Θάνος Δημόπουλος στο “Π”: Αποκλιμάκωση των μέτρων και επιστροφή στην κανονικότητα
-Η άνοδος της θερμοκρασίας παίζει ρόλο στη διάδοση του ιού
Του
ΘΑΝΟΥ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΥ
Καθηγητή Θεραπευτικής – Αιματολογίας – Ογκολογίας
Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ – Πρύτανη ΕΚΠΑ
Η επιδημιολογική πορεία και οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες της χώρας συνηγορούν υπέρ της αποκλιμάκωσης των μέτρων και της σταδιακής επιστροφής στην κανονικότητα. Η απόφαση για την αποκλιμάκωση των μέτρων είναι πολυπαραγοντική και επαναξιολογείται διαρκώς.
Σύμφωνα και με το Κέντρο Ελέγχου Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC) δεν αξιολογείται μόνο ο απόλυτος αριθμός κρουσμάτων Covid-19 λόγω της ευρείας διασποράς του ιού στην κοινότητα, αλλά επιπλέον και δείκτες που υποδηλώνουν την επιβάρυνση του συστήματος υγείας, όπως οι νέες εισαγωγές στα νοσοκομεία που σχετίζονται με Covid-19 και το ποσοστό των νοσοκομειακών κλινών που καταλαμβάνονται από ασθενείς με Covid-19, τόσο σε κοινούς θαλάμους όσο και σε κλίνες μονάδων εντατικής θεραπείας. Η άνοδος της θερμοκρασίας παίζει ρόλο στη διασπορά του ιού, κυρίως διότι μειώνεται ο συγχρωτισμός σε κλειστούς χώρους και οι ευνοϊκές συνθήκες για μετάδοση του ιού από άνθρωπο σε άνθρωπο. Όπως σε κάθε εορταστική περίοδο, έτσι και το Πάσχα υπάρχει ο κίνδυνος για αύξηση του επιδημιολογικού φορτίου και έξαρσης των κρουσμάτων λόγω των συναθροίσεων. Γι’ αυτόν τον λόγο είναι σημαντικό να προβαίνουμε σε διαγνωστικό έλεγχο για SARS-CoV-2 επί συμπτωμάτων ή επαφής με κρούσμα και αναλόγως να απομονωνόμαστε ώστε να σπάσουμε την αλυσίδα μετάδοσης και να προστατεύσουμε τους δικούς μας ανθρώπους.
Ωστόσο, το ζητούμενο δεν είναι αν θα πραγματοποιηθεί ξαφνικά γρήγορη αποκλιμάκωση της επιδημιολογικής καμπύλης του ιού, κάτι το οποίο είναι απομακρυσμένο σενάριο. Είναι πιθανό με την αύξηση της θερμοκρασίας να εμφανιστεί μια πτώση στα νέα κρούσματα, καθώς θα μειωθεί ο συγχρωτισμός. Ωστόσο η βασική πρόκληση έγκειται στο κατά πόσο είμαστε προετοιμασμένοι ως κοινωνία να αντιμετωπίσουμε μια παρατεταμένη κυκλοφορία του στελέχους Όμικρον στην κοινότητα και επιπλέον να αναγνωρίσουμε έγκαιρα και να περιχαρακώσουμε την πιθανή εμφάνιση ενός νέου στελέχους που μπορεί να φέρει νέα έξαρση της Covid-19.
Η δεύτερη ενισχυτική δόση αποσκοπεί κυρίως στην αποκατάσταση της ανοσίας που έχει επιτευχθεί μετά την πρώτη ενισχυτική δόση και φθίνει με την πάροδο του χρόνου. Το ερώτημα που τίθεται είναι ποιοι έχουν ανάγκη αυτήν την αποκατάσταση της ανοσίας και σε ποιο χρονικό σημείο θα πρέπει να στοχεύουμε ώστε να έχουμε το βέλτιστο δυνατό αποτέλεσμα. Για τους ανοσοκατεσταλμένους η απάντηση είναι πιο εύκολη, γι’ αυτό είναι πιθανό να δούμε αδειοδότηση για ενισχυτικές δόσεις ανάλογα με το ιστορικό του ασθενούς και σύμφωνα με τις συμβουλές του θεράποντος ιατρού. Για τον γενικότερο πληθυσμό είναι λίγο πιο ασαφείς ακόμα οι κατευθύνσεις. Το όφελος είναι πιο ξεκάθαρο για άτομα μεγάλης ηλικίας, ενώ για τους πιο νέους η εξασθένιση της ανοσίας φαίνεται να είναι πολύ λιγότερο σημαντική. Αυτός είναι και ο λόγος που κατ’ αρχάς η αδειοδότηση στοχεύει τους άνω των 50. Η συζήτηση για μία επιπλέον ενισχυτική δόση το φθινόπωρο βασίζεται στο γεγονός ότι λόγω της εξασθένησης της ανοσίας και της μεγαλύτερης μεταδοτικότητας που αναμένουμε τους ψυχρούς μήνες είναι πιθανό να χρειαστεί μία επιπλέον ενισχυτική δόση λίγο πριν το φθινόπωρο για τους ηλικιωμένους. Σε κάθε περίπτωση φαίνεται ότι πρόκειται για μια δυναμική γνώση, που εξελίσσεται, και ακόμα υπάρχουν ερωτήματα που δεν έχουν απαντηθεί.
Οι προβλέψεις για το μέλλον της πανδημίας βασίζονται σε δυναμικά προβλεπτικά μοντέλα, που μπορεί να επηρεαστούν τόσο από την ανάδυση νέων στελεχών του SARS-CoV-2 και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους όσο και από την κατάσταση ανοσίας του πληθυσμού σε κάθε χρονική συγκυρία. Όπως σχολίασε και ο διευθυντής του Εθνικού Ινστιτούτου Αλλεργίας και Λοιμωδών Νοσημάτων των ΗΠΑ Δρ Άντονι Φαούτσι, η έλευση του φθινοπώρου και η πτώση της θερμοκρασίας θα οδηγήσουν εκ νέου σε συνθήκες συνωστισμού, οι οποίες ευνοούν τη μετάδοση της Covid-19 από άνθρωπο σε άνθρωπο. Παράλληλα, η μείωση του ανοσιακού επιπέδου του πληθυσμού και η πιθανή ανάδυση νέων στελεχών μπορεί να καταστήσουν τον πληθυσμό ευάλωτο στη νόσηση, ιδιαίτερα τους ηλικιωμένους και τους ανοσοκατεσταλμένους. Σε αντιστοιχία με τη γρίπη, είναι πολύ πιθανό να παρατηρούνται περιοδικά νέες επιδημίες Covid-19. Σε αυτό το πλαίσιο, ο καθορισμός της βέλτιστης εμβολιαστικής στρατηγικής με τη χορήγηση αναμνηστικών δόσεων στο κατάλληλο χρονικό πλαίσιο παραμένει ιδιαίτερα σημαντικός.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ