Ουκρανικό: Οξύνεται η αντιπαράθεση μεταξύ Δύσης και Ρωσίας
Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Όσο μακραίνει ο χρόνος από την ημέρα της ρωσικής εισβολής στην πολύπαθη Ουκρανία και δεν σημειώνεται πρόοδος για παύση των εχθροπραξιών και ειρήνευση τόσο περισσότερο αυξάνονται οι πιθανότητες για ευρύτερες επιπλοκές, που μπορεί να επηρεάσουν και άλλες περιοχές, και όχι μόνο ευρωπαϊκές.
Όσοι ήλπιζαν ότι η εισβολή θα είχε χαρακτήρα αστραπής και τα ρωσικά στρατεύματα θα αποσύρονταν γρήγορα διαψεύσθηκαν. Στρατιωτικοί σχολιαστές δίνουν διάφορες ερμηνείες για την αδυναμία που επέδειξε η ρωσική πολεμική μηχανή να καταλάβει την Ουκρανία εντός ολίγων ημερών.
Ορισμένοι την αποδίδουν στην έλλειψη ενός προσεγμένου και καλά μελετημένου στρατιωτικού σχεδιασμού και άλλοι στη γενναία αντίσταση που προέβαλε ο Ουκρανικός Στρατός, ενώ τείνουν να ηρωοποιήσουν τον Πρόεδρο Ζελένσκι, που εμψύχωσε τους συμπατριώτες του να αμυνθούν μέχρις εσχάτων. Ο πόλεμος είναι βέβαιο ότι κάποια μέρα θα σταματήσει. Άγνωστο όμως με ποιους όρους για νικητές και ηττημένους. Ο ρώσος Πρόεδρος θα επιδιώξει να επιβάλει μια «Pax Putina» και ο Ζελένσκι να αποφύγει μια ταπεινωτική συνθήκη ειρήνης.
Εκείνο που προβληματίζει και δημιουργεί πολλές απορίες είναι ότι οι δυτικές χώρες και η ΕΕ, αντί να καταβάλλουν έντονες διπλωματικές προσπάθειες για παύση των εχθροπραξιών, με άσκηση πιέσεων προς τη Μόσχα, επέλεξαν την ενίσχυση της Ουκρανίας με πολεμικό υλικό, γεγονός που συνέτεινε στη διαιώνιση των πολεμικών αναμετρήσεων, με ανείπωτες καταστροφές, που βαρύνουν τους εισβολείς και θα καταγραφούν στην Ιστορία ως εγκλήματα πολέμου. Θετική και επιβεβλημένη η συμπαράσταση προς τον ουκρανικό λαό, σε πολιτικό και ανθρωπιστικό επίπεδο.
Η συνεχιζόμενη όμως ενίσχυση με σύγχρονα οπλικά συστήματα, η επιβολή πρόσθετων κυρωτικών μέτρων, όπως και η απέλαση δεκάδων ρώσων διπλωματών είναι αμφίβολο αν θα κάμψουν τη Μόσχα για να εξαναγκασθεί να αποσύρει τα στρατεύματα εισβολής και να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για ειρήνευση. Δεν έλειψαν βέβαια οι επαφές ευρωπαίων αξιωματούχων, όπως οι παρεμβάσεις του γάλλου Προέδρου και του γερμανού καγκελάριου, με τον Πρόεδρο Πούτιν, καθώς και σε άλλα επίπεδα, χωρίς όμως να επηρεάσουν τη συνέχιση των εχθροπραξιών που εξακολουθούν να μαίνονται.
Δεν είναι απόλυτα σαφές αν οι επαφές και παρεμβάσεις του γάλλου Προέδρου έγιναν και εξακολουθούν να γίνονται υπό την ιδιότητα της Προεδρίας της ΕΕ, την οποία η Γαλλία ασκεί το τρέχον εξάμηνο, ή σε εθνική βάση. Ανεξάρτητα πάντως από την ιδιότητα υπό την οποία γίνονται, είναι θετικό ότι οι δίαυλοι επικοινωνίας δεν έχουν διακοπεί. Αξιοσημείωτη και η έλλειψη απευθείας επικοινωνίας με τον Πρόεδρο Πούτιν ή άλλους ρώσους υψηλούς αξιωματούχους του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ύπατου Εκπροσώπου για τις Εξωτερικές Υποθέσεις, που ηγούνται θεσμικών οργάνων της ΕΕ. Να αποτελεί έμπρακτη απόδειξη της ατελούς μορφής λειτουργίας και ολοκλήρωσης της ΕΕ, που μάλλον δεν διαφαίνεται ακόμη στον ορίζοντα;
Η Ευρωπαϊκή Ένωση ταυτίστηκε, σχεδόν, πλήρως με τις θέσεις των ΗΠΑ. Η ταύτιση θα ήταν περισσότερο κατανοητή αν σημειωνόταν στα πλαίσια του ΝΑΤΟ. Θα έπρεπε να ακολουθήσει μια πιο ευέλικτη πολιτική, επιλέγοντας τη διπλωματική οδό. Να ασκήσει πιέσεις στη Μόσχα προκειμένου να περιορίσει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις, που την εκθέτουν διεθνώς και συντελούν στην απομόνωσή της από τον Δυτικό Κόσμο. Οι ΗΠΑ, σε αντίθεση με τις χώρες της ΕΕ, που ήδη πληρώνουν βαρύ τίμημα με την κατακόρυφη αύξηση των τιμών των πετρελαιοειδών και του φυσικού αερίου, με αυτόματη επίπτωση στις τιμές των καταναλωτικών αγαθών, φαίνεται να ευνοούνται από την ουκρανική κρίση.
Οι εξελίξεις, που τείνουν να δημιουργήσουν ένα de facto νέο, διπολικό, παγκόσμιο σύστημα, το οποίο παράλληλα απομονώνει τη Ρωσία από τον Δυτικό Κόσμο, ευνοούν την αμερικανική εξωτερική πολιτική και τις επιδιώξεις του Προέδρου Μπάιντεν. Η Ρωσία δεν πρέπει να απομονωθεί από τον Δυτικό Κόσμο. Είναι μέρος της Δύσης και ανέκαθεν ήταν παρούσα στις μεγάλες στιγμές της ευρωπαϊκής ιστορίας. Η τσαρική Ρωσία ήταν ενεργό μέλος της Ιεράς Συμμαχίας, της Αντάντ, συμμετείχε ενεργά στη Ναυμαχία του Ναυαρίνου, που ήταν αποφασιστικής σημασίας για τον απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων, συμμετείχε στον Α’ και στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, συνυπέγραψε τις δύο μεγάλες Συνθήκες Ειρήνης των Βερσαλλιών και των Παρισίων (την τελευταία ως Σοβιετική Ένωση). Κανείς, επίσης, δεν μπορεί να αμφισβητήσει τη συνεισφορά των μεγάλων ρώσων δημιουργών στην ευρωπαϊκή διανόηση, στα γράμματα, στις τέχνες και στην επιστήμη.
Αλλά και η Ρωσία του Πούτιν πρέπει να αντιληφθεί ότι δεν συμφέρει τον ρωσικό λαό η απομόνωση και η απομάκρυνση από τον Δυτικό Κόσμο, με τον οποίο συνδέεται γεωγραφικά, ιστορικά, πολιτιστικά, ενώ υπάρχουν αμοιβαία οικονομικά συμφέροντα. Είναι βέβαιο ότι με την εισβολή στην Ουκρανία η Ρωσία -όπως είχαμε γράψει σε προηγούμενο άρθρο– απώλεσε το ηθικό πλεονέκτημα έναντι πολλών άλλων δυτικών χωρών και ιδιαίτερα των ΗΠΑ, που είχαν προβεί σε ανάλογες ενέργειες σε άλλες περιοχές του κόσμου.
Τα τελευταία επεισόδια στην πόλη Μπούκα, που καταδικάσθηκαν διεθνώς, θα στιγματίσουν τη σύγχρονη πολιτική της ιστορία. Χωρίς να αποκλείονται αιφνιδιαστικές ειρηνευτικές πρωτοβουλίες και θετικές εξελίξεις, δεν πρέπει, επίσης, να αποκλεισθούν και κινήσεις αντιπερισπασμού της Μόσχας με υποκίνηση ταραχών σε διάφορες περιοχές του κόσμου, όπου εκτιμά ότι μπορεί να θίξει συμφέροντα χωρών του Δυτικού Κόσμου. Στις ευαίσθητες περιοχές μπορεί να ενταχθούν και βαλκανικές χώρες.
Η ελληνική διπλωματία έχει επίγνωση των συναφών κινδύνων που μπορούν να επηρεάσουν την σταθερότητα και την ασφάλεια της γεωγραφικής περιοχής μας. Η συμμετοχή της Ελλάδος στην αποστολή πολεμικού υλικού στην Ουκρανία συνετέλεσε στην ένταξή της στη λίστα των εχθρικών προς τη Ρωσία χωρών από τη Μόσχα. Προφανώς είναι μια γενικευμένη εκτίμηση και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Η απέλαση 12 ρώσων διπλωματών, που ανακοινώθηκε προ διημέρου, πιθανόν να επιβαρύνει περαιτέρω το κλίμα που επικρατεί στις ελληνορωσικές σχέσεις. Ήταν αναγκαίο ή συνταχθήκαμε, εκ νέου, με τις άλλες, κοινοτικές και νατοϊκές, χώρες; Η απέλαση διπλωματών είναι μία, ήπιας μορφής, έκφραση δυσαρέσκειας για τη συμπεριφορά μιας χώρας έναντι της φιλοξενούσας χώρας. Το βέβαιο είναι ότι θα υπάρξει ανταπόδοση από την άλλη πλευρά, που κατά πάσα πιθανότητα θα επιβαρύνει ακόμη περισσότερο το σημερινό, μη ικανοποιητικό επίπεδο των ελληνορωσικών σχέσεων.
Ευχόμαστε όλα αυτά να είναι παροδικά. Διότι τους δύο λαούς συνδέουν ακατάλυτοι ιστορικοί δεσμοί και πολλά κοινά συμφέροντα.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Φωτό: ot.gr