Η ρωσική εισβολή και οι συνεχιζόμενες εχθροπραξίες, απειλή για την επιβίωση του Ελληνισμού της Αζοφικής
Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Kανέναν, πιστεύω, άλλο λαό, όσο τον ελληνικό, δεν συγκινεί η συνεχιζόμενη καταστροφή της Ουκρανίας από τις πολεμικές επιχειρήσεις που άρχισαν με τη ρωσική εισβολή της 24ης Φεβρουαρίου. Και η συγκίνηση γίνεται εντονότερη καθώς πλησιάζει η 25η Μαρτίου, επέτειος της έναρξης του Αγώνα των Ελλήνων για την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού και την απόκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας.
Η παρουσία των Ελλήνων στις ακτές του Ευξείνου Πόντου και της Αζοφικής Θάλασσας, μέρος της οποίας καταλαμβάνει και η Ουκρανία, ήταν όχι μόνο πολυπληθής αλλά και ουσιαστική. Η Ουκρανία και συγκεκριμένα οι ανατολικές παραθαλάσσιες περιοχές είναι από τις τελευταίες εστίες του Ελληνισμού που συνδέονται άρρηκτα και συνεχώς με την αρχαία, μεσαιωνική και σύγχρονη ιστορία του ελληνικού έθνους. Πόλεις όπως η Χερσώνα, η Οδησσός, η Μαριούπολη και άλλες, λιγότερο γνωστές, δεν μπορούν να συγκριθούν με σημερινές πόλεις του νέου κόσμου, όπως η Νέα Υόρκη, το Σικάγο ή πόλεις της Αυστραλίας και του Καναδά και σε άλλες ηπείρους, στις οποίες ο Ελληνισμός χάνει τη μητρική του λαλιά από τη πρώτη σχεδόν γενιά. Οι πόλεις και ο Ελληνισμός της περιοχής του Ευξείνου Πόντου και της Αζοφικής Θάλασσας συνδέονται με την ιστορία του ελληνικού γένους, τις παραδόσεις και τον πολιτισμό του, από αρχαιοτάτων χρόνων. Ιδιαίτερα δε με τον απελευθερωτικό Αγώνα του 1821.
Από τις τρεις παραπάνω πόλεις, η Μαριούπολη υπήρξε αμιγώς ελληνική και πήρε την ονομασία της από τους έλληνες ιδρυτές της, οι οποίοι το 1779 αναγκάστηκαν (από τους οθωμανούς Τούρκους) να εγκαταλείψουν τις εστίες τους στην Κριμαία και να εγκατασταθούν σε μια ερημική, παραθαλάσσια περιοχή της σημερινής Ουκρανίας, χτίζοντας μια νέα πόλη, που την ονόμασαν Μαριούπολη, την οποία, προϊόντος του χρόνου, μετέτρεψαν σε ένα από τα σημαντικότερα εμπορικά λιμάνια της Αζοφικής. Ιδιαίτερη όμως θέση στη νεότερη ιστορία των Ελλήνων καταλαμβάνει η Οδησσός. Στην πόλη αυτή, που χτίσθηκε στη θέση της αρχαίας Οδησσού, ιδρύθηκε το 1814 από τρεις δραστήριους εμπόρους, τον Ξάνθο, τον Τσακάλωφ και τον Σκουφά, η Φιλική Εταιρεία, στην οποία μυήθηκαν χιλιάδες Έλληνες της διασποράς αλλά και της μητροπολιτικής Ελλάδας, η οποία προετοίμασε τον Αγώνα για την Εθνική Παλιγγενεσία. Στην Οδησσό και στα ελληνικά της σχολεία φοίτησαν και μεγάλες προσωπικότητες των γραμμάτων της νεότερης Ελλάδας, όπως ο ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, ο Νικόλαος Δραγούμης και ο Γρηγόριος Καμπούρογλου. Θα μπορέσει, άραγε, να επιβιώσει ο Ελληνισμός της Ουκρανίας, που μόνο στην περιοχή της Μαριούπολης υπολογίζεται ότι ξεπερνά τις 120.000; Είναι σχεδόν βέβαιο ότι οι παλαιότεροι θα επιστρέψουν στις εστίες τους, έστω και κατεστραμμένες. Οι νεότεροι όμως;
Ανεξάρτητα, πάντως, από το τι θα επακολουθήσει, οφείλουμε να εξάρουμε την τόλμη και το σθένος των προξενικών μας υπαλλήλων –ιδιαίτερα του γενικού προξένου κ. Μανώλη Ανδρουλάκη, όπως και του υπουργού Εξωτερικών κ. Νίκου Δένδια, για την αμέριστη βοήθεια που τους παρείχε– να συμπαρασταθούν στον εκεί Ελληνισμό μέχρις εσχάτων. Επιμείναμε περισσότερο στον Ελληνισμό της Ουκρανίας, ο οποίος, μαζί με το σύνολο του ουκρανικού λαού, πληρώνει τις αστοχίες και τους παραλογισμούς του ανταγωνισμού μεταξύ των χωρών της Δύσης και της Ρωσίας, για τον οποίο έχουμε αναφερθεί λεπτομερώς σε προηγούμενα άρθρα μας. Δεν είχαμε διστάσει να καταδικάσουμε τη ρωσική εισβολή, χωρίς όμως να παραλείψουμε να τονίσουμε τον γεωπολιτικό και ανταγωνιστικό χαρακτήρα του πολέμου. Μεγάλη και η ευθύνη του Δυτικού Κόσμου, και ειδικότερα των ΗΠΑ, καθώς ο Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν και η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, με τις συνεχείς δηλώσεις τους, που τόνιζαν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν πρόκειται να εμπλακούν σε πόλεμο με τη Ρωσία για την Ουκρανία, εκτιμάται ότι έδωσαν το πράσινο φως στον ρώσο Πρόεδρο να αποφασίσει την εισβολή.
Στις 24 του Μάρτη συμπληρώθηκε ένας μήνας από την εισβολή. Ακόμα δεν διαφαίνεται κάποια ελπίδα φωτός για κατάπαυση του πυρός και εκκίνηση των διαδικασιών ειρήνευσης. Αντίθετα, αυξάνεται η ενίσχυση της Ουκρανίας με πολεμικό υλικό από τις δυτικές χώρες, με προφανή σκοπό την αποφυγή πλήρους κατάληψης της Ουκρανίας από τις ρωσικές δυνάμεις, καθώς θα παράσχει στη Ρωσία τη δυνατότητα να υπαγορεύσει τους όρους της ειρήνευσης. Πληθαίνουν ωστόσο και οι αντιδράσεις έγκυρων δυτικών αναλυτών, που επικρίνουν τις δυτικές χώρες, και ιδιαίτερα τις ΗΠΑ, τονίζοντας ότι η σταδιακή, αλλά σταθερή επιδίωξη διεύρυνσης του ΝΑΤΟ προς ανατολάς ήταν αναπόφευκτο ότι θα προκαλούσε την αντίδραση της Μόσχας.
Το είχε ήδη επισημάνει ο μέντορας της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής Χένρι Κίσινγκερ και άλλοι επιφανείς αμερικανοί πολιτικοί αναλυτές, αλλά οι προειδοποιήσεις τους αγνοήθηκαν. Σύγχρονοι «Ταλεϊράνδοι» επιθυμούν να δημιουργήσουν ένα νέο αντίπαλο δέος, σε αντικατάσταση της Σοβιετικής Ένωσης, αλλά με γεωπολιτικά και όχι ιδεολογικά κριτήρια. Ποιο όμως μπορεί να είναι το σύγχρονο αντίπαλο δέος; Σίγουρα όχι η στρατιωτική απειλή από κάποιον ισχυρό, ιδεολογικά, αντίπαλο, αλλά τα γεωπολιτικά και οικονομικά συμφέροντα. Βασικός στόχος, να μην καταστεί η Ευρώπη όμηρος των ρωσικών ενεργειακών πηγών φυσικού αερίου και πετρελαίου, που θα αναβαθμίσει τη Ρωσία και, μαζί με την Κίνα, θα την καταστήσει ισχυρή και ανταγωνιστική προς τη Δύση.
Χαρακτηριστικές της έντασης και οι πρόσφατες επιθέσεις κατά του Προέδρου Πούτιν ως εγκληματία πολέμου, τους οποίους η ρωσική πλευρά ανταπέδωσε με προσωπικούς, υποβιβαστικούς χαρακτηρισμούς κατά του αμερικανού Προέδρου. Η φρόνηση φαίνεται πως έχει εκλείψει και από τις δύο πλευρές. Η Ιστορία έπρεπε να μας διδάξει ότι πρέπει να αποφεύγονται οι πόλεμοι και οι καταστροφές. Η Ρωσία, που αναμφίβολα ευθύνεται για τον πόλεμο και την εισβολή στην Ουκρανία και τις ανείπωτες καταστροφές που έχει προκαλέσει, δεν πρέπει να ταπεινωθεί ούτε –με άμεσες ή έμμεσες πολιτικές– να απομονωθεί από τον Δυτικό Κόσμο.
Να μην επαναληφθούν τα λάθη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, με τη Συνθήκη των Βερσαλλιών και την απομόνωση της Γερμανίας, όπου βρήκε πρόσφορο έδαφος και αναδείχθηκε ο Αδόλφος Χίτλερ. Η Ρωσία και ο ρωσικός λαός αποτελούν μέρος του ευρωπαϊκού κόσμου και της πολιτιστικής κληρονομιάς του και κάθε ενέργεια που οδηγεί στην απομόνωσή τους θα είναι εις βάρος της ιστορίας, της ειρήνης και της συνεργασίας. Η άμεση ειρήνευση, η ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης Ουκρανίας και η επιστροφή των εκατομμυρίων προσφύγων στις εστίες τους αποτελούν επιτακτική ανάγκη. Η Ελλάδα μπορεί να συμβάλει, αναλαμβάνοντας μεσολαβητικό και εποικοδομητικό ρόλο.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Φωτό: edromos.gr