Βασίλης Κορκίδης στο “Π”: Η μεγάλη αξία της μικρής αγροτικής επιχειρηματικότητας

Βασίλης Κορκίδης στο “Π”: Η μεγάλη αξία της μικρής αγροτικής επιχειρηματικότητας

Του
ΒΑΣΙΛΗ ΚΟΡΚΙΔΗ
Προέδρου ΕΒΕΠ


Ο πρωτογενής τομέας αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της εθνικής οικονομίας και, στο μέλλον, σε συνδυασμό με τον τουριστικό τομέα μπορούν να καταστούν σταθερά θεμέλια ανάπτυξης. Στόχος ήταν και παραμένει η συνολική αναβάθμιση του πρωτογενούς τομέα της χώρας μας, η βελτιστοποίηση του λειτουργικού του μοντέλου, ο εκσυγχρονισμός των παραγωγικών του διαδικασιών, η ενίσχυση της περιβαλλοντικής του βιωσιμότητας.

Ωστόσο η απαρίθμηση αυτών των στόχων ουσιαστικά αποτελεί την απαρίθμηση ισάριθμων πολιτικών, από τις οποίες εξαρτάται η αναμόρφωση της αγροτικής οικονομίας της χώρας ή μάλλον του αγροτικού επιχειρείν. Οφείλουμε να αφήσουμε πίσω μας, να ξεχάσουμε πολιτικές του παρελθόντος, με τον αγρότη μόνο στο χωράφι, έρμαιο των κλιματικών συνθηκών αλλά και ενός συστήματος που δεν αξιοποιούσε στο έπακρο τις δυνατότητες του αγροτικού κόσμου της χώρας. Σήμερα, που τα δεδομένα και οι απαιτήσεις της αγοράς μεταβάλλονται συνεχώς και ταχύτατα, η επιστημονική υποστήριξη των δημοσίων πολιτικών, η διά βίου εκπαίδευση και η διαρκής επανακατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού είναι επιτακτική και η ενεργός εμπλοκή του αγροτικού τομέα πρέπει να θεωρείται στόχος αιχμής για την ενδυνάμωση της ανταγωνιστικότητάς του. Σήμερα έχουμε φτάσει να μιλάμε για τον ψηφιακό μετασχηματισμό και την περιβαλλοντική βιωσιμότητα. Έννοιες τις οποίες οφείλουμε να εξηγήσουμε αλλά και να εργαλειοποιήσουμε προς όφελος των αγροτών και του αγροτικού εισοδήματος. Η αγροτική επιχειρηματικότητα είναι μια ισχυρή δύναμη της Ελλάδας, την οποία οφείλουμε να αναδείξουμε και επιτέλους να εφαρμόσουμε από το «ελληνικό χωράφι στο ράφι».

Τα ελληνικά παραδοσιακά προϊόντα είναι τόσο γνήσια, ποιοτικά και νόστιμα. Είναι κρίμα να μην τα εκμεταλλευθούμε και να τα εξάγουμε. Αλλά, αφού έχουμε αργήσει να τα εκμεταλλευθούμε και μπαίνουμε καθυστερημένα στο παιχνίδι, πρέπει να φέρουμε κάτι καινοτόμο στην αγορά. Δεν πρέπει να διαλάθει την προσοχή μας ότι η βελτίωση της ποιότητας ζωής του αγροτικού πληθυσμού και η ενθάρρυνση της διαφοροποίησης της αγροτικής οικονομίας, κυρίως στις ορεινές και στις μειονεκτικές περιοχές, αποτέλεσε και εξακολουθεί να αποτελεί έναν ακόμη στόχο. Προς τούτο πρέπει να δούμε, ενδεχομένως και από μηδενική βάση, δομές και πρακτικές με μόνο γνώμονα τη σχηματοποίηση μιας σύγχρονης αγροτικής επιχειρηματικότητας, με ανοικτούς ορίζοντες και με εξωστρέφεια. Φοβικά σύνδρομα του παρελθόντος για την ποιότητα των αγροτικών προϊόντων, τη θέση τους στις αγορές, τις ποσότητες κ.λπ. λειτούργησαν ανασχετικά στην ανάπτυξη της αγροτικής επιχειρηματικότητας, την οποία σήμερα καλούμαστε να στηρίξουμε μέσα από καινοτόμες λύσεις και προτάσεις αλλά και να υποστηρίξουμε με την αξιοποίηση των κατάλληλων χρηματοδοτικών εργαλείων. Ως γνωστόν, οι τέσσερις φάσεις κάθε επιχειρηματικής διαδικασίας είναι: α) η αναγνώριση και η αξιολόγηση ευκαιρίας, β) η ανάπτυξη του επιχειρηματικού σχεδίου, γ) η εύρεση και η απόκτηση των οικονομικών πόρων και δ) η διαχείριση ιδρυθείσας επιχείρησης και η ανάπτυξή της.

Αλλά εδώ υπάρχει μία ειδοποιός διαφορά, που αξίζει να σημειωθεί και συνίσταται στο ότι όσον αφορά την εύρεση και την απόκτηση των οικονομικών πόρων υπάρχουν διαθέσιμα χρηματοδοτικά εργαλεία όπως το Ταμείο Μικρών Δανείων Αγροτικής Επιχειρηματικότητας, που αφορά τη σύσταση κοινού ταμείου μεταξύ Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας (ΕΑΤ) και Ενδιάμεσων χρηματοπιστωτικών Οργανισμών (ΕΧΟ) με σκοπό τη χορήγηση μικρών δανείων σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε αγροτικό και μεταποιητικό κλάδο αγροτικών προϊόντων. Σύμφωνα με τα στοιχεία, ο αρχικός προϋπολογισμός του Ταμείου ανέρχεται σε 21.500.000 ευρώ και χρηματοδοτείται εξολοκλήρου από το Μέσο Ανάκαμψης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης 2014 – 2020.

Το ύψος της χρηματοδότησης εκάστου δανείου κυμαίνεται από 3.000 ευρώ έως 25.000 ευρώ, με αναλογία συμμετοχής 50% – 50%, δηλαδή εισφορά κεφαλαίων από το Ταμείο και από τους ΕΧΟ, που θα ταυτίζεται και με την αναλογία ανάληψης κινδύνου εκάστης συμμετοχής. Σημειώνεται ότι τα δάνεια είναι επενδυτικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένου κεφαλαίου κίνησης ως μέρους της επένδυσης, ανεξαρτήτως ποσοστού. Επιπρόσθετα, θα υφίσταται 100% επιδότηση επιτοκίου υπέρ του τελικού αποδέκτη για τους πρώτους 12 μήνες του δανείου, εφόσον το δάνειο δεν παρουσιάζει ληξιπρόθεσμες οφειλές μεγαλύτερες των 90 ημερών κατά τον χρόνο απαίτησης του επιδοτούμενου τόκου και θα επιχορηγείται ποσό έως 300 ευρώ με σκοπό τη λήψη συμβουλευτικών υπηρεσιών mentoring, σχετικών με την επένδυση. Και αν η χρηματοδοτική υποστήριξη είναι σημαντική, εξίσου σημαντική είναι και η καθοδήγηση.

Ο αγροτικός κόσμος που θέλει να αναπτύξει και να εκσυγχρονίσει την αγροτική εκμετάλλευσή του, σύμφωνα με τις δομές και πρακτικές της σύγχρονης επιχειρηματικότητας, πρέπει να τύχει της ορθής καθοδήγησης, αποστειρωμένης από πολιτικές, αλλά ενδυναμωμένης με όσα θετικά απορρέουν από επιχειρηματικά και επιχειρησιακά παραδείγματα που θεωρούνται επιτυχημένα σε επίπεδο ΕΕ, και όχι μόνο. Ναι, δεν πρόκειται να ανακαλύψουμε τον τροχό εξαρχής, αλλά να τον εκσυγχρονίσουμε. Ο Ξενοφώντας στο έργο του «Πόροι ή περί προσόδων» αναφέρει το παράδειγμα ενός αθηναίου επιχειρηματία, ο οποίος αγόραζε εγκαταλελειμμένα χωράφια, βελτίωνε με την τεχνογνωσία της εποχής την παραγωγικότητά τους και τα μεταπωλούσε σε υψηλότερη τιμή. Το έργο του «Οικονομικός» έχει μορφή διαλόγου και αρχίζει με έπαινο της γεωργίας ως επιχειρηματική και οικονομική δραστηριότητα. Και τι μας λέει ο Ξενοφώντας; Εκ του παραδείγματος καθίσταται προφανής ο ρόλος και ο λόγος της τεχνογνωσίας. Η, επί το λαϊκότερο, διά βίου μάθηση στις σύγχρονες μορφές καλλιέργειας, η αξιοποίηση υλικοτεχνικής υποδομής αλλά και η ανάπτυξη συνεργατικών σχηματισμών (συστάδες) μπορούν να οδηγήσουν σε ανάπτυξη. Και η αξιοποίηση του αγροτικού μας τομέα μπορεί να οδηγήσει σε νέους ορίζοντες, νέες αγορές, νέα προϊόντα, άρα και σε αυξημένο γεωργικό εισόδημα.

Εν κατακλείδι, πρέπει να δούμε την αγροτική επιχειρηματικότητα από άλλη οπτική γωνία, με ευρύτητα πνεύματος, γιατί ο πρωτογενής τομέας σε μικρή κλίμακα αξίζει να ενισχυθεί, να αναπτυχθεί μέσα σε νέα, σύγχρονα πλαίσια, τα οποία επιχειρηματικά και επιχειρησιακά θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και θα αποτελέσουν παράγοντα πλούτου για τις τοπικές κοινωνίες αλλά και την εθνική οικονομία.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ