Οι γεωπολιτικές εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο και η εξωτερική πολιτική του «Master Chef» – Του Ν. Στραβελάκη
Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού
και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές υπάρχουν διαρροές που αφήνουν μια χαραμάδα ελπίδας ότι θα επέλθει συμφωνία ανάμεσα στη Ρωσία και στην Ουκρανία και θα μπει τέλος, έστω προσωρινά, στην τραγωδία του ουκρανικού λαού. Αυτοί που σίγουρα δεν θέλουν κάτι τέτοιο είναι οι Αμερικανοί. Δεν μπορεί να δικαιολογηθεί διαφορετικά η επιλογή Μπάιντεν να χαρακτηρίσει την περασμένη Τετάρτη (16/3) τον Πούτιν «εγκληματία πολέμου». Είναι προφανές ότι μια ειρήνη στην Ουκρανία τώρα θα επιβεβαιώσει την κυριαρχία της Ρωσίας στην περιοχή, ενώ θα την αποκαταστήσει εν μέρει στο διεθνές γίγνεσθαι. Οι Αμερικανοί αυτό δεν το θέλουν με τίποτα.
Όμως, όποια και αν είναι η κατάληξη, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχει ήδη πυροδοτήσει σημαντικές ανακατατάξεις σε πολλές γωνίες του πλανήτη. Μία από αυτές είναι σίγουρα η Ανατολική Μεσόγειος. Από τη μια έχουμε την αδιαμφισβήτητη διπλωματική αναβάθμιση του ρόλου της Τουρκίας, ιδιαίτερα αν προκύψει συμφωνία Ρωσίας – Ουκρανίας στο πλαίσιο της τουρκικής διαμεσολάβησης. Από την άλλη είναι η εμπλοκή σημαντικών παραμέτρων των ελληνοτουρκικών σχέσεων στη σχεδιαζόμενη, από τους Αμερικανούς, απεξάρτηση της Δυτικής Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο. Η «τυχαία συνάντηση», όπως χαρακτηρίσθηκε εύστοχα από τις στήλες αυτής της εφημερίδας, Ερντογάν – Μητσοτάκη την προηγούμενη Κυριακή σίγουρα εντάσσεται σε αυτό το πλαίσιο.
Οι εξελίξεις αυτές αν μη τι άλλο μαρτυρούν τις αστοχίες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, που αντανακλούν με τη σειρά τους την απουσία στρατηγικής από τη σκοπιά της ελληνικής αστικής τάξης. Αξίζει να θυμηθούμε τις εκτιμήσεις των καναλιών της ελληνικής τηλεόρασης για τον απομονωμένο Ερντογάν, την καταρρέουσα τουρκική οικονομία και τις τοποθετήσεις του κ. Μητσοτάκη πριν από δύο – τρεις εβδομάδες. Τότε που ο πρωθυπουργός μιλούσε στη Βουλή για τη «σωστή πλευρά της Ιστορίας», αντιλαμβανόμενος την Ελλάδα ως «σύνορο» του Δυτικού Κόσμου απέναντι στην «απολυταρχική» Ανατολή. Ακόμα και τότε δεν είχε καταλάβει ότι τα σύνορα βρίσκονταν κάμποσες χιλιάδες χιλιόμετρα ανατολικότερα, στη συνοριογραμμή της Τουρκίας με τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες (Γεωργία, Αρμενία) και το Ιράν. Κάπως έτσι φτάσαμε, μέσα σε λίγες μέρες, από την πολιτική του απομονωμένου Ερντογάν στις ανταλλαγές συνταγών, μέσω του Τύπου, ανάμεσα στην κ. Εμινέ Ερντογάν και την κ. Μπακογιάννη, μεσολαβούντος του τηλεμάγειρα κ. Πετρετζίκη.
Η εύκολη ερμηνεία θα ήταν να πούμε απλά ότι ο κ. Μητσοτάκης είναι ανιστόρητος. Γιατί ανιστόρητος είναι κάποιος που δεν ξέρει ότι ο ρόλος της Τουρκίας αναβαθμίζεται πάντα όταν οξύνεται η αντιπαράθεση της Ρωσίας με τη Δύση. Όταν η τσαρική Ρωσία βρέθηκε στις γραμμές των Δυνάμεων της Αντάντ, η ελληνική αστική τάξη είχε τη στήριξη της Δύσης, τόσο στους Βαλκανικούς Πολέμους όσο και στη Μικρασιατική Εκστρατεία. Όταν, μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, ο Κεμάλ βοηθήθηκε από τη μπολσεβίκικη Ρωσία, η Δύση, αντί να τον τιμωρήσει, έσπευσε να τον στηρίξει, κάτι που οδήγησε στη Μικρασιατική Καταστροφή. Οι επέτειοι, κύριε Μητσοτάκη, δεν είναι μόνο για να πετιούνται λεφτά και να προβάρουμε κουστούμια και μοντελάκια, είναι και για να βγαίνουν συμπεράσματα.
Όμως είναι λάθος, κατά τη γνώμη μου, να περιορίσουμε τις αδυναμίες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στο εγχώριο πολιτικό προσωπικό. Βασικότερος λόγος είναι η αδυναμία της ελληνικής αστικής τάξης να βρει ρόλο στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας μετά το 2008. Προηγουμένως κυριαρχούσε η ιδέα του τραπεζίτη των Βαλκανίων, που θα ήταν παράλληλα και το όχημα ολοκλήρωσής τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Όταν κατέρρευσε το 2009 και ήρθαν τα Μνημόνια, τα σενάρια άρχισαν να αλλάζουν με τον χρόνο ή ακόμα και με τη μέρα. Τι να πρωτοθυμηθούμε: Τα καζίνο του Ελληνικού, που κατέληξαν μετά από 13 χρόνια στο να κοπεί η έκταση σε οικόπεδα από τον επίδοξο επενδυτή, την Ελλάδα που θα γινόταν νέα Φλόριντα για τους κατόχους «χρυσής βίζας», τον αγωγό East Med και τόσα άλλα σενάρια. Αυτή η έλλειψη στρατηγικής είναι που οδήγησε τον κ. Μητσοτάκη να αποδεχθεί με χαρακτηριστική ευκολία την πρόταση (προφανώς των Αμερικανών) να αποτελέσει η Ελλάδα χώρα διέλευσης μη ρωσικής προέλευσης φυσικού αερίου. Έτσι ξεχάστηκαν οι αντιπαραθέσεις γύρω από την ΑΟΖ και την υφαλοκρηπίδα, που κυριαρχούσαν στις σχέσεις των δύο χωρών όλο το προηγούμενο διάστημα, και πραγματοποιήθηκε η «τυχαία συνάντηση».
Αυτό που νομίζω ότι πρέπει να κρατήσουμε από τα παραπάνω είναι ότι ο τουρκικός λαός δεν έχει τίποτα να κερδίσει από τη διπλωματική αναβάθμιση της Τουρκίας. Θα συνεχίσει να υποφέρει από την κρίση και την ανέχεια. Αντίστοιχα και ο ελληνικός λαός δεν έχει τίποτα να περιμένει τόσο από την αντιπαράθεση όσο και από την «προσέγγιση» Ελλάδας – Τουρκίας υπό τη σκέπη ιμπεριαλιστικών συμφερόντων. Είναι καιρός οι δύο λαοί να πάρουν τις δικές τους πρωτοβουλίες, ξεπερνώντας την ανεπάρκεια του πολιτικού προσωπικού, ειδικά στην Ελλάδα.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Φωτό: patrisnews.com