Η Ουκρανία μεταξύ ελπίδας και φόβου

Η Ουκρανία μεταξύ ελπίδας και φόβου

Η γεωπολιτική θέση της Τουρκίας αναβαθμίζεται και η Ελλάδα δέχεται πιέσεις να προτάξει τα κοινά συμφέροντα του ΝΑΤΟ έναντι των δικών της εθνικών προτεραιοτήτων


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Υπήρξαν πληροφορίες, κατά τις τελευταίες ημέρες, για κείμενο 15 σημείων, το οποίο συζητείται μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας ως βάση για την επίτευξη μιας συμβιβαστικής λύσεως. Κεντρική ιδέα του κειμένου είναι η αποδοχή καθεστώτος ουδετερότητας, με περιορισμούς στο επίπεδο των εξοπλισμών.

Οι πληροφορίες επισκιάσθηκαν στη συνέχεια από δηλώσεις της Ουκρανικής πλευράς, που δεν συ­ντρέχουν με την ιδέα της ουδετερότητας και πολύ περισσότερο με εδαφικές ανακατατάξεις στην Ανατολική Ουκρανία, τις οποίες θεωρεί η άλλη πλευρά ως αναπόφευκτες για την εξεύρεση λύσεως.

Η πορεία των πραγμάτων επανήλθε έτσι στην κρίση των όπλων. Η Ρωσική πλευρά προσπαθεί να επιταχύνει τις επιχειρήσεις της, με στό­χο να επιτύχει τους στρατηγικούς στόχους που έθεσε από την αρχή, ώστε, με βάση αυτήν τη νέα κατάσταση, να υπαγορεύσει την επιδιωκόμενη λύση. Τα πράγματα δεν αποδείχθηκαν τόσο εύκολα για τη Ρωσική πλευρά, όσο είχε υπολογίσει. Η κατανοητή προσπάθεια των Ρώσων να αποφύγουν τις εκατόμβες θυμάτων μεταξύ των αμάχων, με μαζική επίθεση κατά των πόλεων, επηρέασε την ταχύτητα της προελάσεώς τους, όπως επίσης η μαζική βοήθεια που δόθηκε στους Ουκρανούς από τους Αμερικανούς και το ΝΑΤΟ.

Η εξαγγελία από τις ΗΠΑ νέας βοήθειας προς την Ουκρανία ύψους 11 δισ. δολαρίων, που θα επιτρέψει στην τελευταία να προμηθευθεί πρόσθετο εξοπλισμό ύψους 6 δισ. δολαρίων, περίπου, δημιουργεί νέους κινδύνους περιπλοκών, γιατί είναι πιθανό να οδηγήσει σε επέκταση των συγκρούσεων και στη Δυτική Ουκρανία, σε μια προσπάθεια των Ρώσων να ελέγξουν την εισροή όπλων από τα Πολωνικά σύνορα. Οι ακραίες επίσης δηλώσεις Μπάι­ντεν, με τις οποίες αποκαλεί τον Ρώσο ηγέτη δικτάτορα, εγκληματία και κακοποιό, ρίχνουν, προφανώς, λάδι στη φωτιά και δημιουργούν την υποψία ότι τίθεται ως στόχος, με καταλύτη την Ουκρανία, η ανατροπή Πούτιν και η αλλαγή καθεστώτος στη Ρωσία.

Μια τέτοια διεύρυνση στόχων θα ήταν παιχνίδι με τη φωτιά, γιατί η Ρωσία δεν θα δεχόταν ούτε γεωπολιτικό υποβιβασμό ούτε επιστροφή σε κάτι ανάλογο της εποχής Γιέλτσιν. Αντιθέτως, θα υπήρχε κίνδυνος να βασισθεί στα πυρηνικά της όπλα για να αντικρούσει οποιαδήποτε πίεση που θα υπερέβαινε τις δυνατότητες των συμβατικών της όπλων.

Με τα δεδομένα αυτά, η διεύρυνση, με οποιονδήποτε τρόπο, της συγκρούσεως στην Ουκρανία ενέχει πολύ μεγάλους κινδύνους και οι διεθνείς προσπάθειες πρέπει να στραφούν προς τον έλεγχο και τη διευθέτησή της με βάση μια αρχή που είναι αποδεκτή και από την άλλη πλευρά και αυτή είναι η ουδετερότητα της Ουκρανίας. Εάν η Ουκρανική ηγεσία αποδεχόταν από την αρχή την ιδέα αυτή και δεν επέμενε στην ένταξη στο ΝΑΤΟ, θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί η τραγωδία της εισβολής, με όλα τα παρεπόμενά της. Θα μπορούσε επίσης η Ουκρανική ηγεσία να είχε ζητήσει, με βάση την ιδέα αυτή, εγγυήσεις από τη Ρωσία, τις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Με βάση τη σημερινή πραγματικότητα, η τραγωδία, δυστυχώς, θα συνεχισθεί μέχρι τη δημιουργία των προϋποθέσεων που θέτει η κάθε πλευρά για την επίτευξη πολιτικής λύσεως. Για τη Δυτική πλευ­ρά, μια τέτοια προϋπόθεση θα ήταν μια στρατιωτική ήττα της Ρωσίας στην Ουκρανία, ανάλογη με εκείνη στο Αφγανιστάν. Οι αντιαεροπορικοί πύραυλοι Στί­γκερ έπαιξαν τότε καθοριστικό ρόλο, γιατί ακύρωσαν το αεροπορικό πλεονέκτημα των Σοβιετικών έναντι των Αφγανών Ισλαμιστών ανταρτών. Πρωταγωνιστής στο μέτωπο της Ουκρανίας είναι τώρα, μα­ζί με τους Στίγκερ, οι αντιαρματικοί πύραυλοι Τζάβελιν, μαζί με άλλους προερχόμενους από τη Μ. Βρετανία, τη Σουηδία και άλλες χώρες του ΝΑΤΟ. Η προσδοκία μιας Ρωσικής στρατιωτικής ήττας στην Ουκρανία είναι ανεδαφική, γιατί η Ουκρανία για τη Ρωσία δεν είναι Αφγανιστάν και η ασυμμετρία των στρατιωτικών μέσων είναι πολύ μεγάλη, εκτός και εάν υ­πήρχε άμεση εμπλοκή του ΝΑΤΟ, για την οποία δεν γίνεται λόγος.

Η μαζική στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία ανεβάζει, προφανώς, το κόστος για τη Ρωσία, αλλά δεν αλλάζει τα βασικά δεδομένα, που αφορούν τους Ρωσικούς στρατηγικούς στόχους στη χώρα αυτή και την ικανότητά της να τους επιτύχει. Η όξυνση της στρατιωτικής συ­γκρούσεως περιπλέκει, πάντως, τους όρους μιας πολιτικής διευθετήσεως, αν δεν την καθιστά ανέφικτη.

Η Ουκρανία έγινε σήμερα ο καταλύτης και για πολύ γενικότερες γεωπολιτικές ανακατατάξεις. Οι σημαντικότερες επιπτώσεις αφορούν την Ευρώπη, που επιστρέφει πάλι σ’ έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο με τη Ρωσία, από μια νέα αφετηρία, που εμπνέει ψευδαισθήσεις σε ορισμένους υπερμάχους του Ατλαντισμού ότι είναι εφικτή τώρα η ήττα της Ρωσίας. Η τελευταία υστερεί, υποστηρίζουν, τόσο στον οικονομικό τομέα αλλά και σε στρατιωτικό δυναμικό, συγκρινόμενη με το συνολικό δυναμικό του ΝΑΤΟ. Αυτό θα ήταν ακριβές εάν δεν υπήρχαν τα πυρηνικά όπλα. Στα τελευταία όμως η Ρωσία δεν έχει καμιά υστέρηση, ούτε σε αριθμό πυρηνικών κεφαλών ούτε σε τεχνολογία, όπως είναι, π.χ., οι πολυηχητικοί πύραυλοι (οι πύραυλοι δηλαδή που υπερβαίνουν πολλές φορές την ταχύτητα του ήχου) ή η ανάσχεση πολυηχητικών πυραύλων.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, που επεδίωκε, υποτίθεται, μια αυτόνομη διάσταση εξωτερικής πολιτικής και άμυνας, ώστε να καταστεί, σε προοπτική, ένας ανεξάρτητος διεθνής πόλος, αναγκάζεται, λόγω Ουκρανίας, να επιστρέψει στο μαντρί του ΝΑΤΟ. Πρωταγωνιστές στη νέα αυτή περίοδο δεν είναι οι χώρες της «παλαιάς» Ευρώπης, αλλά οι φιλο-Ατλαντικές χώρες της νέας Ευρώπης, όπως η Πολωνία, η Ρουμανία και τα Βαλτικά κράτη. Η Συμφωνία Aukus, που έκανε την πρώτη εμφάνισή της στη μακρινή Αυστραλία, βρήκε την πρακτική και κυριότερη συνέχειά της στην Ευρώπη, με την επαναβεβαίωση της Αμερικανικής γεωπολιτικής κυριαρχίας και της αναζωογονήσεως του ΝΑΤΟ σ’ αυτήν.

Πολλοί επιρρίπτουν, δικαιολογημένα, την ευθύνη στη Ρωσική εισβολή και το θεωρούν «κατόρθω­μα» του Πούτιν. Υποτιμούν όμως την ευθύνη της Δυτικής πλευράς, που έδωσε άκριτη υποστήριξη στον Ζελένσκι και στην πολιτική του για ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Οι διαβεβαιώσεις ότι δεν βρίσκεται τώρα στην ημερήσια διάταξη το θέ­μα της εντάξεως της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ δεν ήταν αρκετές εγγυήσεις για τη Ρωσική πλευρά.

Το θέμα της Ουκρανίας δεν είναι πλέον διμερές θέμα, αλλά διεθνές, έστω και αν οι διαπραγματεύσεις διεξάγονται επισήμως σε διμερές επίπεδο. Από την άποψη αυτή, έχει καθοριστική σημασία η στάση και η θέση των ΗΠΑ. Οι ρητορικές ακρότητες, όπως οι τελευταίες δηλώσεις του Αμερικανού Προέδρου κατά του Ρώσου Προέδρου Πούτιν, δεν συμβάλλουν στη δημιουργία ενός κλίματος διαλόγου, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια λύση στο σημερινό αδιέξοδο και στον περιορισμό της κρίσεως στα σημερινά της όρια.

Η ένταση στις Αμερικανο-Ρωσικές σχέσεις δεν είναι καλά νέα για την Ελλάδα, όσες υπερακο­ντίσεις κατά της Ρωσίας και αν κάνει ο σημερινός πρωθυπουργός, νομίζοντας ότι ηγείται της Πολωνίας ή της Λιθουανίας. Κάθε φορά που υπάρχει ένταση και όξυνση στις σχέσεις μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ-ΝΑΤΟ, η Αμερικανική πολιτική θέτει ως πρώτη προτεραιότητα την ενότητα και τη συνοχή του ΝΑΤΟ. Η γεωπολιτική θέση της Τουρκίας αναβαθμίζεται και η Ελλάδα δέχεται πιέσεις να προτάξει τα κοινά συμφέροντα του ΝΑΤΟ έναντι των δικών της εθνικών προτεραιοτήτων. Με α­πλά λόγια, να κάνει υποχωρήσεις προς την Άγκυρα και να τα βρει μ’ αυτήν.

Η εσπευσμένη επίσκεψη του πρωθυπουργού στην Κωνσταντινούπολη δεν υποκινήθηκε, προφανώς, από το πάθος του για την Ορθοδοξία, το οποίο δεν το είδαμε να εκδηλώνεται σε καμιά άλλη περίπτωση. Ήταν μια υπολογισμένη κίνηση προς την Τουρκία, για την επανάκαμψή της στη φιλο-Δυτική τροχιά και για επίδειξη Νατοϊκής ενότητας και συνοχής, παρά το απροκάλυπτο παιχνίδι επιτήδειου ουδέτερου της Τουρκίας.

Τι συζητήθηκε με τον Τούρκο Πρόεδρο, κατά την ιδιαίτερη συνάντησή του με τον Έλληνα πρωθυπουργό; Ο Τούρκος υπουργός Άμυνας, στρατηγός Ακάρ, υπεστήριξε σε συνέντευξή του ότι συζητήθηκε συνεκμετάλλευση των πόρων του Αιγαίου. Η Τουρκική πλευρά συνηθίζει να επιδίδεται σε ψευδή προπαγάνδα και παραπληροφόρηση για τη δημιουργία εντυπώσεων και την προβολή των Τουρκικών θέσεων. Αναμένουμε υπεύθυνη πληροφόρηση από τον έλληνα πρωθυπουργό και την κυβέρνηση.

Η αλλαγή πολιτικής, που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός, για την εξόρυξη των Ελληνικών υδρογονανθράκων ελπίζουμε να μην έχει καμιά σχέση με τις μυστικές συνομιλίες στην Κωνστα­ντινούπολη και με συνεκμετάλλευση στην Ελληνική ΑΟΖ.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ