Νικόλαος Κιουτσούκης στο “Π”: Ρήτρα αναπροσαρμογής ή ρήτρα επιβίωσης;
Του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΙΟΥΤΣΟΥΚΗ
Γεν. Γραμ. της ΓΣΕΕ και Προέδρου της ΔΑΚΕ ΙΤ
Τα τελευταία 14 χρόνια ο κόσμος της μισθωτής εργασίας βρίσκεται αντιμέτωπος με μια σειρά επώδυνων, διαδοχικών κρίσεων, που συρρικνώνουν το πραγματικό εισόδημα ή την αγοραστική δύναμη, με κοινό παρονομαστή την υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου και τη διεύρυνση των ανισοτήτων.
Την ίδια περίοδο, για κάποιες μικρές ελίτ οι κρίσεις γίνονται ευκαιρίες και τα υπερκέρδη τους μεγιστοποιούνται.
Η δεκαετής κρίση και η εφαρμογή των Προγραμμάτων Δημοσιονομικής Προσαρμογής οδήγησε σε απώλεια 25% του ΑΕΠ, μείωση χωρίς ιστορικό προηγούμενο σε περίοδο ειρήνης.
Ακολούθως, η πανδημία μετεξελίχθηκε σε διττή οικονομική και υγειονομική κρίση, με δυσμενείς επιπτώσεις σε μισθούς (αναστολές συμβάσεων), εργασιακές σχέσεις καθώς και στην ποιότητα των θέσεων εργασίας σε μια σειρά νευραλγικούς τομείς της ελληνικής οικονομίας.
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία μετέτρεψε το κύμα ανατιμήσεων σε πληθωριστικό τσουνάμι, εγκαινιάζοντας μια ακόμη κρίση ακρίβειας.
Η ενεργειακή φτώχεια και η επισιτιστική ανασφάλεια πλανώνται πάνω από τα περισσότερα ελληνικά σπίτια, με τη μεσαία τάξη να υφίσταται ένα ακόμη ισχυρό πλήγμα.
Η επαρκής πρόσβαση σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες αποτελεί πλέον ένα καθημερινό αγχωτικό διακύβευμα, ενώ η δημιουργία μιας νέας γενιάς υπερχρεωμένων νοικοκυριών είναι προ των πυλών.
Το brain drain, που στέρησε από το εγχείρημα παραγωγικής ανασυγκρότησης της πατρίδας μας πολύτιμο και εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό, ενεργοποιείται στη σκέψη χιλιάδων νέων, αφού η αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής αρχίζει να συνδέεται ξανά με τη μετανάστευση.
Η δημογραφική γήρανση υπονομεύει κάθε αναπτυξιακή προοπτική και μεσοπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημοσιονομικών μεγεθών. Η βαρύτητα των αριθμών του δημογραφικού προβλήματος είναι υπερπολλαπλάσια των όποιων ενστάσεων για τις εξισώσεις της δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Χωρίς αμφιβολία, η διαχείριση μίας ακόμη κρίσης και ο περιορισμός των συνεπειών της στον κοινωνικό και παραγωγικό ιστό επιτάσσουν την υιοθέτηση δημοσιονομικών πολιτικών στήριξης των μεσαίων και ασθενέστερων στρωμάτων.
Αυτή η δημοσιονομική αναγκαιότητα δεν μπορεί να θεωρείται, ούτε να αντιμετωπίζεται ως δημοσιονομικός εκτροχιασμός.
Ταυτόχρονα, τόσο η άνοδος του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ όσο και η αύξηση του μέσου μισθού μέσα από την υπογραφή και εφαρμογή κλαδικών συλλογικών συμβάσεων συνιστούν απαραίτητη προϋπόθεση για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της αναπτυξιακής πορείας και μοναδική συνθήκη για την αξιοπρεπή διαβίωση.
Οι ανοχές και οι αντοχές της πλειονότητας του ελληνικού λαού έχουν εξαντληθεί, την ώρα που κάποιοι, οι ίδιοι λίγοι, επιχειρούν να εκμεταλλευτούν την ενεργειακή κρίση ως συντελεστή κερδοσκοπίας.
Σε αυτήν την κατεύθυνση, η ρήτρα επιβίωσης της ελληνικής κοινωνίας είναι απολύτως ασύμβατη με την όποια πρακτική της ρήτρας αναπροσαρμογής στην ενέργεια.
Το κόστος δεν είναι απλά δυσβάσταχτο, αλλά κυριολεκτικά αβάσταχτο.
Οι κρίσεις, η αντιμετώπιση και τα αποτελέσματά τους ανέδειξαν τον αναντικατάστατο ρόλο του κράτους σε μια ελεύθερη –όχι όμως ασύδοτη– οικονομία, με στόχο τη διαφύλαξη της κοινωνικής συνοχής και τη διαμόρφωση των προϋποθέσεων για ένα νέο, ανθρωποκεντρικό αναπτυξιακό υπόδειγμα.
Το κοινωνικό χάσμα πρέπει να αμβλυνθεί και όχι να γίνει χάος, με όρους φτωχοποίησης της συντριπτικής πλειοψηφίας των ελλήνων πολιτών.
Όλοι είδαμε και η Ιστορία κατέγραψε πότε άνθισε ο λαϊκισμός, πότε βρήκαν πρόσφορο έδαφος τα άκρα και οι ακραίοι.
Σε αυτό το πλαίσιο, επιβάλλεται να επικρατήσει η φωνή της λογικής στο σύνολο του πολιτικού συστήματος.
Όπως επιβάλλεται και τα συνδικάτα να εκσυγχρονίσουν τον λόγο και τις διεκδικήσεις τους, προκειμένου να συσπειρώσουν στις γραμμές τους τις νέες και τους νέους εργαζομένους. Έτσι και μόνο έτσι θα διαμορφωθεί η δυναμική για να ανακτήσουμε όλα αυτά που χάθηκαν τα 14 τελευταία χρόνια, μετατρέποντας τη μιζέρια σε ελπίδα.
Είναι επιτακτική ανάγκη να ξανακερδίσουμε την αξιοπρέπειά μας. Είναι αδήριτη ανάγκη να ζήσουμε.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Φωτό: indicator.gr