Ελευθέριος Οικονόμου στο “Π”: Τα όρια της Αστυνομίας

Ελευθέριος Οικονόμου στο “Π”: Τα όρια της Αστυνομίας

Του
ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ
Υφυπουργού Προστασίας του Πολίτη


Η δολοφονία του 19χρονου φιλάθλου με εμπλοκή ομάδας ατόμων οπαδών αντίπαλης ομάδας, με ιστορικό σε ακραία βία και χουλιγκανισμό, σε κεντρικό δρόμο στη Θεσσαλονίκη σοκάρισε αλλά και προβλημάτισε βαθύτατα την ελληνική κοινή γνώμη. Ταυτόχρονα, για μία ακόμη φορά κινητοποίησε τις Αρχές και δημιούργησε συνθήκες εγρήγορσης στην Πολιτεία.

Η Αστυνομία κινήθηκε από την πρώτη στιγμή με αμεσότητα, μέθοδο και αποτελεσματικότητα, ερευνώντας εξονυχιστικά τον τόπο του εγκλήματος, συλλέγοντας στοιχεία από την περιοχή και τελικά προχωρώντας σε ταυτοποίηση των υπόπτων, σε συλλήψεις στη βάση δικαστικών ενταλμάτων που είχαν εκδοθεί. Αυτή είναι και η βασική δουλειά της Αστυνομίας. Όταν υπάρχει έγκλημα, να κάνει έρευνες, να συλλέξει ενδείξεις και μαρτυρίες και τελικά να στοιχειοθετήσει τα δεδομένα και να παραπέμψει τους εμπλεκόμενους στην τακτική δικαιοσύνη, προκειμένου να δικασθούν στο πλαίσιο μια δίκαιης δίκης.

Πολλοί ισχυρίζονται ή τουλάχιστον θέλουν να πιστεύουν ότι είναι έργο της Αστυνομίας ή και του νόμου να δημιουργήσει τις συνθήκες εκείνες που θα απαλείψουν τις εστίες της βίας, που και στη χώρα μας αρχίζουν να αποκτούν διαστάσεις ενδημικού φαινομένου. Ιδιαίτερα στις νεότερες γενιές. Οι θεσμοί όμως αυτοί, οι δομές του κράτους και της δικαιοσύνης τελικά λειτουργούν κατασταλτικά ή και διορθωτικά στο έγκλημα και τη βία. Αντιμετωπίζουν ως κράτος του νόμου και της τάξης, ως δυνάμεις εγγύησης της δικαιικής κοινωνίας, την εκτροπή και τη βαρβαρότητα, αλλά εκ των υστέρων. Το πρόβλημα είναι η έγκαιρη και προληπτική αντιμετώπιση της κουλτούρας της βίας, ώστε αυτή να μην κυριαρχεί στην κοινωνική συγκρότηση. Εδώ αρχίζει η συζήτηση για την οικογένεια, το σχολείο, την Εκκλησία, την Πολιτεία εν συνόλω, τους θεσμούς, τα πολιτικά κόμματα, φυσικά τα αθλητικά σωματεία και όχι στη βάση του νόμου και της τάξης.

Για παράδειγμα, στην περίπτωση του αθλητισμού, επαγγελματικού ή ερασιτεχνικού, μόνο ως στρέβλωση μπορούμε να δεχθούμε αξιακά και λογικά την εκδήλωση βίας και χουλιγκανισμού. Αθλητισμός και βία ή έγκλημα είναι έννοιες, από τη φύση τους και την κουλτούρα τους, απολύτως αποκλίνουσες. Και όμως συμβαίνει σε σχέση με το ποδόσφαιρο, το μπάσκετ, το βόλεϊ και ούτω καθεξής εγκληματικές ομάδες που συνδέονται με συγκεκριμένο αθλητικό σύλλογο ή αθλητική εταιρεία και κινούνται υπό μια σημαία, που γι’ αυτούς λειτουργεί ως «πατρίδα», να ασκούν και να δέχονται ακραία βία. Συμμορίες ολόκληρες που κλείνουν «ραντεβού θανάτου» και ασκούνται σε βίαιες συμπεριφορές, χωρίς κανέναν σεβασμό για τη ζωή, τη σωματική ακεραιότητά τους, τις οικογένειές τους, τον νόμο, την τάξη, την ίδια τους την ομάδα. Αυτά τα «ραντεβού θανάτου» σε αθέατες περιοχές και άσχετα ακόμη και με τον γηπεδικό χώρο είναι πλέον μια πλευρά της πραγματικότητας για την Αστυνομία.

Πώς θα αντιμετωπισθεί ο χουλιγκανισμός; Ήδη με συντονισμό του ίδιου του πρωθυπουργού δομείται μια επιπλέον οχύρωση του νομικού και οργανωτικού πλαισίου που σχετίζεται με τις ΠΑΕ και τους συνδέσμους οπαδών από τη μία και με τη δικαστική αντιμετώπιση των εγκλημάτων που σχετίζονται με την αθλητική βία και τον χουλιγκανισμό από την άλλη. Εκτός από το υφυπουργείο Αθλητισμού, εμπλέκονται τα υπουργεία Δικαιοσύνης και Προστασίας του Πολίτη. Αλλά θα πρέπει να σημειώσω ότι ήδη και με πρωτοβουλία της παρούσας κυβέρνησης, τόσο στην αθλητική νομοθεσία όσο και στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, αυστηροποιήθηκαν οι ποινές με στοιχεία βίας (επανήλθε το ιδιώνυμο κ.λπ.) και θεσπίστηκαν μέτρα διευκόλυνσης των αστυνομικών ερευνών, που συνέβαλαν στην ταχεία εξιχνίαση του τελευταίου στυγερού εγκλήματος. Παράλληλα έχουν εξελιχθεί έρευνες σε συνδέσμους οπαδών και έχουν υπάρξει σημαντικά ευρήματα. Η Αστυνομία συνεχίζει τις έρευνες.

Αλλά το πρόβλημα της ενδημικής βίας θα πρέπει να συνεχίσει να μας απασχολεί. Είτε αυτή εκδηλώνεται ως ενδοοικογενειακή, είτε στους δρόμους, είτε στις συνοικίες και στα στέκια της νεολαίας. Πολλοί μπορεί να υπολογίζουν ότι τα άτομα που εμπλέκονται σε εγκλήματα ή περιστατικά βίας είναι περιθωριακά ή αποκομμένα από μια συνήθη οικογένεια. Επίσης, ότι κύρια αιτία όλων είναι οι αλλοδαποί. Υπάρχουν τέτοια περιστατικά, αλλά στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων οι εμπλεκόμενοι είναι άνθρωποι της διπλανής πόρτας. Οι νεότερες γενιές αναπτύσσονται μέσα από video games, ταινίες, κοινωνικά δίκτυα και πρότυπα –χωρίς να υπολογίζουμε τα επονομαζόμενα darkrooms– που εξαγνίζουν τη βία, πολλές φορές την ηρωοποιούν.

Διάχυτη είναι η σύγχυση και ο μηδενισμός σε αρχές, αξίες, ιδεολογία, κοινωνική συνοχή, η αποξένωση, με τον ανταγωνισμό και τον ατομισμό να κυριαρχούν. Όλη αυτή η πραγματικότητα εξαγνίζει τη βία και την προωθεί ως διέξοδο, ακόμη και αν το κόστος ως προς τις ποινές ή το κοινωνικό κόστος είναι υψηλό. Τα όρια της Αστυνομίας σε αυτό το επίπεδο είναι πράγματι… στενά.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ