Τόνια Αντωνίου στο “Π”: Εκτός πραγματικότητας η κυβέρνηση Μητσοτάκη, απογοητεύει και καταρρέει
Της
ΤΟΝΙΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ
Βουλευτού Κινήματος Αλλαγής Νότιου Τομέα (Β3) Αθήνας
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη είχε πραγματικά καλλιεργήσει προσδοκίες σε μια μεγάλη μερίδα πολιτών που ψήφισαν τη Νέα Δημοκρατία στις προηγούμενες εκλογές, πολλοί από τους οποίους το έκαναν ως πράξη διαμαρτυρίας απέναντι στην πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ.
Η πρώτη απογοήτευση για όλους αυτούς ήρθε από την αδυναμία της να διαχειριστεί την πανδημία, τόσο στο υγειονομικό όσο και στο οικονομικό σκέλος της.
Η δεύτερη ήρθε από την αποτυχία στη διαχείριση κρίσεων και καταστροφών που σχετίζονται με φυσικά φαινόμενα, θυμίζοντας έντονα την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Και στις δύο περιπτώσεις η κυβέρνηση απέτυχε να προσφέρει στους πολίτες την αίσθηση ότι η Πολιτεία είναι δίπλα τους, ότι μπορεί με αξιοπιστία να διαχειριστεί δύσκολες καταστάσεις και να τους παράσχει ασφάλεια και προστασία.
Το κακό φαίνεται πως τρίτωσε με την αδυναμία να διαχειριστεί το κύμα του πληθωρισμού και της ακρίβειας, που είχε ξεκινήσει πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία και στη συνέχεια πήρε εκρηκτικές διαστάσεις. Έκαναν μάλιστα κάποιοι υπουργοί της το επικοινωνιακό σφάλμα να χαρακτηρίσουν την ακρίβεια «φυσικό φαινόμενο», προκειμένου να την αποσυνδέσουν από οικονομικές επιλογές και πρωτοβουλίες που θα έπρεπε να λάβει η κυβέρνηση για την αντιμετώπισή της.
Ωστόσο η ακρίβεια δεν είναι ένα φυσικό φαινόμενο, όπως φαντασιώνονται οι νεοφιλελεύθεροι εγκέφαλοι της κυβέρνησης, αλλά ένα έντονα ταξικό φαινόμενο. Δεν πλήττει τους έχοντες και τους ισχυρούς, πλήττει τη μεσαία τάξη και τους πιο αδύναμους, εξαερώνοντας το εισόδημά τους και μετακινώντας μεγάλα τμήματα της κοινωνίας κοντά στο όριο της φτώχειας ή και κάτω από αυτό, όσο δεν λαμβάνονται έγκαιρα μέτρα για την αντιστάθμιση των επιπτώσεών της. Τέτοια μέτρα, σύμφωνα με τις προτάσεις του ΠΑΣΟΚ/Κινήματος Αλλαγής, θα μπορούσαν να είναι η αύξηση του βασικού μισθού στα 751 ευρώ, η μείωση του ΦΠΑ στα βασικά αγαθά, η κατάργηση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα καύσιμα, η παροχή νέου ΕΚΑΣ στους 350.000 μικροσυνταξιούχους, η διεξαγωγή ελέγχων στην αγορά για αντιμετώπιση της αισχροκέρδειας και της κερδοσκοπίας, ο ορισμός πλαφόν στη ρήτρα αναπροσαρμογής στους λογαριασμούς ρεύματος και η φορολόγηση των υπερκερδών των εταιρειών ενέργειας. Όμως τέτοια μέτρα, και μάλιστα έγκαιρα, δεν έχουμε δει μέχρι σήμερα από την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Οι εξαγγελίες της ακολουθούν με καθυστέρηση μηνών την έκρηξη του πληθωρισμού και την ενεργειακή κρίση, ενώ τα μέτρα που ανακοινώνει χρηματοδοτούνται κυρίως από τα φορολογικά έσοδα που προκύπτουν από τον ΦΠΑ και τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης, που απογειώνονται λόγω του πληθωρισμού. Έτσι, η κυβέρνηση εισπράττει δέκα και επιστρέφει ένα, θυμίζοντας έντονα την προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Από την άλλη πλευρά, τα ίδια στελέχη της κυβέρνησης που αποκαλούν «φυσικό φαινόμενο» την ακρίβεια εμπνέονται και από άλλες αντιλήψεις της ίδιας ιδεολογικής συνομοταξίας, θεωρώντας την ανεργία μια κατάσταση «ατομικής ευθύνης» και τους ανέργους τεμπέληδες και απατεώνες που θέλουν να ροκανίζουν τα κοινωνικά επιδόματα και να απολαμβάνουν το δικαίωμα στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Αυτή η ιδεοληψία, ιδιαίτερα δημοφιλής στους συντηρητικούς κύκλους, φαίνεται να αποτυπώνεται ξεκάθαρα και στο πρόσφατο νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας, που καταργεί τον ΟΑΕΔ και τον τριμερή χαρακτήρα της διοίκησής του, στην οποία συμμετείχαν μέχρι τώρα και οι κοινωνικοί εταίροι, και τον αντικαθιστά από μια αμιγώς κρατική διοίκηση, με την ειδική αποστολή να τιμωρεί τους ανέργους και να περιορίζει τεχνητά τους εγγεγραμμένους στα μητρώα ανεργίας, μετατρέποντας το ατομικό σχέδιο εργασίας από χρήσιμο εργαλείο συμβουλευτικής σε εργαλείο καταδίωξης των ανέργων. Πρόκειται για επιλογές που βάζουν στον στόχαστρο κυρίως τις πιο ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού, δηλαδή αυτούς ακριβώς που έχουν και τη μεγαλύτερη ανάγκη στήριξης.
Τελικά, διαπιστώνεται η προφανής αδυναμία της κυβέρνησης να συντονιστεί με τις ανάγκες των πολιτών και με την πραγματικότητα, απογοητεύοντας συνεχώς με τις πολιτικές της επιλογές και την αναποτελεσματικότητά της και πυροδοτώντας την κοινωνική οργή, που τελικά, όπως φαίνεται, θα προκαλέσει με βεβαιότητα την κατάρρευσή της.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ