Επικίνδυνη η επιστροφή στο κλίμα του Ψυχρού Πολέμου

Επικίνδυνη η επιστροφή στο κλίμα του Ψυχρού Πολέμου

ΝΑΤΟ: Πιθανή διεύρυνση και πιθανές συνέπειες


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ


Πρόσφατα δημοσιεύματα στην έγκυρη εφημερίδα «Times» του Λονδίνου για την πρόθεση της Σουηδίας και της Φινλανδίας να ζητήσουν την ένταξή τους στο ΝΑΤΟ προκάλεσαν έντονο ενδιαφέρον και ανησυχία συγχρόνως.

Σημειωτέον ότι και οι δύο χώρες του Ευρωπαϊκού Βορρά δεν έχουν αποκλείσει αυτό το ενδεχόμενο, αλλά δεν είχε ποτέ σχολιασθεί σε τέτοια έκταση όσο μετά το δημοσίευμα της αγγλικής εφημερίδας. Προφανώς συνδέθηκε με το Ουκρανικό, όπου οι αιματηρές συγκρούσεις μεταξύ των ρωσικών στρατευμάτων εισβολής και του αμυνόμενου Ουκρανικού Στρατού συνεχίζονται με μεγάλη σφοδρότητα.

Οι απώλειες ιδιαίτερα μεταξύ του αμάχου πληθυσμού αυξάνονται συνεχώς, ενώ το 1/4 του πληθυσμού –σύμφωνα με τις εκτιμήσεις οργάνων των Ηνωμένων Εθνών– έχει πάρει τον δρόμο της προσφυγιάς. Οι λόγοι που ώθησαν τη Ρωσία του Πούτιν να εισβάλει στην Ουκρανία είναι λίγο – πολύ γνωστοί στη διεθνή κοινή γνώμη. Το επιχείρημα που ιδιαίτερα προβλήθηκε από το Κρεμλίνο ήταν η αποτροπή της ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, την οποία προωθούσε –όπως υποστήριζαν– ο Πρόεδρος Ζελένσκι με παρασκηνιακές επαφές κυρίως με τις ΗΠΑ. Τυχόν ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ έχει –κατά τους Ρώσους– στόχο την περικύκλωση της Ρωσίας και την απομόνωσή της από τον Δυτικό Κόσμο, γεγονός που θα έθετε σε κίνδυνο την ασφάλεια της ρωσικής επικράτειας. Ο συλλογισμός αυτός φαίνεται πειστικός, αλλά είναι μάλλον προσχηματικός. Γιατί οι λόγοι που συνετέλεσαν στην πραγματοποίηση της εισβολής ήταν πολλοί και εξυπηρετούν ευρύτερους στόχους της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής.

Ανεξάρτητα, πάντως, από το αν η Σουηδία και Φινλανδία θα αποφασίσουν ή όχι να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ, τίθεται το ερώτημα αν μία χώρα μπορεί να υπαγορεύσει ή και να απαγορεύσει σε μία άλλη ή άλλες το δικαίωμα επιλογής ένταξης σε διεθνή οργάνωση που θα κρίνει ότι εξυπηρετεί καλύτερα τα εθνικά της/τους συμφέροντα. Θα επαναλάβουμε αυτό που είχαμε γράψει και παλαιότερα. Από νομικής και ηθικής πλευράς, ασφαλώς όχι. Από πολιτικής όμως δεν είναι άγνωστο φαινόμενο στη διεθνή πολιτική πρακτική. Η ρωσική εισβολή, όπως αποδεικνύεται από τις εξελίξεις, δεν ήταν καθόλου εύκολο εγχείρημα. Πολύ πιθανόν ο Πρόεδρος Πούτιν και οι επιτελείς του να υπολόγιζαν ότι θα ήταν ένας στρατιωτικός περίπατος και ότι με την κατάληψη της ουκρανικής επικράτειας θα μπορούσε να επιβάλει τους όρους ειρήνευσης.

Για την αποτυχία των σχεδιασμών εισβολής έχουν εκφρασθεί πολλές απόψεις από στρατιωτικούς και άλλους αναλυτές. Μελλοντικά μπορεί να προκύψουν εγκυρότερα στοιχεία από προφορικές ή γραπτές μαρτυρίες στενών συνεργατών του ρώσου Προέδρου. Ανεξάρτητα όμως από την πορεία των εξελίξεων στον στρατιωτικό – πολεμικό τομέα, πόσο βάσιμοι είναι οι φόβοι της Μόσχας ότι τυχόν ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ θα έθετε σε κίνδυνο την ασφάλεια της χώρας; Οι κατά καιρούς ρωσικές αντιδράσεις σε διάφορα διεθνή forums δείχνουν ότι δεν στερούνται κάποιας βάσης. Μεγάλες δε προσωπικότητες της διεθνούς πολιτικής έχουν συμμερισθεί τις ρωσικές θέσεις, προεξοφλώντας τις ρωσικές αντιδράσεις.

Πώς όμως εξηγούνται οι προσεκτικές μεν, αλλά σχεδόν ταυτόσημες αντιδράσεις ρώσων αξιωματούχων για τη Σουηδία και τη Φινλανδία; «Ένα τέτοιο ενδεχόμενο δεν θα συνέβαλλε στην ασφάλεια και σταθερότητα της περιοχής», σχολίασε με νόημα ρώσος αξιωματούχος. Εύλογα μπορεί να διερωτηθεί κάποιος: Γιατί Σουηδία και Φινλανδία εγείρουν θέμα ένταξής τους στη νατοϊκή συμμαχία; Προφανώς, μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και την εμπειρία που έχουν αποκτήσει από τις σχέσεις τους με τη Μόσχα, δεν αισθάνονται ασφαλείς και κρίνουν ότι η ένταξή τους στο ΝΑΤΟ θα κάλυπτε τις ανησυχίες τους. Το ΝΑΤΟ, ως γνωστόν, ιδρύθηκε το 1949 και είχε αρχικά 12 μέλη, ενώ τρία χρόνια αργότερα προστέθηκαν η Ελλάδα και η Τουρκία. Σκοπός η αντιμετώπιση των απειλών από τη Σοβιετική Ένωση, η οποία τότε ήταν ισχυρή ιδεολογικά και στρατιωτικά.

Η Σοβιετική Ένωση (ΕΣΣΔ) και οι κομμουνιστικές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης αντέδρασαν με την ίδρυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας, το 1955, που οδήγησε στη δημιουργία μιας ισορροπίας τρόμου. Με την τελική Πράξη του Ελσίνκι, το 1974, οι δύο ιδεολογικά αντίπαλοι συνασπισμοί συμφώνησαν σε ένα modus vivendi, που εφαρμόσθηκε επιτυχώς, μέχρι την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης το 1989 και τη διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας, που επακολούθησε. Τότε τέθηκε και το ερώτημα αν χρειάζεται πλέον το ΝΑΤΟ. Πολλοί ήταν εκείνοι που διερωτήθηκαν, κάνοντας αναφορά στο γνωστό ποίημα του Κωνσταντίνου Καβάφη: «Και τώρα τι θα κάνουμε χωρίς βαρβάρους»; Το ΝΑΤΟ δεν ακολούθησε την τύχη του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Όχι μόνο δεν διαλύθηκε, αλλά συνέχισε και στην πορεία ενισχύθηκε σε μέλη και δραστηριότητες. Η ίδρυσή του το 1949 υπαγορεύθηκε από τον φόβο των Σοβιετικών.
Οι όροι αντιστρέφονται 73 χρόνια μετά. Η Ρωσία –διάδοχος της Σοβιετικής Ένωσης– φοβάται την περικύκλωση από το ΝΑΤΟ! Επισήμως δεν προκύπτει από πουθενά ότι η Σουηδία και η Φινλανδία θα ζητήσουν σύντομα να καταστούν μέλη του ΝΑΤΟ.

Το βέβαιο είναι ότι η Ρωσία δεν θα μπορεί να τις εμποδίσει να το πράξουν, κατά το προηγούμενο της Ουκρανίας. Θα ήταν αδιανόητο. Και οι δύο χώρες διαθέτουν οπλικά συστήματα τελευταίας τεχνολογίας και καλά οργανωμένο στρατό. Είναι μάλιστα ενδεικτικό ότι πριν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία οι λαοί των δύο χωρών έδειχναν ελάχιστο ενδιαφέρον για ένταξη των χωρών τους στη νατοϊκή συμμαχία, τώρα όμως, σύμφωνα με τελευταίες δημοσκοπήσεις, δείχνουν να αλλάζουν γνώμη. Εκτιμούν ότι η ένταξη των χωρών τους στο ΝΑΤΟ θα τους προστατεύσει από εξωτερικές επιβουλές. Το προηγούμενο της Ουκρανίας δείχνει να τους φοβίζει. Είναι όμως εξίσου βέβαιο ότι τυχόν υποβολή αιτήματος και ένταξής τους στο ΝΑΤΟ θα προκαλέσει εντάσεις στις σχέσεις τους με τη Μόσχα και θα διαταράξει το κλίμα ειρήνης και ασφάλειας στην περιοχή. Σίγουρα θα το απέφευγε ο Ούλοφ Πάλμε και το απεύχονται όλοι όσοι πιστεύουν στην ειρηνική συνύπαρξη και στη συνεργασία μεταξύ όλων των ευρωπαϊκών λαών. Αρκεί να το αντιληφθεί και το Κρεμλίνο και ο Πρόεδρος Πούτιν, που με την απόφαση εισβολής στην Ουκρανία όχι μόνο δεν ωφέλησε τη Ρωσία, αλλά την εξέθεσε διεθνώς και την περιθωριοποίησε από τον υπόλοιπο ευρωπαϊκό κόσμο.

Επιτακτική καθίσταται η ανάγκη να αποκατασταθεί η ειρήνη στην περιοχή και να αποτραπεί η δημιουργία κλίματος ανασφάλειας εποχής Ψυχρού Πολέμου στην Ευρώπη. Η ρωσική ηγεσία πρέπει να λάβει τη γενναία απόφαση να σταματήσει την εισβολή και να διαπραγματευθεί την ειρήνευση, γεγονός που θα αποτρέψει και την απομόνωσή της από τον Δυτικό Κόσμο. Αλλά και οι ηγεσίες των δυτικών χωρών, κυρίως αυτών της ΕΕ, να αντιληφθούν ότι η απομόνωση της Ρωσίας και τα συνεχή κυρωτικά μέτρα εναντίον της δεν συμβάλλουν στη διασφάλιση της ειρήνης. Όπως επισημαίνουν και διεθνείς πνευματικές προσωπικότητες, η επιστροφή στο κλίμα της εποχής του Ψυχρού Πολέμου μεταξύ Δύσης – Ανατολής θα ήταν πολύ πιο επικίνδυνη από εκείνη των ιδεολογικών αντιπαραθέσεων μετά το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Η χρήση των πυρηνικών είναι ο εφιάλτης της ανθρωπότητας.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Φωτό: euractiv.gr


Σχολιάστε εδώ