Κρίσεις και Ευελιξία – Του Ν. Γ. Χαριτάκη
Υπό
Ν. Γ. ΧΑΡΙΤΑΚΗ
Στα οικονομικά έχουμε συμφωνήσει να αξιολογούμε τις εξελίξεις με βάση τα δεδομένα και όχι με βάση τα γεγονότα. Η φράση «στις 6 το πρωί ο δρόμος ήταν γλιστερός» είναι ένα δεδομένο. Αντίθετα, η φράση «στις 6 το πρωί το αυτοκίνητό μου βγήκε εκτός δρόμου» είναι ένα γεγονός.
Η ελληνική οικονομία –μαζί με την παγκόσμια– πέρασε τα τελευταία χρόνια δύο σημαντικές και απρόβλεπτες κρίσεις. Τη χρηματοπιστωτική του 2008 – 2011 και την κρίση της πανδημίας του κορονοϊού το 2020 – 2022. Και οι δύο μάς έκαναν να αισθανθούμε απόλυτα ευάλωτοι. Ως άτομα αντιληφθήκαμε ότι μπορεί τελείως τυχαία, αλλά ταχύτατα να αλλάξει η ζωή μας. Μας έμαθαν όμως και να βλέπουμε με άλλο μάτι την ικανότητα της οικονομίας να «ανακάμψει» σε σχέση με την ικανότητά της να «αντισταθεί» και να αντέξει την κρίση.
Σκοπός μας σήμερα λοιπόν να τοποθετηθούμε σε ένα θεμελιακό ερώτημα: «Πώς μπορεί η κοινωνία μας, μέσα στα πλαίσια της ΕΕ, να αναμορφωθεί ώστε να μπορεί να αντιμετωπίζει δομικές κρίσεις με υψηλή ικανότητα ανάκαμψης;». Όπως ακριβώς με την καλαμιά σε σχέση με την οξιά, όπου η πρώτη λυγίζει στον άνεμο αλλά επανέρχεται, ενώ η δεύτερη δεν λυγίζει, αλλά μπορεί να ξεριζωθεί και να μην μπορέσει ποτέ να επανέλθει. Πώς αντί να αποφεύγουμε κινδύνους και κρίσεις, να εξελίξουμε την κοινωνία μας ώστε να είναι ευέλικτη και ευπροσάρμοστη στις κρίσεις;
Είναι γεγονός ότι μεγάλες διαταραχές αλλάζουν τις διαδικασίες λειτουργίας των οικονομιών αλλά και των ατόμων. Πριν από την κρίση της πανδημίας η χώρα είχε παγιδευτεί σε μια υπο-άριστη ισορροπία. Μνημόνια, δημοσιονομική πειθαρχία και βέβαια χρηματοπιστωτική ανασφάλεια και αφερεγγυότητα. Δεν έχει νόημα να ασχοληθούμε με τους λόγους και τους υπευθύνους. Η πανδημία ήταν η ευκαιρία που μας επέτρεψε να ξεφύγουμε από την παγίδα της υπο-άριστης ισορροπίας και να διεκδικήσουμε αξιόπιστα μια νέα. Το ακόμη πιο σημαντικό ήταν ότι η ευελιξία προέκυψε σε εντυπωσιακά μικρό χρονικό διάστημα. Όπως και ο ποδηλάτης που αναπτύσσοντας ταχύτητα γίνεται πιο ευσταθής στους πλευρικούς ανέμους, έτσι κι εμείς κατορθώσαμε, προς έκπληξη πολλών κακόβουλων παρατηρητών, να επαναφέρουμε την οικονομία στα προ πανδημίας επίπεδα.
Η πανδημία επιτάχυνε τον συντονισμό των κυβερνητικών μηχανισμών και των κυβερνητικών ελέγχων. Οι τηλεδιασκέψεις δημιούργησαν συνθήκες περιορισμού των εξουσιών των ιεραρχιών, προσδίδοντας ουσία στην καλύτερη διάχυση των πληροφοριών. Άλλαξε τελείως η τηλεϊατρική. Ανέκτησε την εμπιστοσύνη του λαού το δημόσιο σύστημα υγείας. Η τηλεργασία ενεργοποίησε δυνάμεις, αντικαθιστώντας τον αυταρχικό συντονισμό των εργαζομένων από τον έλεγχο του προσωπάρχη σε έλεγχο αποτελεσματικότητας. Αυξήθηκε η διαδικτυακή αγορά υπηρεσιών και προϊόντων από τις τράπεζες, το εμπόριο και ενός πλήθους άλλων μορφών διαπροσωπικών υπηρεσιών. Η αγορά ακινήτων αλλά και οι διαδικασίες συναλλαγών σταδιακά έπαυσαν να γίνονται άτυπα και συχνά σε συνθήκες αδιαφάνειας. Η διαδικτυακή παιδεία έγινε ένας ακόμη τομέας που προέκυψε αναγκαστικά, αλλά αναμφισβήτητα θα βελτιώσει την αποτελεσματικότητα του δημοσίου αγαθού της Παιδείας. Η συγκεκριμένη εκπαιδευτική διαδικασία μας επέτρεψε να αντιληφθούμε και να προβληματιστούμε ως προς το πόσο πιο δύσκολη θα είναι η μελέτη και η αναλυτική γνώση όταν οι μαθητές ή οι φοιτητές θα λειτουργούν ταυτόχρονα και στη γνώση και στη διαδικτυακή επικοινωνία. Ουσιαστικά μας έδειξε τις νέες απαιτήσεις αλλά και ευκαιρίες, που αντικαθιστούν τη χθεσινή πραγματικότητα.
Αυτά είναι λίγα μόνο από τα θετικά αλλά και τα πιθανά αρνητικά στοιχεία του κοινωνικού αποκλεισμού της πανδημίας. Σε αντίθεση με τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, όπου τότε επιχειρήσεις και πολίτες υποχρεώθηκαν να υποφέρουν, γιατί εντάχθηκαν σε μερική και πιθανά βραχυχρόνια αδυναμία πληρωμών, στη σημερινή κρίση οι επιχειρήσεις και τα άτομα αντιμετώπισαν τον φόβο ενός μακροχρόνιου αποκλεισμού. Εκεί που το 2008 επικεντρωθήκαμε, έστω και ανεπιτυχώς, στο να επανορθώσουμε τους ισολογισμούς κρατών και τραπεζών-καταθετών, σήμερα το πρόβλημα γυρίζει στο μη χρηματοπιστωτικό επιχειρηματικό περιβάλλον και στους πολίτες. Οι κρίσεις τραυμάτισαν την κοινωνία, όσον αφορά την επιθυμία της να αναλάβει κινδύνους, ακόμη και με οριακά επιτόκια, και την αγορά εργασίας, με τους εργαζομένους να αντιμετωπίζουν μια ταχύτατη απαξίωση των δεξιοτήτων τους και του ανθρωπίνου κεφαλαίου τους. Τέλος, ανέδειξαν πόσο αδιέξοδη ήταν η επιμήκυνση των δανειακών υποχρεώσεων μέσα στην ασάφεια του καθεστώτος πτώχευσης επιχειρήσεων και εγγυητών. Και τα τρία υποβάθμισαν μια ήδη αδύναμη οικονομία, θέτοντας σε αμφιβολία τη μακροχρόνια ανάπτυξη.
Η οικονομία το 2021 ανέτρεψε εντυπωσιακά τις εκτιμήσεις όσων αναλυτών την αξιολογούσαν με οριακή ικανότητα και με υποτονική προσαρμογή στις κρίσεις. Ανέδειξε την ικανότητά μας να φύγουμε στο μέλλον. Η προσβλητική συμμετοχή μας στην κατηγορία των PIGS (γουρούνια = Πορτογαλία – Ιταλία – Ελλάδα – Ισπανία) της περιόδου 2008 ανετράπη εντυπωσιακά με την ευστάθεια της οικονομίας μας στην κρίση της Covid-19. Όταν τότε «χάναμε το τρένο της ανάκαμψης», σήμερα κανείς δεν αμφισβητεί τη δυναμική μας να είμαστε μέσα στους πρώτους που ανακάμπτουν. Με δεδομένη λοιπόν τη χωρίς προηγούμενο φύση της πανδημικής κρίσης και με δεδομένο ότι η ΕΕ θα αποφύγει να δημιουργήσει μετά Covid-19 ανασφάλειες, ας δούμε τι απαιτείται έτσι ώστε το 2022 να τοποθετήσει την οικονομία σε μια ταχύτατη προοπτική ανάπτυξης.
Πρώτο και σημαντικότερο, το κράτος οφείλει να άρει την ανισότητα που δημιούργησαν οι δύο κρίσεις. Γνωρίζουμε ότι το 40% των πολιτών χρωστάει περισσότερα από τη συνολική περιουσία που διαθέτει. Γνωρίζουμε ότι η μακρόχρονη ανεργία αλλά και οι τεχνολογικές αλλαγές που προέκυψαν από την πανδημία απαξίωσαν ένα μεγάλο τμήμα του ενεργού πληθυσμού. Υποχρεωτικά, βγαίνοντας από την κρίση, το κράτος οφείλει να άρει τις ανασφάλειες των επιχειρήσεων και των πολιτών. Ιδιαίτερα μάλιστα καθώς η κρίση της πανδημίας διαφέρει ουσιωδώς από την κρίση του 2011 – 2012. Τότε οφειλόταν σε λάθη εθνικών πολιτικών και οδήγησε σε προστασία των δανειστών (τράπεζες και καταθέτες) και όχι των οφειλετών, ενώ σήμερα έχουμε ένα τυχαίο γεγονός. Προτεραιότητα λοιπόν στο ξεκαθάρισμα της αξιοπιστίας των οφειλετών με ταχύτατη εφαρμογή του νέου πτωχευτικού κώδικα χωρίς παρεκκλίσεις. Παράλληλα, για να μειωθεί η ανεργία κάτω από το 10% απαιτείται άμεση παροχή κινήτρων ενδοεπιχειρησιακής εκπαίδευσης. Διαφορετικά, η ανεργία και ο παραγωγικός ιστός της χώρας θα σέρνονται στην ανασφάλεια.
Δεύτερον, άμεση εφαρμογή της ηλεκτρονικής διασύνδεσης των κινητών και των εφαρμογών για πιστοποίηση των εμβολιασμών (π.χ. φωτογραφία) με το Taxisnet και το «know your customer» των τραπεζικών λογαριασμών. Κλείνοντας το σύστημα της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής (my data και Κτηματολόγιο) το Δημόσιο ανακτά την αξιοπιστία του τελεσίδικα, μειώνει την κοινωνική αδικία και καθίσταται ενεργός αρωγός στη μείωση του ηθικού κινδύνου, που σήμερα διαμορφώνει –αν και δεν πρέπει– τη συμπεριφορά των πολιτών. Τότε και μόνο τότε η οικονομική δικαιοσύνη θα λειτουργήσει αποτελεσματικά, επιτρέποντας στο κράτος να λειτουργήσει ως φιλεύσπλαχνος κριτής.
Τρίτον, με δεδομένο ότι για αρκετά χρόνια ακόμη τα επιτόκια δανεισμού θα είναι χαμηλότερα από το κοινωνικό όφελος των βασικών δημοσίων αγαθών (βλέπε παιδεία – υγεία – δικαιοσύνη), η ευκαιρία βελτίωσης της αποτελεσματικότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών στον δημόσιο τομέα είναι τεράστια. Μαζικές λοιπόν δημόσιες επενδύσεις στους μακροχρόνιας απόδοσης δημόσιους στόχους. Η δεκαετία στο θέμα των επιτοκίων αλλά και στην τεχνολογία δημιουργούν ευκαιρίες που δεν θα προκύψουν ξανά. Αρκεί απλά να τις εκμεταλλευτούμε έξυπνα και δημιουργικά. Επιγραμματικά, το 2022 μπορεί να είναι η χρονιά που θα αναδείξει την οικονομική πολιτική της δεκαετίας χωρίς κρίσεις και ανασφάλεια.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ