Θεατές οι ΗΠΑ, οι αντιδράσεις της ΕΕ και το χαμένο ηθικό πλεονέκτημα της Ρωσίας

Θεατές οι ΗΠΑ, οι αντιδράσεις της ΕΕ και το χαμένο ηθικό πλεονέκτημα της Ρωσίας

Το σκηνικό του ουκρανικού δράματος


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.


Συμπληρώθηκε ήδη μία εβδομάδα και πλέον από τη ρωσική εισβολή, χωρίς να έχει ολοκληρωθεί το σχέδιο του ρώσου Προέδρου για την κατάληψη της ουκρανικής επικράτειας και τον εξαναγκασμό του Προέδρου Ζελένσκι να εγκαταλείψει τη χώρα, με επακόλουθο την κατάρρευση της κυβέρνησης και την αντικατάστασή της από προσωρινή, φιλορωσική. Αυτή είναι λίγο-πολύ η επικρατούσα αντίληψη για τα βραχυπρόθεσμα σχέδια του Πούτιν, μετά την απόφαση που έλαβε να εισβάλει στην Ουκρανία, η οποία έτυχε της γενικής, σχεδόν, καταδίκης των χωρών της Δύσης, και όχι μόνο.

Οι λόγοι που επικαλέσθηκε ο ρώσος Πρόεδρος για την εισβολή –επιβεβλημένη κατά τον ίδιο– στην όμορη και ομόφυλη Ουκρανία είναι πάντως έωλοι και δεν συνάδουν με τις αρχές του διεθνούς δικαίου, όπως και τις αξίες που επικράτησαν στη διεθνή κοινότητα μετά τις τραγικές εμπειρίες του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, ιδιαίτερα με τις θηριωδίες της ναζιστικής Γερμανίας. Βασικά είναι δύο: Ο πρώτος είναι να αποτρέψει την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, η οποία ερμηνεύεται από τη Μόσχα ως αποσκοπούσα στην περικύκλωση και απομόνωση της Ρωσίας από τον Δυτικό Κόσμο και αντιβαίνει στις σιωπηρές ή πολιτικές αποφάσεις, όπως της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι για ουδέτερη στάση Ουκρανίας και Γεωργίας, και ο δεύτερος αφορά τις αιτιάσεις της Μόσχας για δυσμενή μεταχείριση των ρωσόφωνων και ημιαυτόνομων περιοχών της Ανατολικής Ουκρανίας.

Αμφότεροι οι λόγοι αποτελούν, μάλλον, προσχήματα, παρά βάσιμα επιχειρήματα. Ως προς το πρώτο, ποιος μπορεί να αμφισβητήσει το δικαίωμα οποιασδήποτε κυρίαρχης χώρας να επιλέξει τη διεθνή οργάνωση ή οργανισμό, στον/ην οποίο/α θα ήθελε να ενταχθεί (ή και να αποχωρήσει); Η άρνηση αυτού του δικαιώματος μπορεί να τεθεί σε πολιτική βάση, αλλά δεν δικαιολογεί την εισβολή και τη χρήση βίας. Ανάλογη είναι και η συμπεριφορά της Τουρκίας με την απειλή casus belli αν η Ελλάδα ασκήσει το νόμιμο δικαίωμά της, που πηγάζει από το διεθνές δίκαιο, για επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ.

Σε ό,τι αφορά το ενδιαφέρον για τους ρωσόφωνους πληθυσμούς, είναι μεν θεμιτό και δίκαιο, αλλά υπάρχουν και άλλα μέσα προστασίας, όπως η προσφυγή σε διεθνείς οργανισμούς, καταγγελίες και διπλωματικές ενέργειες, και όχι η εισβολή, κατά το προηγούμενο της Τουρκίας στην Κύπρο το 1974. Η ρωσική ένοπλη επέμβαση της 24ης Φεβρουαρίου έτυχε της γενικής σχεδόν καταδίκης από τις δυτικές χώρες και χαρακτηρίσθηκε ως εισβολή. Οι συνέπειες αρχίζουν ήδη να προσμετρώνται. Κατά προσωπική εκτίμησή μας, η Ρωσία χάνει το ηθικό πλεονέκτημα που επικαλείτο έναντι των χωρών της Δύσης και ιδιαίτερα κατά των ΗΠΑ, τις οποίες κατηγορούσε συνεχώς για πολιτικές και στρατιωτικές επεμβάσεις σε διάφορες χώρες της υφηλίου, τις οποίες χαρακτήριζε ως ιμπεριαλιστικές.

Όσο για τη στάση των ΗΠΑ, δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι είναι εκείνες που υποκινούσαν τον ουκρανό Πρόεδρο σε συνεχή αντιπαράθεση με τη Μόσχα, με την επιδίωξη ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, και σήμερα παρακολουθούν τις εξελίξεις εκ του μακρόθεν, με την εκπρόσωπο του Λευκού Οίκου να επαναλαμβάνει συνεχώς τη θέση του Προέδρου Μπάιντεν, ο οποίος επισημαίνει ότι οι ΗΠΑ καταδικάζουν μεν τη ρωσική εισβολή, αλλά δεν θα εμπλακούν σε πόλεμο με τη Ρωσία για το Ουκρανικό! Οι επαναλαμβανόμενες αυτές θέσεις δημιουργούν εύλογα ερωτήματα για το αν συνετέλεσαν ή και έδωσαν το πράσινο φως στον Πούτιν για την εισβολή.

Το σύνολο των χωρών-μελών της ΕΕ καταδίκασε και χαρακτήρισε ως εισβολή τη ρωσική στρατιωτική επέμβαση. Μάλιστα, παρά τις αρχικές επιφυλάξεις ορισμένων χωρών-μελών, η ΕΕ αποφάσισε την επιβολή αυστηρών κυρωτικών μέτρων, οικονομικού και πολιτικού περιεχομένου, που εκτιμάται ότι δεν θα πλήξουν μόνο τη Ρωσία. Παράλληλα αποφασίσθηκε και η παροχή οικονομικής βοήθειας προς την Ουκρανία και τις χώρες που υποδέχονται εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες, όπως η Πολωνία, η Ρουμανία, η Τσεχία κ.ά., που μέχρι στιγμής υπολογίζονται σε πάνω από 600.000. Πρωτοφανής για την ιστορία της ΕΕ χαρακτηρίζεται και η ενίσχυση της Ουκρανίας με στρατιωτικό και πολεμικό υλικό, προς αντιμετώπιση της ρωσικής εισβολής. Αξιοσημείωτο είναι ότι η Γερμανία αποφάσισε να διαθέσει 100 δισ. ευρώ για ενίσχυση της πολεμικής της βιομηχανίας, κάτι που αρνούνταν επί σειρά ετών σε πιέσεις που υφίστατο από το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ.

Μεταξύ των κοινοτικών χωρών που αποφάσισαν την αποστολή στρατιωτικού υλικού στην Ουκρανία συγκαταλέγεται και η Ελλάδα, γεγονός που προκάλεσε έντονες αντιπαραθέσεις στη Βουλή των Ελλήνων, όπου συζητήθηκε το Ουκρανικό. Μεταξύ άλλων εκφράσθηκε η θέση ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να αποφύγει την αποστολή στρατιωτικής βοήθειας και να εστιάσει σε άλλους τομείς, κυρίως ανθρωπιστικούς. Ανάλογη στάση είχε τηρήσει η Ελλάδα στην περίπτωση της Σερβίας, καθώς δεν είχε συμμετάσχει στους νατοϊκούς βομβαρδισμούς κατά του Βελιγραδίου εξαιτίας της επιθετικής πολιτικής του Μιλόσεβιτς στο Κοσοβαρικό.

Σημειώνεται ότι η Ελλάδα, αντί της συμμετοχής στους βομβαρδισμούς του Βελιγραδίου από τις νατοϊκές δυνάμεις, είχε επιλέξει και προτείνει τη διάθεση των νοσοκομειακών μονάδων της Βόρειας Ελλάδας για περίθαλψη νατοϊκών και μονάδων πολιτικής συνδρομής που θα έχρηζαν, ενδεχομένως, νοσηλείας. Η ελληνική προσφορά είχε τύχει ευμενούς αποδοχής και εκτίμησης. Ασφαλώς, δεν υπάρχει καμία σύγκριση ανάμεσα στην ουκρανική κρίση και εκείνη της Σερβίας του Μιλόσεβιτς, ούτε ως προς το μέγεθος των γεγονότων ούτε και για τις επιπτώσεις στη διεθνή κοινότητα, ιδιαίτερα όσον αφορά τις συνέπειες για το μέλλον της Ευρώπης και του κόσμου. Είναι, επίσης, δύσκολη η πρόβλεψη της κατάληξης του Ουκρανικού.

Ο πρώτος γύρος των ρωσοουκρανικών διαπραγματεύσεων ήταν άκαρπος. Δεν έγιναν γνωστές οι ακριβείς επιδιώξεις των δύο πλευρών. Τι ακριβώς ζητάει η ρωσική πλευρά και τι η ουκρανική – αν και είναι εύκολα α­ντιληπτό αυτό. Πολύ πιθανόν η ουκρανική κρίση και η ρωσική εισβολή να σηματοδοτήσουν τη δημιουργία μιας νέας τάξης πραγμάτων στην Ευρώπη και στον κόσμο.

Ένα διπολικό ή πολυπολικό σύστημα, με τις ΗΠΑ από τη μία πλευρά και τις Ρωσία – Κίνα από την άλλη, σε μια αντικατάσταση και διαδοχή της παλαιάς, μεταξύ ΝΑΤΟ – Συμφώνου Βαρσοβίας. Θα αποτελούσε πάντως ολέθριο λάθος κάθε απόπειρα αποκλεισμού συμμετοχής της Ρωσίας από τον Δυτικό κόσμο, στον οποίο ιστορικά και πολιτιστικά ανήκει. Όσον αφορά την ΕΕ, θα επιβεβαιωθεί για άλλη μία φορά ο χαρακτηρισμός του ελληνογάλλου, γνωστού σκηνοθέτη Κώστα Γαβρά: Δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα μεγάλο σούπερ μάρκετ!

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ