Βασίλης Κορκίδης στο “Π”: Αντίδοτο στην ακρίβεια η αύξηση του εισοδήματος

Βασίλης Κορκίδης στο “Π”: Αντίδοτο στην ακρίβεια η αύξηση του εισοδήματος

Του
ΒΑΣΙΛΗ ΚΟΡΚΙΔΗ
Προέδρου ΕΒΕΠ & ΠΕΣΑ


«Δεῖ δή χρημάτων, καὶ ἄνευ τούτων οὐδὲν ἔστι γενέσθαι τῶν δεόντων», έλεγε ο Δημοσθένης. Σήμερα η ρήση αυτή εξακολουθεί να είναι επίκαιρη και τούτο γιατί η προδιαγεγραμμένη εκτόξευση του πληθωρισμού στο 5,1% τον Δεκέμβριο επιστεγάζει το κύμα ακρίβειας που σαρώνει τον τελευταίο καιρό όλα τα εισοδήματα και εξανεμίζει την αγοραστική δύναμη εκατομμυρίων χαμηλόμισθων και χαμηλοσυνταξιούχων.

Με ρυθμό χειρότερο από εκείνο της πανδημίας, το νέο κύμα ανατιμήσεων διαπερνά από κάτω μέχρι πάνω κάθε κοινωνικό στρώμα, με τους ευρωπαίους ειδικούς της ΕΚΤ να αναφέρονται σε μακροπρόθεσμες προβλέψεις επιστροφής του πληθωρισμού στην α­δρανή ΕΕ των 27 χωρών στο διαχειρίσιμο 2%. Είναι προφανές ότι η αντιμετώπιση των πληθωριστικών πιέσεων θεωρείται μείζονος σημασίας, καθώς η άνοδος του επιπέδου τιμών σε βασικά προϊόντα και κυρίως στην ενέργεια επιβαρύνει σημαντικά τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, συμπιέζοντας τραγικά την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών.

Μέσα στις πρώτες λίγες μέρες του νέου έτους, αν και η τάση είχε φανεί από το φθινόπωρο πέρυσι, η αγορά πάγωσε, όπως πάγωσαν και τα σπίτια από το κόστος της ενέργειας, που εκτοξεύθηκε σε δυσθεώρητα ύψη. Ο κόσμος, κυρίως τα ευάλωτα νοικοκυριά, δυσκολεύεται να προμηθευτεί πετρέλαιο ή να πληρώσει τον λογαριασμό του φυσικού αερίου. Στοιχεία των πρατηριούχων και εμπόρων καυσίμων Αττικής εμφανίζουν περιορισμένες τις παραγγελίες για πετρέλαιο θέρμανσης, λόγω της μείωσης της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών, αλλά και της αύξησης της τιμής του λίτρου, που έχει λάβει την ανιούσα.

Το ράλι των τιμών, ειδικά στον χώρο της ενέργειας, συνεχίζεται πλήττοντας και τις επιχειρήσεις, κυρίως της μεταποίησης.
Στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ καταγράφεται σε έναν χρόνο αύξηση 135% στο φυσικό αέριο και 34% στο πετρέλαιο θέρμανσης, ενώ ο ηλεκτρισμός έχει ανατιμηθεί κατά 45%. Καθώς η χώρα είναι εξαρτημένη ενεργειακά, εισάγοντας σε συντριπτικό ποσοστό το καύσιμο για να κινήσει τα γρανάζια της οικονομίας της, και κατά συνέπεια την εφοδιαστική της αλυσίδα, οι τιμές στα ράφια αναπροσαρμόζονται συνεχώς προς τα πάνω, αφού το κόστος της ενέργειας καταλαμβάνει το 20% του λειτουργικού κόστους των λιανεμπορικών επιχειρήσεων τροφίμων. Εν τω μεταξύ, νέες αυξήσεις, από 5% έως ακόμη και 20%, αναμένει η αγορά σε μια σειρά βασικών προϊόντων, οι οποίες θα πλήξουν τις τσέπες των καταναλωτών.

Όπως φαίνεται, οι πληθωριστικές πιέσεις θα διαρκέσουν αρκετά ακόμη, προκαλώντας μεγάλα προβλήματα σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, την ώρα που οι τιμές στην ενέργεια δεν αναμένεται να αποκλιμακωθούν πριν την άνοιξη. Μάλιστα, πηγές της αγοράς αναφέρουν ότι ο πληθωρισμός τον Ιανουάριο θα υπερβεί το 6%! Στα τρόφιμα, οι τιμές στο αρνί και στο κατσίκι αυξήθηκαν κατά 19,7%, στο ελαιόλαδο κατά 17%, στις πατάτες κατά 14% και στα ζυμαρικά κατά 7,6%. Αν μάλιστα παρατηρήσουμε τους επιμέρους δείκτες, θα δούμε αυξήσεις 4,3% σε διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε προϊόντα αρτοποιίας και ζαχαροπλαστικής, ζυμαρικά, πουλερικά, κρέας, νωπά ψάρια, τυριά, ελαιόλαδο, νωπά φρούτα, λαχανικά νωπά ή επεξεργασμένα, πατάτες, προϊόντα σοκολάτας και καφέ. Μέρος της αύξησης αυτής αντισταθμίστηκε από τη μείωση κυρίως των τιμών σε χοιρινό, αλλαντικά, νωπό γάλα, μαρμελάδες και μέλι. Θα δούμε αυξήσεις 3% στην ένδυση και την υπόδηση, 5% στα διαρκή αγαθά-είδη νοικοκυριού, 11% στις μεταφορές, που συμπαρασύρουν τα τελικά κόστη λόγω του αυξημένου κοστολογίου των καυσίμων αλλά και των ναύλων διαμετακόμισης στα πλοία.

Ο εισαγόμενος πληθωρισμός αποτελεί το πιο κρίσιμο και πιεστικό ζήτημα που καλείται να διαχειριστεί η κυβέρνηση τους επόμενους μήνες. Ειδικά αν επιβεβαιωθούν τα σενάρια για αποκλιμάκωση της πανδημίας, τότε η ακρίβεια θα αποτελέσει το κε­ντρικό θέμα. Στο οικονομικό και πολιτικό επιτελείο παρακολουθούν την «πανδημία ακρίβειας» και προσπαθούν με παρεμβάσεις ύψους 395 εκατ. ευρώ σε λογαριασμούς και 900 εκατ. ευρώ σε ενισχύσεις ΜμΕ να περιορίσουν τις συνέπειες.

Στελέχη της κυβέρνησης σκιαγραφούν εδώ και ημέρες τις προτεραιότητες που δεν είναι στην κατεύθυνση της μείωσης των φόρων στα καύσιμα ή του ΦΠΑ στα βασικά είδη πρώτης ανάγκης, αλλά στην κατεύθυνση ενίσχυσης του εισοδήματος και λειτουργίας της αγοράς. Σωστά, κατά την άποψή μου, ανακοινώθηκε από τον πρωθυπουργό ότι η δεύτερη αύξηση του κατώτατου μισθού θα γίνει δύο μήνες νωρίτερα από το προγραμματισμένο, δηλαδή τον Μάιο, και αναμένεται να είναι σημαντική και πολύ μεγαλύτερη από την αύξηση του 2% που είδαν οι εργαζόμενοι από την 1η Ιανουαρίου του 2022. Δεν είναι τυχαία η απόφαση, αφού όλοι αναγνωρίζουμε το γεγονός ότι υπάρχει η ανάγκη να ενισχυθεί το εισόδημα 4 εκατ. εργαζομένων το συντομότερο με αξιοπρεπείς μισθούς και καλοπληρωμένη εργασία. Μία, λοιπόν, σταδιακή και σταθερή αύξηση του κατώτατου μισθού έως 6% το 2022 δεν θέτει σε κίνδυνο την υφιστάμενη απασχόληση, δεν προβληματίζει τις επιχειρήσεις και δεν περιορίζει τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.

Είναι προφανές ότι η όποια αύξηση του εισοδήματος θα ενδυναμώσει την αγοραστική δυνατότητα σε μια κρίσιμη χρονικά συγκυρία, όπου η αγορά αναζητά διεξόδους. Η κυκλικότητα της οικονομίας δεν αφήνει περιθώρια για εφησυχασμό. Η πραγματική αύξηση του εισοδήματος για τους μισθωτούς με τις χαμηλότερες αποδοχές στη χώρα αποτελεί την απάντηση και στο πρόβλημα των μεγάλων ανατιμήσεων, το οποίο αναμένεται να διαρκέσει τόσο το πρώτο όσο και το δεύτερο τρίμηνο της φετινής χρονιάς.

Ο επιχειρηματικός κόσμος έχει αποδείξει στην πληθώρα των περιπτώσεων ότι έχει βάλει πλάτη, απορροφώντας στο μέτρο του δυνατού τις εισαγόμενες ως επί το πλείστον αυξήσεις. Και μην ξεχνάμε ότι οι χειμερινές εκπτώσεις, που θα διαρκέσουν το επόμενο δίμηνο, μπορούν να λειτουργήσουν ως «κόφτης» και ανάχωμα κατά της ακρίβειας για τους καταναλωτές. Ευχή του εμπορικού κόσμου είναι να ενισχυθεί ο τζίρος στην αγορά και αυτό μπορεί να συμβεί με την αύξηση του εισοδήματος και τη βελτίωση της αγοραστικής δυνατότητας του καταναλωτή.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ