Χάρης Καστανίδης στο “Π”: Μια ιστορία αδικίας

Χάρης Καστανίδης στο “Π”: Μια ιστορία αδικίας

Του
ΧΑΡΗ ΚΑΣΤΑΝΙΔΗ
Βουλευτή Α’ Θεσσαλονίκης του Κινήματος Αλλαγής


Ο πόλεμος στην Ουκρανία, οι απώλειες και το δράμα των ελλήνων ομογενών στη Μαριούπολη μου θύμισαν μια παλαιότερη ιστορία αδικίας σε βάρος των ομογενών που προήλθαν από την πρώην Σοβιετική Ένωση, η οποία δεν έχει βρει ακόμη λύση.

Στην πλειοψηφία τους οι ομογενείς αυτοί, που στη διάρκεια των αιώνων διατήρησαν ακμαία την ελληνική τους ταυτότητα, ήρθαν στην Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Αρκετές, μάλιστα, χιλιάδες από αυτούς σε ηλικία μεγαλύτερη των 50 χρόνων. Οι άνθρωποι αυτοί είχαν ήδη δουλέψει στις χώρες προέλευσης κατά μέσο όρο 20 – 25 χρόνια. Δεν έγινε ποτέ σοβαρή προσπάθεια από την Ελλάδα για τη σύναψη διακρατικών συμφωνιών και τη μεταφορά των ασφαλιστικών τους δικαιωμάτων, με συνέπεια να χαθούν μεγάλα ποσά σε σχέση με τα χρόνια προϋπηρεσίας τους στις χώρες που γεννήθηκαν.

Με τη συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας τους ελάμβαναν σύνταξη από τον Ειδικό Λογαριασμό Συνταξιοδότησης Ανασφάλιστων Υπερηλίκων, σύμφωνα με τον ν. 1296/1982 –κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου–, βάσει του οποίου δημιουργήθηκε στον Οργανισμό Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΟΓΑ) ο ειδικός αυτός λογαριασμός, οικονομικά ανεξάρτητος από τους άλλους κλάδους ασφάλισης.

Την παραπάνω σύνταξη οι νεοπρόσφυγες τη λάμβαναν ως έλληνες πολίτες και όχι ως ομογενείς ή παλλινοστούντες.

Ο ασφαλιστικός «νόμος Βρούτση», το 2012, στην ουσία κατήργησε το δικαίωμα της σύνταξής τους, βάζοντας ως προϋπόθεση τη νόμιμη και μόνιμη παραμονή τους στη χώρα τα 20 χρόνια. Με δεδομένο ότι οι περισσότεροι από αυτούς απέκτησαν τα πρώτα επίσημα έγγραφα του ελληνικού κράτους το 1998, τα 20 χρόνια νόμιμης και μόνιμης παραμονής στη χώρα ήταν ένα μακρινό όνειρο.

Την κατάσταση δυσκόλεψε ακόμα περισσότερο ο νόμος 4387/2016 («νόμος Κατρούγκαλου») που αύξησε το όριο νόμιμης και μόνιμης παραμονής σε 35 – 40 χρόνια και θεσμοθέτησε, αντί σύνταξης, το επίδομα κοινωνικής αλληλεγγύης ανασφάλιστων υπερηλίκων, ύψους περίπου 150 ευρώ.

Φορείς και σύλλογοι των νεοπροσφύγων ζητούν την επαναφορά του «νόμου Παπανδρέου», ώστε να λαμβάνουν κάποιου είδους σύνταξη και όχι τα ψίχουλα ενός επιδόματος.

Προσθέτουν ακόμη ότι οι περισσότεροι από αυτούς με τη συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας τους δεν μπορούσαν να βγουν στη σύνταξη, καθώς δεν είχαν συμπληρώσει 4.500 ένσημα εργασιακού βίου στην Ελλάδα (μαύρη, ανασφάλιστη εργασία κ.λπ.). Οι εισφορές, βέβαια, της νόμιμης εργασίας τους παρακρατήθηκαν από το κράτος.

Τη δεινή οικονομική τους κατάσταση επιβαρύνει σήμερα και η οφειλή των δανείων που είχαν λάβει με τον ερχομό τους στην Ελλάδα με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου. Καλούνται λοιπόν να πληρώσουν σήμερα ληξιπρόθεσμες οφειλές, αφού η κυβέρνηση μετέφερε τα βεβαιωμένα χρέη στην εφορία, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να τα αποπληρώσουν σε περισσότερες από 400 δόσεις. Κάποιοι θα έχουν φύγει από τη ζωή και τα χρέη τους θα έχουν μείνει πίσω. Ζητούν και στη δική τους περίπτωση να ισχύσει αυτό που συνέβη και σε άλλες πληθυσμιακές ομάδες (πολύτεκνους, ΑΜΕΑ κ.λπ.), δηλαδή, μερική διαγραφή του χρέους και των τόκων υπερημερίας, καθώς τα δάνεια τα έχουν πάρει με 100% εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.

Παρά κάποιες περιθωριακές βελτιώσεις που επήλθαν σε πρόσφατα ψηφισμένο νόμο του υπουργείου Εσωτερικών, το πρόβλημα παραμένει. Ελπίζω η Ελληνική Πολιτεία να δείξει περισσότερη ευαισθησία και ευθυκρισία το συντομότερο δυνατό.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ