Τα πανεπιστήμια στις δημοκρατίες είναι αυτοδιοικούμενα, κυρία Κεραμέως – Του Ν. Στραβελάκη
Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού
και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Η στροφή της κυβέρνησης και του πολυπληθούς φιλικού της Τύπου στην αστυνόμευση των πανεπιστημίων είναι μια αγωνιώδης προσπάθεια αλλαγής της ατζέντας.
Από ό,τι φαίνεται, η παταγώδης αποτυχία της κυβερνητικής πολιτικής στο μέτωπο της δημόσιας υγείας και της ακρίβειας έχουν θορυβήσει το Μαξίμου, που αναζητά διέξοδο στην αλλαγή του πεδίου ενδιαφέροντος της κοινής γνώμης. Επειδή δε η κυβερνητική αγωνία αφορά το ακροδεξιό ακροατήριο της Νέας Δημοκρατίας επιλέχθηκε ο χώρος της παιδείας και το ξεφτισμένο αφήγημα «νόμος και τάξη».
Όπως και σε προηγούμενες προσπάθειες, κυριάρχησαν οι κραυγές γύρω από υποτιθέμενα περιστατικά βίας και ανομίας στα πανεπιστήμια. Την ίδια ώρα, η ανασύσταση του χουντικού φοιτητικού της ασφάλειας, με σύγχρονη τεχνολογία «Big Brother» (κάμερες, τουρνικέ κ.λπ.), από την κ. Κεραμέως επιχειρείται να παρουσιασθεί ως μια διεθνής πρακτική που υποτίθεται ότι ακολουθείται από τα κορυφαία πανεπιστημιακά ιδρύματα σε όλο τον κόσμο. Αμφότερα είναι εκτός τόπου και χρόνου.
Κατ’ αρχάς, τα ελληνικά πανεπιστήμια δεν είναι χώροι ανομίας, διακίνησης ναρκωτικών και βίας, όπως ευαγγελίζονται οι εκφωνητές του δελτίου των οκτώ. Όπως φάνηκε και από το περιστατικό στην ΑΣΟΕΕ, η βία αφορούσε την έκνομη δραστηριότητα του διδάσκοντος και όχι των διδασκομένων.
Αυτό μας φέρνει και στο πραγματικό πρόβλημα των πανεπιστημίων, που είναι η ακαδημαϊκή τους λειτουργία. Αυτή έχει πληγεί βάναυσα από τα Μνημόνια και την οικονομική κρίση, τόσο σε επίπεδο διδακτικού προσωπικού όσο και σε επίπεδο υποδομών. Είναι χαρακτηριστικό ότι θέσεις ΔΕΠ δεν έχουν ενισχυθεί και έχουν ανανεωθεί ελάχιστα τα 12 τελευταία χρόνια. Για μια χώρα όπως η Ελλάδα, που δεν παράγει, αλλά καταναλώνει γνώση, αυτό είναι καταστροφικό.
Μέχρι τώρα, και ιδιαίτερα μετά το 1980, τα ελληνικά πανεπιστήμια ενσωμάτωναν, κυρίως από το εξωτερικό, επιστήμονες που είχαν διδαχθεί τις σύγχρονες εξελίξεις της επιστήμης. Με αυτόν τον τρόπο διατηρούσαν μια επαφή με το ακαδημαϊκό γίγνεσθαι και έτσι παρήγαγαν αποφοίτους υψηλού επιπέδου. Αυτό επιβεβαιωνόταν και από την αποδοχή και ανταπόκριση των αποφοίτων σε απαιτητικά μεταπτυχιακά προγράμματα του εξωτερικού αλλά και από την ευκολία με την οποία απόφοιτοι ελληνικών πανεπιστημίων βρήκαν δουλειά στο εξωτερικό με το ξέσπασμα της κρίσης το 2009.
Όμως με την κρίση όλα αυτά επλήγησαν. Η ακαδημαϊκή λειτουργία έμεινε στα χέρια ενός ολιγάριθμου κακοπληρωμένου ΔΕΠ, που προσπαθούσε και προσπαθεί να καλύψει εκ των ενόντων τα προγράμματα σπουδών και παράλληλα να στηρίξει τη δική του ακαδημαϊκή εξέλιξη. Την ίδια ώρα, οι μεταπτυχιακοί φοιτητές εξωτερικού περιορίσθηκαν λόγω κόστους, ενώ λόγω των περιορισμένων δυνατοτήτων ακαδημαϊκής εξέλιξης τα εγχώρια μεταπτυχιακά προγράμματα απαρτίζονται κυρίως από ανθρώπους που επιδιώκουν να αποκτήσουν 150 μόρια για την εξέλιξή τους στο Δημόσιο. Έτσι, το ήδη ολιγάριθμο ΔΕΠ έχει να προσβλέπει μόνο σε κάποιους αιθεροβάμονες διδακτορικούς που προσφέρουν διδακτικό έργο, συχνά χωρίς καμία αμοιβή, προσδοκώντας κάποια ακαδημαϊκή αποκατάσταση στο μέλλον.
Σε αυτά τα πραγματικά προβλήματα ήρθε να προστεθεί η πρόθεση της κυβέρνησης να βάλει τέλος στο μαζικό πανεπιστήμιο, που κυριάρχησε μετά το 1950. Στην ουσία, η κυβέρνηση της ΝΔ επιδιώκει την ιδιωτικοποίηση ή/και την αφομοίωση από τις επιχειρήσεις κάποιων λειτουργιών των δημόσιων πανεπιστημίων και παράλληλα τον περιορισμό των φοιτητών, τη συγχώνευση πανεπιστημιακών τμημάτων και τη δημιουργία μιας παιδείας για λίγους.
Είναι η περιβόητη «παιδεία των start ups» του κ. Πατέλη. Αυτήν την αναδιάρθρωση εξυπηρετεί η προπαγάνδα απαξίωσης και αστυνόμευσης του δημόσιου πανεπιστημίου. Ξέρουν ότι για να περάσει απαιτείται η απομόνωση από την κοινωνία των φοιτητών του ΔΕΠ και του πανεπιστημιακού κινήματος γενικότερα, μέσω της προπαγάνδας περί ανομίας και το τσάκισμά τους με την αστυνομοκρατία. Για όσους νέους περισσέψουν από τη διαδικασία επιλογής του δημόσιου πανεπιστημίου υπάρχουν βεβαίως οι «ΙΕΚατζήδες», οι καλοί φίλοι του κ. Μητσοτάκη και της κ. Κεραμέως.
Όπως και οι περισσότερες πολιτικές της κυβέρνησης Μητσοτάκη, τα παραπάνω είναι ρετρό νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Η παγκόσμια τάση πλέον είναι στην αντίθετη κατεύθυνση. Ακόμη και συντηρητικοί πανεπιστημιακοί, όπως ο νομπελίστας οικονομολόγος Agnus Deaton του Πανεπιστημίου Princeton, αναγνωρίζουν ότι ο αποκλεισμός από την πανεπιστημιακή μόρφωση είναι βασικό στοιχείο της πρωτοφανούς ανισότητας του σύγχρονου κόσμου.
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Gregory Mankiew του Harvard αναγνωρίζει ότι δεν είναι δυνατόν η διδακτική ώρα του προπτυχιακού φοιτητή στο πανεπιστήμιο που εργάζεται να κοστίζει 120 δολάρια ΗΠΑ. Έτσι και τα πιο ελίτ πανεπιστήμια του κόσμου προσπαθούν να ανοίξουν τις πόρτες τους και να γίνουν πιο προσιτά στην κοινωνία, όχι να βάλουν φράχτες και τουρνικέ, όπως ονειρεύεται η κ. Κεραμέως. Άλλωστε ποτέ δεν υπήρχε ελεγχόμενη πρόσβαση του κόσμου στα πανεπιστήμια του εξωτερικού, παρά τα περί του αντιθέτου λεγόμενα στα εγχώρια ΜΜΕ. Παντού η πρόσβαση είναι ελεύθερη κατά τη διάρκεια της ημέρας και μόνο στις βιβλιοθήκες ζητιέται πάσο μετά από κάποια ώρα.
Σε κάθε περίπτωση, τα πανεπιστήμια στις δημοκρατίες είναι αυτοδιοικούμενα και αυτά αποφασίζουν τον τρόπο λειτουργίας και αστυνόμευσής τους. Φοιτητικό της ασφάλειας υπάρχει σε ολοκληρωτικά καθεστώτα, κυρία Κεραμέως.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ