα να αντιμετωπίσουν την ακρίβεια στα αγαθά, στα μεταφορικά και στην ενέργεια. Ο πληθωρισμός τρέχει πια με 8,9% και απ’ ό,τι λένε οι ξένοι οίκοι αξιολόγησης θα διατηρηθεί σε υψηλά επίπεδα και το 2023. Αυτό σημαίνει ότι το προς κατανάλωση διαθέσιμο εισόδημα θα συρρικνώνεται διαρκώς για αρκετούς ακόμα μήνες, κάτι που θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στην αγορά και στην επιχειρηματικότητα.
Σήμερα, που η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα δίνει πράγματι αγώνα επιβίωσης, λόγω του αυξημένου κόστους λειτουργίας, χρειάζονται άμεσα και στοχευμένα μέτρα που θα δώσουν ανάσες προοπτικής και βιωσιμότητας. Είναι επιτακτική ανάγκη να μειωθεί άμεσα ο ΦΠΑ στα είδη πρώτης ανάγκης και στα καύσιμα. Να συνεχιστεί σε μεγαλύτερο βαθμό η πολιτική επιχορήγησης του ενεργειακού κόστους για νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Η αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 50 ευρώ τον μήνα είναι μια κίνηση προς τη σωστή κατεύθυνση γιατί ενισχύει ουσιαστικά το εισόδημα των χαμηλόμισθων και ταυτόχρονα μπορεί να δώσει καταναλωτικές ανάσες στην αγορά. Αρκεί αυτή η αύξηση του κατώτατου μισθού να μην κατευθύνεται στις συνεχώς αυξανόμενες υποχρεώσεις, δηλαδή σε αγαθά και ενέργεια. Θα μπορούσε όμως η οποιαδήποτε αύξηση του κατώτατου μισθού να συνδυασθεί με ταυτόχρονη μείωση του μη μισθολογικού κόστους, που παραμένει ένα από τα υψηλότερα στην Ευρώπη.
Θα έπρεπε σε κάθε περίπτωση το ύψος του κατώτατου μισθού να ήταν αποτέλεσμα διαβούλευσης μεταξύ των κοινωνικών εταίρων. Δεν μπορεί να αποφασίζει γι’ αυτό ο εκάστοτε αρμόδιος υπουργός, κατ’ εντολήν της κυβέρνησης. Ένας μνημονιακός νόμος που θα έπρεπε ήδη να έχει ανασταλεί, καθώς βρισκόμαστε πλέον εκτός Μνημονίων. Η Πολιτεία άμεσα θα πρέπει να απαλλάξει τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις από τις φορολογικές επιβαρύνσεις που επιβλήθηκαν κατά τη μνημονιακή περίοδο, όπως το τέλος επιτηδεύματος και η εισφορά αλληλεγγύης, ενώ θα πρέπει να επανέλθει και το αφορολόγητο. Ο εμπορικός και επαγγελματικός κόσμος ακόμα περιμένει τη θέσπιση ενός ειδικού αφορολόγητου λογαριασμού, ο οποίος ακόμα δεν έχει πραγματοποιηθεί, παρά τις πολλές υποσχέσεις.
Χιλιάδες έμποροι και επιχειρηματίες ασφυκτιούν λόγω των πολλών υποχρεώσεων, τόσο από το παρελθόν όσο και από την αύξηση κυρίως του ενεργειακού κόστους. Δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν πια στις τρέχουσες υποχρεώσεις, που μέρα με τη μέρα πολλαπλασιάζονται. Ήδη τα ληξιπρόθεσμα χρέη προς την εφορία έχουν φτάσει στα 113 δισ. ευρώ. Μόνο τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την ΑΑΔΕ ανήλθαν στα 2,5 δισ. Μόνο το 10% των οφειλετών εισήλθε στη ρύθμιση των 36 – 72 δόσεων. Γνωρίζουν εκ των προτέρων ότι δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν σε όλες αυτές τις υποχρεώσεις. Το τελευταίο διάστημα παρατηρείται έντονη διεύρυνση οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων μεταξύ μικρών και πολύ μεγάλων επιχειρήσεων και αλυσίδων, εις βάρος φυσικά των μικρών.
Ένα μεγάλο κομμάτι της κατανάλωσης οδηγείται προς πολυκαταστήματα, πολυχώρους και αλυσίδες, που έχουν τη δυνατότητα προωθητικών ενεργειών και διαφημιστικής καμπάνιας αλλά και τη δυνατότητα ευκολότερης και αποδοτικότερης πρόσβασης στο τραπεζικό σύστημα, όπως και σε όλα τα χρηματοδοτικά εργαλεία. Η μικρή όμως επιχείρηση είναι αποκομμένη από τις τράπεζες, ενώ ταλαιπωρείται από τη γραφειοκρατία και την αδιαφάνεια για να εισέλθει σε ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα επιχορήγησης. Όλες οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι ήδη αποκλεισμένες από το Ταμείο Ανάκαμψης. Χιλιάδες ατομικές επιχειρήσεις και αυτοαπασχολούμενοι είναι εκτός του νέου αναπτυξιακού νόμου. Εάν δεν δοθεί άμεση λύση στο θέμα της ρευστότητας των επιχειρήσεων, όπως και στη διευκόλυνση με μια γενναία ρύθμιση, σε μεγάλο βάθος χρόνου, τότε χιλιάδες επιχειρήσεις μοιραία θα οδηγηθούν στο κλείσιμο, με άμεσο αντίκτυπο στην οικονομία, στην απασχόληση και στην κοινωνική συνοχή.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ