Ευρ. Στυλιανίδης στο “Π”: Η επιστροφή των ελλήνων επιστημόνων προϋποθέτει την αλλαγή ρόλου του ΔΟΑΤΑΠ

Ευρ. Στυλιανίδης στο “Π”: Η επιστροφή των ελλήνων επιστημόνων προϋποθέτει την αλλαγή ρόλου του ΔΟΑΤΑΠ

Του
δρος ΕΥΡΙΠΙΔΗ ΣΤ. ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗ
Βουλευτή Ροδόπης Νέας Δημοκρατίας – πρώην Υπουργού Παιδείας,
Επικ. Καθηγητή Νομικής Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου,
Εκπροσώπου της Ελλάδας στο Συμβούλιο της Ευρώπης


Η σταδιακή δημιουργία, μετά τη Συμφωνία της Μπολόνιας, ενός ενιαίου Ευρωπαϊκού Χώρου Εκπαίδευσης υποχρεώνει την Ελλάδα να εγκαταλείψει εμμονές και ιδεοληψίες που καλλιεργήθηκαν από την Κεντροαριστερά και την Αριστερά στον χώρο της Ανώτατης Εκπαίδευσης αλλά και από τη φοβικότητα συγκεκριμένων συντηρητικών καθηγητικών κύκλων, που δεν ήθελαν να χάσουν το προνόμιο της αυθεντίας που τους προσέφερε το κρατικό μονοπώλιο στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα.

Οι εμμονές αυτές έγιναν η αιτία να αναχαιτιστεί, τρεις φορές, η αναθεωρητική προσπάθεια του άρθρου 16 του Ελληνικού Συντάγματος για τη συνύπαρξη δημοσίων αλλά και μη κρατικών-μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων (2001, 2007, 2019).

Η Ελλάδα απέμεινε η μοναδική χώρα στην Ευρώπη που επιμένει στο κρατικό μονοπώλιο της Ανώτατης Εκπαίδευσης, αυτοαποκλειόμενη από μια ραγδαία αναπτυσσόμενη διεθνή αγορά, που ξεκίνησε να παράγει πάνω από 30 δισ. δολάρια τον χρόνο, τα οποία συνεχώς αυξάνο­νται κατά 7% ετησίως. Ακόμα και στις χώρες της γειτονιάς μας, π.χ. Σερβία, Τουρκία, Ρουμανία, Βουλγαρία κ.λπ., η ανάπτυξη του ιδιωτικού πανεπιστημίου και ενός ανοιχτού εκπαιδευτικού συστήματος είχε θεαματικά αποτελέσματα στην οικονομία και σε πολλούς άλλους τομείς.

Η μικρή Κύπρος, χωρίς προηγούμενη εκπαιδευτική παράδοση, πέτυχε το 10% περίπου του ΑΕΠ της σήμερα να προέρχεται από τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Αντίθετα, η Ελλάδα χάνει συνεχώς πάνω από 45.000 φοιτητές στο εξωτερικό και πάρα πολλούς άξιους ερευνητές και επιστήμονες, μυαλά που θα μπορούσαν να συμβάλουν ποικιλοτρόπως στην ανάπτυξη της οικονομίας και στη διεθνή ισχυροποίηση της χώρας. Και βεβαία σ’ αυτές τις απώλειες προστίθεται και η αδυναμία μας, επί δεκαετίες, να προσελκύσουμε ξένους ερευνητές και φοιτητές στη χώρα μας.

Ένας θεσμός που περιφρούρησε αυτά τα ταμπού, προσθέτοντας γραφειοκρατικές δυσκολίες ακόμα και στην αναγνώριση πτυχίων διεθνώς διακεκριμένων πανεπιστημίων, που έλληνες κάτοχοί τους θέλησαν να τα αναγνωρίσουν για να επιστρέψουν στην πατρίδα, υπήρ­ξε ο ΔΟΑΤΑΠ. Ανεξαρτήτως των κατά καιρούς προσπαθειών να βελτιωθεί ο ρόλος του και να επιταχυνθεί η λειτουργία του, υπήρξε στη συνείδηση της νεολαίας συνώνυμο της γραφειοκρατίας και της αποτροπής των νέων επιστημόνων να επιστρέψουν στην Ελλάδα.

Η διαβούλευση που ξεκινά η κυβέρνηση όσον αφορά την αυτοματοποίηση της διαδικασίας αναγνώρισης πτυχίων που προέρχονται από διεθνή πιστοποιημένα και ισότιμα πανεπιστήμια, που εκ των προτέρων θα αξιολογούνται με βάση τα διεθνή κριτήρια, είναι ίσως ένα πρώτο βήμα επιστροφής της Ελλάδας στην παγκόσμια εκπαιδευτική αγορά.

Το δίλημμα πλέον «δημόσιο ή ιδιωτικό πανεπιστήμιο» είναι ένα ξεπερασμένο δίλημμα, που κακώς συνεχίζει να ε­γκλωβίζει τον δημόσιο διάλογο. Τα νέα ερωτήματα που τίθενται είναι:

1. Μήπως το θέμα δεν είναι αν ο πάροχος εκπαιδευτικών υπηρεσιών είναι δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας ή και τα δύο, αλλά τι ποιότητα υπηρεσιών παρέχει και κατά πόσο διασφαλίζει την ισότητα στην πρόσβαση (π.χ. υποτροφίες, φοιτητικά δάνεια κ.λπ.) σ’ αυτούς που το αξίζουν, αλλά δεν έχουν ενδεχομένως τις οικονομικές δυνατότητες;

2. Πώς είναι δυνατόν να εγκαταλείπουμε το δικαίωμα δημιουργίας ιδιωτικών πανεπιστημίων στις αγορές του ε­ξωτερικού και να στερούμε συνταγματικά τη δυνατότη­τα σε μεγάλα ελληνικά ι­δρύματα, εταιρείες ή ιδιώτες να επενδύουν εντός της χώρας μας σε ανάλογες προσπάθειες;

3. Η απλούστευση και η επιτάχυνση της αναγνώρισης σοβαρών και ισότιμων πανεπιστημιακών τίτλων του εξωτερικού δεν θα αποτελέσει κίνητρο επιστροφής περισσότερων ξενιτεμένων επιστημόνων, που είναι και φορείς σύγχρονης γνώσης και νέας νοοτροπίας;

Η συζήτηση που θα προκαλέσει ο επαναπροσδιορισμός του ρόλου του ΔΟΑΤΑΠ είναι ίσως μία ακόμα ευκαιρία να προσεγγίσουν τα πολιτικά κόμματα και η ακαδημαϊκή κοινότητα με σύγχρονη αντίληψη την Ανώτατη Εκπαίδευση και τη σύνδεσή της με την έρευνα και την αγορά εργασίας.

Η Ελλάδα δεν μπορεί να επιμένει άλλο σε ένα μουσειακό οργανωσιακό πρότυπο Ανώτατης Εκπαίδευσης, που επέβαλε η ιδεοληψία ή τα συμφέροντα κάποιων στο παρελθόν, λειτουργώντας ως απομονωμένη νησίδα σε μια συνεχώς εξελισσόμενη παγκόσμια εκπαιδευτική αγορά. Είναι ί­σως η καταλληλότερη στιγμή να αναβιώσει το μεγάλο όραμα του πρώτου κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια να καταστεί η πατρίδα μας «μήτρα εκπαίδευσης και πολιτισμού».

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ