Δημήτρης Βίτσας στο “Π”: Ακριβοί στα πίτουρα και φτηνοί στ’ αλεύρια
Του
ΔΗΜΗΤΡΗ ΒΙΤΣΑ
Αντιπροέδρου της Βουλής των Ελλήνων,
Βουλευτή ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Τομέα Β2 Δυτικής Αθήνας
Το κύμα ακρίβειας που σαρώνει τη χώρα δεν αποτελεί ένα παροδικό φαινόμενο, όπως διατεινόταν η κυβέρνηση εδώ και μήνες.
Είναι φανερό ότι πρόκειται για μια εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία, την οποία έχουν να αντιμετωπίσουν τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις. Το δυσβάσταχτο ενεργειακό κόστος και το κύμα ανατιμήσεων σε όλα τα προϊόντα, σε συνδυασμό με την αδιαφορία της κυβέρνησης, φέρνει σε απόγνωση την κοινωνία. Οι ενδείξεις αυτές βεβαίως υπήρχαν ήδη από το φθινόπωρο, αλλά η κυβέρνηση προσπαθούσε με επικοινωνιακά τρικ να αντιμετωπίσει την κατάσταση, παρά με ουσιαστικές παρεμβάσεις, αρνούμενη να υιοθετήσει τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
Πλέον έχει δημιουργηθεί ένα εκρηκτικό μείγμα, το οποίο τροφοδοτείται από τις τιμές της ενέργειας και των καυσίμων, τις τιμές των βασικών προϊόντων, τον πληθωρισμό, σε συνδυασμό με το καθηλωμένο εισόδημα και το ιδιωτικό χρέος.
Στις τιμές των καυσίμων η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη δεκάδα στην παγκόσμια λίστα και στην πρώτη πεντάδα στην Ευρώπη. Φυσικό επακόλουθο είναι η αύξηση στις τιμές μεταφοράς αλλά και στις τιμές παραγωγής των προϊόντων, που σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ τον Δεκέμβρη ξεπέρασε το 29%, με τις προβλέψεις για τους επόμενους μήνες να προοιωνίζονται ακόμη πιο δυσμενείς. Οι τιμές σε βασικά είδη διατροφής (καλάθι νοικοκυράς) ανεβαίνουν συνεχώς. Με τα ίδια χρήματα παίρνεις λιγότερα.
Την ίδια στιγμή η Ελλάδα έχει άλλη μια θλιβερή πρωτιά και αυτή δεν είναι άλλη από τη μέση χονδρεμπορική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία τον Ιανουάριο έφτασε τα 227,3 ευρώ/MWh (δεύτερη η Ιταλία με 224,5 ευρώ/MWh, τρίτη η Ελβετία με 219,36 ευρώ/MWh, ενώ αρκετά φθηνότερα προμηθεύτηκε η Λετονία, με 145,15 ευρώ/MWh, όπως και η Εσθονία, με 144,71 ευρώ/MWh), ενώ σε συνδυασμό με την αλματώδη αύξηση του φυσικού αερίου τροφοδοτούν ακόμη περισσότερο τον πληθωρισμό. Ο πληθωρισμός στην Ελλάδα έχει αγγίξει το 5,5%, εκτινάσσοντας το ήδη αυξημένο κόστος ζωής, μειώνοντας δραματικά το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών και την αγοραστική δύναμη. Αξιοσημείωτο είναι ότι η αγοραστική δύναμη του μέσου μισθού μερικής απασχόλησης για τον Δεκέμβριο, μειώθηκε κατά 14% και του κατώτατου μισθού κατά 10%.
Σε αυτό το γενικευμένο κύμα ακρίβειας, η κυβέρνηση αρνείται να λάβει ουσιαστικά μέτρα στήριξης. Ακολουθεί την πάγια τακτική της στήριξης των ολίγων έναντι της κοινωνίας και όσων έχουν πραγματικά ανάγκη. Μόνο ως κοροϊδία μπορεί να χαρακτηριστεί η επιδότηση των 39 ευρώ τον μήνα, που εξήγγειλε η κυβέρνηση, για στήριξη στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος και η μελλοντική αύξηση του κατώτατου μισθού χωρίς να προσδιορίζεται το ποσοστό αύξησης και η περίοδος έναρξης.
Αντίστοιχη επικοινωνιακή διαχείριση έκανε η κυβέρνηση με την ανακοίνωση για μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 13%. Δεν εξηγεί ότι από αυτήν την πρωτοβουλία φαίνονται να ωφελούνται οι μεγαλοϊδιοκτήτες από τον συμπληρωματικό φόρο, όχι η συντριπτική πλειοψηφία των ιδιοκτητών με μικρές ή μεσαίες ιδιοκτησίες.
Οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ για αύξηση του κατώτατου μισθού στα 800 ευρώ, η δραστική αποκλιμάκωση στα τιμολόγια ενέργειας και η μείωση του ΦΠΑ σε βασικά τρόφιμα είναι απολύτως ρεαλιστικές. Αντίστοιχα ρεαλιστική είναι και η τροπολογία που πρόσφατα επανακατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ για τη μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα, η οποία θα βοηθούσε ουσιαστικά το σύνολο της κοινωνίας και των επιχειρήσεων, αλλά η κυβέρνηση την απέρριψε.
Αντ’ αυτού, έχουμε διαρροές από το Μαξίμου στον φιλοκυβερνητικό Τύπο, σύμφωνα με τις οποίες το υπουργείο Οικονομικών εξετάζει την καταβολή επιδόματος τροφίμων. Αυτή είναι η εύρωστη οικονομία και το αυξημένο οικογενειακό εισόδημα που ευαγγελίζεται το επικοινωνιακό επιτελείο της κυβέρνησης. Με τον ίδιο, αποσπασματικό, ανεπαρκή και τελικά αποτυχημένο τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται όλα τα προβλήματα της κοινωνίας, έτσι προτίθεται να διαχειριστεί και την ακρίβεια. Για τον λαό, στασιμότητα στον βασικό μισθό και κουπόνια για τρόφιμα. Για τους εκλεκτούς και τα golden boys της κυβέρνησης Μητσοτάκη, μπόνους και αυξήσεις στους ήδη παχυλούς μισθούς τους.
Η πτώση και το πολιτικό τέλος αυτής της κυβέρνησης με εκλογές και η ανάδειξη μιας νέας προοδευτικής και δημοκρατικής διακυβέρνησης του τόπου δεν είναι μόνο πολιτικό και κοινωνικό αίτημα. Γοργά εξελίσσεται σε μείζον ζήτημα επιβίωσης πλατιών στρωμάτων της κοινωνίας. Πρέπει να γίνει το συντομότερο, ειδάλλως ένα νέο Μνημόνιο (όπως, κατ’ ευφημισμόν, και αν ονομασθεί) είναι προ των πυλών και μέσα στην τσέπη των πολιτών.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ