Ελληνοτουρκικά: Απολογισμός 2021 και προοπτικές για το 2022

Ελληνοτουρκικά: Απολογισμός 2021 και προοπτικές για το 2022


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Το 2021 ήταν ένα άλλο έτος Ελληνοτουρκικών εντάσεων, που έφτασαν σχεδόν σε σημείο ρήξεως. Η επωδός αυτή έγινε μόνιμο παρακολούθημα των Ελληνοτουρκικών σχέσεων, ιδιαίτερα μετά τη ριζοσπαστικοποίηση της πολιτικής Ερντογάν, με εθνικο-Ισλαμιστικό πρόσημο. Στρατηγικός στόχος από την Τουρκική πλευρά ήταν η επιβολή τετελεσμένων γεγονότων, με συστηματική πίεση, στρατηγικό εκβιασμό και διεθνή προπαγάνδα.

Η Ελληνική πλευρά έμεινε καθηλωμένη στην ίδια πολιτική του κατευνασμού και προέβη μάλιστα σε μια αναδίπλωση των υποτιθέμενων κόκκινων γραμμών της σε ό,τι αφορά την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ. Η μετάθεση της κόκκινης γραμμής στα 6 ναυτικά μίλια των χωρικών υδάτων, με τη δήλωση Γεραπετρίτη, είναι από κάθε άποψη θλιβερή και απαράδεκτη. Γιατί τότε έγιναν οι μεγάλες Ελληνοτουρκικές κρίσεις στις δεκαετίες του 1970 και του 1980, αντιστοίχως επί κυβερνήσεων Κωνσταντίνου Καραμανλή και Ανδρέα Παπανδρέου. Έγιναν, βεβαίως, για τα δικαιώματα υφαλοκρηπίδας και όχι για τα χωρικά ύδατα των 6 μιλίων, τα οποία η Άγκυρα δεν αμφισβητεί.

Παράδοξη και απαράδεκτη είναι επίσης η αμφιβολία που δημιούργησε η κυβέρνηση σχετικά με την πρόθεση και τη θέλησή της να προωθήσει την εκμετάλλευση των Ελληνικών υδρογονανθράκων, ιδιαίτερα στην περιοχή Νοτιοανατολικά, Νότια και Νοτιοδυτικά της Κρήτης, όπου οι υπάρχουσες μελέτες καταδεικνύουν την ύπαρξη πολύ σημαντικών κοιτασμάτων φυσικού αερίου. Η πρώτη εκδήλωση μιας τέτοιας απροθυμίας έγινε με συνέντευξη σε Αραβική εφημερίδα του υπουργού Εξωτερικών κ. Δένδια, στη μακρινή Σαουδική Αραβία. Η δήλωση θεωρήθηκε από ορισμένους ως γκάφα, αλλά η διάψευσή της δεν ήταν ούτε ρητή ούτε πειστική. Συμπεραίνεται λογικά από ορισμένους ότι ίσως η δήλωση να έχει σχέση με τον υποτιθέμενο «πρωτοποριακό» ζηλωτισμό που επιδεικνύει η κυβέρνηση στο θέμα της λεγόμενης «πράσινης ενέργειας». Ο ζηλωτισμός αυτός εκδηλώθηκε και στην εσπευσμένη εγκατάλειψη των Ελληνικών λιγνιτών, οι συνέπειες της οποίας φαίνονται άμεσα στην αλματώδη αύξηση των τιμών της ενέργειας αλλά και στους κινδύνους μεγάλων ελλείψεων και διαταραχής της ομαλής ενεργειακής τροφοδοσίας.

Εάν, πράγματι, πιστεύει η κυβέρνηση ότι μπορεί να λύσει το ενεργειακό πρόβλημα της χώρας με μια εσπευσμένη πολιτική «πράσινης ενέργειας», θα ήταν λογικό να συμπεράνει κανείς ότι και η εγκατάλειψη των Ελληνικών υδρογονανθράκων θα μπορούσε να είναι ανομολόγητο μέρος αυτής της πολιτικής.

Η ίδια όμως η πραγματικότητα έρχεται σήμερα, με την ενεργειακή κρίση, να διαψεύσει έωλα σενάρια για την «πράσινη ανάπτυξη» και να υπομνήσει τα αυτονόητα, ότι είναι πολύ λάθος να προτρέχεις σε αβέβαιες ακόμη κατευθύνσεις και να βάζεις στο περιθώριο ή να εγκαταλείπεις αποδεδειγμένους θησαυρούς ενέργειας που σου διασφαλίζουν ενεργειακή επάρκεια και πλούτο για τα επόμενα τουλάχιστον πενήντα χρόνια. Είναι ακόμη μεγαλύτερο λάθος, με το πρόσχημα αυτό, να αφήνεις ακάλυπτο στρατηγικό χώρο, τον οποίον διεκδικεί η γνωστή αντίπαλη χώρα, επιδιώκοντας τον γεωπολιτικό σου ακρωτηριασμό.

Το ευχάριστο, που πρέπει να υπογραμμισθεί και αποτελεί τη σημαντικότερη ίσως εξέλιξη κατά το 2021, είναι η εγκατάλειψη, επιτέλους, της πολιτικής της απραξίας στον τομέα των εξοπλισμών, για μια ολόκληρη 15ετία, και η δρομολόγηση ενός σημαντικού προγράμματος για την ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας. Η Τουρκική στρατηγική έναντι της Ελλάδος, συμπεριλαμβανομένης και της Κύπρου, είναι δεδομένη και επιβουλεύεται, απροκάλυπτα, τον Ελληνικό εθνικό χώρο.

Το στρατηγικό σχέδιο Ερντογάν, το οποίο εντάσσεται σ’ ένα ευρύτερο σχέδιο αναδείξεως της Τουρκίας σε νέα μεγάλη δύναμη, επένδυε πολλά στην ανατροπή της αεροναυτικής ισορροπίας με την Ελλάδα, ώστε η Άγκυρα, από θέση ισχύος, να εκβιάσει στρατηγικά την Ελλάδα. Η ματαίωση της παραλαβής των αεροσκαφών F-35 για τους γνωστούς λόγους ανέτρεψε τον Τουρκικό στρατηγικό σχεδιασμό. Αντιθέτως, η προμήθεια από την Ελλάδα των Γαλλικών Ραφάλ, ο εκσυγχρονισμός των F-16 και η προοπτική προμήθειας επιπλέον Αμερικανικών F-35 ανατρέπει υπέρ της Ελλάδος το αεροπορικό ισοζύγιο.

Στο ίδιο πνεύμα, η απόφαση αγοράς τριών Γαλλικών φρεγατών Belharra και η δεδηλωμένη πρόθεση αγοράς τεσσάρων υπερσύγχρονων επίσης κορβετών είναι μια ελπιδοφόρα κίνηση για τον εκσυγχρονισμό του Ελληνικού Ναυτικού. Οι βασικές αυτές παραγγελίες στέλνουν το σωστό μήνυμα. Δεν δικαιολογούν όμως καμιά επανάπαυση ή χαλάρωση της εξοπλιστικής προσπάθειας. Τα κενά που άφησε η εξοπλιστική απραξία, επί δεκαπέντε έτη, είναι μεγάλα και πρέπει να καλυφθούν κατεπειγόντως. Χρειάζεται ακόμη να γίνουν πολλά, ώστε η χώρα να οικοδομήσει μια πραγματική αποτροπή και εγγύηση της εθνικής της ασφάλειας και ειρήνης. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να δοθεί επίσης ιδιαίτερη σημασία στην Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία.

Ευτυχώς, η νέα εξοπλιστική πολιτική συμπίπτει με πολύ σημαντικές στρατηγικές ανακατατάξεις στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής, που αναβαθμίζουν τον ρόλο της Ελλάδος και δημιουργούν προϋποθέσεις περιφερειακών στρατηγικών συμμαχιών. Η Ελλάδα έχει την ευκαιρία σήμερα όχι μόνο να ενισχύσει τη θέση της στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά να αναπτύξει τις σχέσεις της με τις χώρες του Κόλπου, με μεγάλες χώρες, όπως η Ινδία, και να πρωταγωνιστήσει μαζί με τη Γαλλία σε Ευρωπαϊκές πολιτικές στη Μεσόγειο.

Η Κύπρος ετοιμάζεται να μπει στο νέο έτος με θολό και ανησυχητικό εσωτερικό μέτωπο. Η κατάσταση στο εσωτερικό μέτωπο δεν της επιτρέπει να εκμεταλλευθεί τις ευνοϊκές εξελίξεις στους εξωτερικούς συσχετισμούς. Η θέση της Κύπρου από την άποψη αυτή δεν είναι καθόλου αδύνατη. Έχει ισχυρούς συμμάχους και μπορεί αντικειμενικά να ασκήσει μια άλλη, ενδεδειγμένη και ελπιδοφόρο πολιτική. Την καθιστούν όμως Προμηθέα Δεσμώτη οι πολιτικές των ηγεσιών του ΔΗΣΥ και του ΑΚΕΛ, που συναγωνίζονται μεταξύ τους σε ενδοτισμό και πολιτικό αποπροσανατολισμό.

Τελευταίο παράδειγμα είναι η περίεργη εμμονή τους για «επανάληψη των συνομιλιών» με την Τουρκική πλευρά, για «λύση» δήθεν του Κυπριακού, όταν ο νέος Τουρκοκύπριος ηγέτης Ερσίν Τατάρ κατέστησε σαφές ότι δέχεται μόνο λύση δύο κρατών και ότι δεν θα συμμετάσχει σε νέες συνομιλίες, παρά μόνο πάνω σε αυτήν τη βάση. Οι ίδιες ηγεσίες ασκούσαν προηγουμένως κριτική στον Κύπριο Πρόεδρο, επιρρίπτοντάς του ευθύνες για το ναυάγιο της Πενταμερούς Διασκέψεως στο Κραν Μοντανά. Ακόμη και μετά τη δημοσίευση των πρακτικών της Διασκέψεως, που αποκάλυψαν ότι μόνο υπεύθυνος ήταν, βεβαίως, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, που επέμεινε αδιάλλακτα σε Τουρκικές εγγυήσεις και παραμονή Τουρκικού στρατού και μετά τη «λύση», οι ηγεσίες των δύο κομμάτων δεν άλλαξαν ούτε τη ρητορική τους ούτε την πολιτική τους.

Το ευτύχημα στο κατά τα άλλα ζοφερό Κυπριακό σκηνικό είναι η διαφαινόμενη από τις δημοσκοπήσεις απόρριψη, σε μεγάλη πλειοψηφία, «λύσεως» τύπου «διζωνικής ομοσπονδίας, με πολιτική ισότητα», που υποστηρίζουν οι ηγεσίες των δύο κομμάτων. Υπάρχει, επομένως, θεωρητικά η ελπίδα να εκλεγεί το 2023 ένας νέος, ανεξάρτητος Πρόεδρος, που θα φέρει μια αλλαγή στο εσωτερικό μέτωπο και θα το εναρμονίσει με τη νέα, ισχυρή στρατηγική θέση της Κύπρου. Αυτή η θεωρητική προοπτική πρέπει να βρεθεί τρόπος να γίνει νικηφόρα πολιτική πραγματικότητα. Πρέπει επίσης να αποσοβηθεί μέχρι τότε κάποια άλλη μεγάλη ζημιά στο Κυπριακό, όπως θα ήταν μια ενδιάμεση στρατηγική δήθεν συμφωνία, που θα παρέπεμπε σε δύο «ίσα μέρη» και θα υπονόμευε την Κυπριακή Δημοκρατία.

Η χώρα δοκιμάσθηκε, κατά το 2021, και δοκιμάζεται ακόμη από την πανδημία της Covid-19. Οι προσπάθειες να αντιμετωπισθεί η περίεργη αυτή πανδημία όπως οποιαδήποτε άλλη δεν έπεισαν την κοινή γνώμη και δεν απέτρεψαν τη μετατροπή του θέματος σε ένα άλλο, μεγάλο θέμα διχασμού και διαμάχης, πέρα από τις χιλιάδες των νεκρών και νοσηλευομένων.

Οι κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές παρενέργειες της πανδημίας καλπάζουν κυριολεκτικά και δημιουργούν μεγάλο άγχος και ερωτήματα για το ποια θα είναι η κατάληξη, με δεδομένη τη σύγχυση και την αβεβαιότητα που υπάρχει ακόμη σχετικά με τη προέλευση, τις μεταλλάξεις και τη θεραπευτική αντιμετώπιση του ιού.

Κάθε νέο έτος συνοδεύεται από τις ευχές και τις προσδοκίες όλων να φέρει μια ευτυχή αλλαγή. Τα δεδομένα γι’ αυτήν δεν είναι άριστα. Παρέχουν όμως μεγάλες ελπίδες για μια καλύτερη και ασφαλέστερη εθνική πορεία και για μια έξοδο από την περιπέτεια του κορονοϊού, στην οποία εγκλωβίσθηκε και η χώρα μας, μαζί με όλο τον κόσμο, με τόσο δυσμενείς συνέπειες και οδύνη για την κοινωνία και τη χώρα.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Φωτό: katohika.gr


Σχολιάστε εδώ