Πώς να μιλήσω για τον πόλεμο σε ένα παιδί;
Ο πόλεμος στην Ουκρανία μάς άφησε όλους μουδιασμένους να παρακολουθούμε μια φριχτή πραγματικότητα.
Τα Μέσα μάς κατακλύζουν με σκληρές εικόνες και θα θέλαμε πολύ να γινόταν να ξυπνήσουμε από τον εφιάλτη των τραγικών γεγονότων.
Η Ιστορία, όμως, είναι αμείλικτη και πρέπει να ζήσουμε ακόμα και τις μαύρες σελίδες της, πριν έρθουν οι πιο φωτεινές.
Πώς μπορούμε να μιλήσουμε στα παιδιά μας για τον πόλεμο; Πώς εξηγούμε στα παιδιά μας τι συμβαίνει;
Τα παιδιά εκτίθενται και αυτά σε πληροφορίες, είτε στο σχολείο είτε λόγω της τηλεόρασης και του διαδικτύου. Δεν μπορούμε –και δεν χρειάζεται– να αποφύγουμε τη συζήτηση.
Είναι καλύτερο να μιλήσουμε ανοιχτά για αυτό που συμβαίνει, για την απώλεια και τον θρήνο, για τους ανθρώπους που αναγκάζονται να φύγουν από τα σπίτια τους και την πατρίδα τους για να προστατευτούν.
Μιλάμε με ειλικρίνεια στα παιδιά για τα γεγονότα. Και ένας τρόπος για να το κάνουμε αυτό είναι μέσα από τα βιβλία.
Παρακάτω παραθέτουμε δύο τίτλους που μας βοήθησαν πολύ να ανοίξουμε την κουβέντα στα παιδιά μας, από 4 ετών έως και 10 ετών.
Μέλη και Μελέκ
«Οι άνθρωποι είχαν βάλει στην άκρη όλα εκείνα που τους ένωναν και θυμήθηκαν ξαφνικά εκείνα τα λίγα που τους χώριζαν. Οι άνθρωποι πάντα προσπαθούν να κατακτήσουν κι άλλα. Έτσι, σε αυτόν τον πόλεμο όσοι ήμαστε Έλληνες έπρεπε να φύγουμε από τα σπίτια μας», θυμάται η πρωταγωνίστρια στο βιβλίο.
Το Μέλη και Μελέκ είναι ένα βιβλίο για τη Μικρασιατική Καταστροφή, τον ξεριζωμό ενός εκατομμυρίου και πλέον Ελλήνων.
Γρήγορα και χωρίς πολλές κουβέντες, με βλέμματα βουβά, θα έπρεπε οι άνθρωποι να φύγουν από τον τόπο τους και να πάνε μακριά. Όσο πιο μακριά μπορούσε ο καθένας. Γιατί ο χρόνος μετρούσε αντίστροφα…
«Το επόμενο πράγμα που θυμάμαι έντονα είναι το χέρι της μαμάς να με τραβάει βιαστικά. Ίσα που πρόλαβα να ρίξω μια τελευταία ματιά στο σπίτι που γεννήθηκα και μεγάλωσα πριν με σηκώσει σφιχτά στην αγκαλιά της και ακολουθήσουμε δακρυσμένες τον μπαμπά. Η μαμά είχε πει πως δεν θα μπορούσαμε να πάρουμε τα πράγματά μας μαζί, αλλά θα επιστρέφαμε μετά από λίγο καιρό να τα πάρουμε».
Κι έτσι βρέθηκαν σε μια βάρκα, στριμωγμένοι μαζί με άλλους πολλούς που εγκατέλειπαν το σπίτι τους για να σωθούν. Όλοι ξεκινούσαν ένα ταξίδι προς το άγνωστο, μα γεμάτο ελπίδα.
Αφού αποβιβάστηκαν, περιπλανήθηκαν για μέρες. Χτυπούσαν πόρτες αναζητώντας βοήθεια, μα δεν άνοιγε κανείς.
«Βρίσκαμε τα σπίτια κλειδωμένα και τα παράθυρα ασφαλισμένα. Μας αντιμετώπιζαν σαν εχθρούς, σαν να ήρθαμε να τους κάνουμε εμείς κακό, και όχι σαν αυτούς που μόλις είχαν διωχθεί από τα σπίτια τους. Κοιμόμαστε στα χώματα για καιρό. Το πρωί καιγόμαστε από τον ήλιο και το βράδυ παγώναμε από το αγιάζι. Έπρεπε όμως να σταθούμε στα πόδια μας…»
«Οι μέρες περνούσαν, οι νύχτες μεγάλωναν κι εμείς προσπαθούσαμε να στήσουμε τη ζωή μας από την αρχή».
Μια ιστορία μνήμης και ανθρωπιάς για τη Μικρασιατική Καταστροφή. Μια ιστορία –δυστυχώς– πιο επίκαιρη από ποτέ. Μια ιστορία που μιλάει για τον πόλεμο, τον ξεριζωμό, την απώλεια, τον πόνο, μέσα από τα μάτια ενός μικρού παιδιού.
Το Μέλη και Μελέκ μπορεί να αποτελέσει ένα εργαλείο για να κατανοήσουμε καλύτερα την αδικία, την ανασφάλεια και την εμπιστοσύνη.
Μέλη και Μελέκ της Βάνας Μαυρίδου σε εικονογράφηση της Ρένιας Μεταλληνού
ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Η Βαλίτσα
Βρεθήκαμε και πάλι σε μια στιγμή της ιστορίας που εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι ξεριζώνονται βίαια από τον τόπο τους, προσπαθώντας να ξεφύγουν από τον πόλεμο, να σώσουν τα παιδιά τους και στη συνέχεια τον εαυτό τους.
Στην ιστορία μας, ένα περίεργο πλάσμα φτάνει σε έναν τόπο άγνωστο για εκείνο κουβαλώντας μια βαλίτσα. Πόσα πρόλαβε να πάρει μαζί του όταν όλος του ο κόσμος καταστράφηκε μέσα σε λίγα λεπτά; Πόσα χώρεσαν σε μια τοσοδά βαλίτσα;
Σύμφωνα με τον ίδιο μέσα έκρυβε ένα φλιτζάνι, ένα τραπέζι, μια καρέκλα και το σπίτι του. Κανένας, όμως, δεν τον πίστεψε. Οι ντόπιοι τον υποδέχτηκαν κάπως επιθετικά, γεμάτοι δυσπιστία, καχύποπτοι για αυτό το περίεργο πλάσμα που δεν ήξεραν ούτε πώς ούτε γιατί βρέθηκε εκεί που κατοικούν.
Και του έσπασαν τη βαλίτσα, με αποτέλεσμα να μείνουν έκπληκτοι με το περιεχόμενό της. Δεν υπήρχε ούτε καρέκλα, ούτε τραπέζι, ούτε το σπίτι του. Μόνο μια φωτογραφία και ένα φλιτζάνι. Είχε σπάσει και αυτό.
Μα, το παράξενο πλάσμα τούς έλεγε ψέματα; Η βαλίτσα ήταν άδεια!
Όχι. Ο ξένος δεν τους έλεγε ψέματα.
Είχε περάσει κύματα με αυτή τη βαλίτσα, είχε σωθεί και τώρα είχε βρεθεί σε ένα μέρος άγνωστο ενώ ήταν βρόμικος, κουρασμένος, λυπημένος και φοβισμένος. Αλλά μέσα του κρατούσε καλά φυλαγμένη τη ζεστασιά του τόπου του.
Η Βαλίτσα αποτελεί μια υπέροχα εικονογραφημένη ιστορία για τους πρόσφυγες και τον ξεριζωμό αλλά και για παναθρώπινες αξίες, όπως είναι η ευγένεια, η αποδοχή και η αγάπη προς τον συνάνθρωπό μας.
Η βαλίτσα του Chris Naylor-Ballesteros.
ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ