Βασίλης Ταλαμάγκας στο “Π”: O Πάπας είπε όσα ΔΕΝ λένε πολιτικοί και Ιεράρχες

Βασίλης Ταλαμάγκας στο “Π”: O Πάπας είπε όσα ΔΕΝ λένε πολιτικοί και Ιεράρχες

Του
ΒΑΣΙΛΗ ΤΑΛΑΜΑΓΚΑ


Όταν έφτασε στο Αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος» ο Πάπας Φραγκίσκος, οι 78 δημοσιογράφοι που τον συνόδευαν, βγαίνοντας από την πίσω πόρτα του αεροπλάνου, ήξεραν ότι η παρέμβασή του στο ελληνικό έδαφος θα ήταν βαρυσήμαντη. Ακολουθώντας πιστά το πιο αυστηρό πρωτόκολλο του κόσμου, οι άνθρωποι του Βατικανού δεν διαρρέουν ποτέ από πριν στοιχεία για τις παρεμβάσεις του Ποντίφικα.

Η περιρρέουσα όμως ατμόσφαιρα μιλούσε για σοβαρή παρέμβαση σε κρίσιμα θέματα της σημερινής παγκόσμιας πολιτικής και κοινωνικής ζωής.

Ο Προκαθήμενος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας είχε ετοιμάσει την παρέμβασή του στην «ένδοξη πόλη των Αθηνών» μάλλον καιρό πριν.

Από την πρώτη στιγμή ξεκαθάρισε ότι «χωρίς την Αθήνα και χωρίς την Ελλάδα η Ευρώπη και ο κόσμος δεν θα ήταν αυτό που είναι. Θα ήταν λιγότερο σοφοί και λιγότερο ευδαίμονες».

Υπενθύμισε επίσης ότι από την Ελλάδα διευρύνθηκαν οι ορίζοντες της ανθρωπότητας και συμπλήρωσε: «Αισθάνομαι την πρόσκληση να υψώσω το βλέμμα και να ατενίσω το πιο υψηλό σημείο της πόλεως, την Ακρόπολη. Ορατή από μακριά για τους ταξιδιώτες που, κατά τη διάρκεια χιλιετιών, την πλησίασαν, πρόσφερε μια αδιάσειστη αναφορά στη θεότητα. Είναι το κάλεσμα για διεύρυνση των οριζόντων προς τα Άνω: από τον Όλυμπο, την Ακρόπολη, το Άγιον Όρος, η Ελλάς καλεί τον άνθρωπο κάθε εποχής να προσανατολίσει το ταξίδι της ζωής προς τα Άνω.

Προς τον Θεό, διότι έχουμε ανάγκη της υπερβατικότητας για να είμαστε αληθινοί άνθρωποι. Και ενώ σήμερα στη Δύση υπάρχει η τάση να συσκοτισθεί η ανάγκη του Ουρανού, μέσα στην παγίδα της φρενίτιδας χιλιάδων επίγειων δρόμων και στην αχόρταγη απληστία μιας κατανάλωσης που αποπροσωποποιεί, αυτοί οι τόποι μας προσκαλούν να αφεθούμε στον θαυμασμό του απείρου, στην ωραιότητα του είναι, στη χαρά της πίστεως».

Η ιστορία του
Ο Χόρχε Μάριο Μπεργκόλιο γεννήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου του 1936 στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής από μετανάστες ιταλούς γονείς. Μετά τις σπουδές του εντάχθηκε στο τάγμα των Ιησουιτών. Ο Μπεργκόλιο έλαβε πανεπιστημιακό τίτλο στη Φιλοσοφία και στη συνέχεια δίδαξε Λογοτεχνία και Ψυχολογία.
Το 2017 αναγνώρισε τον Πάπα Ιωάννη – Παύλο Α’ ως σεβάσμιο, που αποτελεί το δεύτερο στάδιο από τα τέσσερα της διαδικασίας αγιοκατάταξης.

Στην πρώτη του ομιλία, στις 16 Μαρτίου 2013, ο Πάπας Φραγκίσκος δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι είχε επιλέξει να ονομαστεί προς τιμήν του Αγίου Φραγκίσκου της Ασίζης (1182 – 1226), επειδή ανησυχούσε ιδιαίτερα για την ευημερία των φτωχών. Τα πρώτα επαγγελματικά του βήματα, πριν μπει στην Καθολική Εκκλησία, τα έκανε σαν πορτιέρης σε νυχτερινό κέντρο.

Είδε τον κόσμο από την άλλη πλευρά και τα τότε βιώματά του τον βοήθησαν στην εκκλησιαστική του πορεία.

Η παρέμβαση που συγκίνησε
Στην ομιλία του, αναφερόμενος στα ιδιαίτερα γνωρίσματα της Αθήνας, υποστήριξε ότι εδώ, κατά τη γνωστή φράση του Σωκράτη, άρχισαν οι άνθρωποι να αισθάνονται πολίτες όχι μόνο της πατρίδος τους, αλλά ολοκλήρου του κόσμου. Η κοιτίδα, μετά από χιλιετίες, έγινε μία μεγάλη οικία λαών δημοκρατικών, αναφερόμενος στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο όνειρο ειρήνης και αδελφοσύνης που παριστάνει για τόσους λαούς.

Ωστόσο, ερχόμενος στο σήμερα, εξέφρασε την ανησυχία του για την οπισθοδρόμηση της δημοκρατίας, και όχι μόνο στην ευρωπαϊκή ήπειρο, υπογραμμίζοντας ότι η δημοκρατία απαιτεί τη συμμετοχή και τη σύμπραξη όλων και επομένως ζητεί κόπο και υπομονή. Τόνισε δε ότι «είναι σύνθετη, ενώ ο αυταρχισμός κινείται γρήγορα και, οι εύκολες διαβεβαιώσεις που προτείνει από τους λαϊκισμούς φαίνονται δελεαστικές».

Στο ίδιο πλαίσιο, έκανε λόγο και για τον σκεπτικισμό έναντι της δημοκρατίας, υποστηρίζοντας ότι προέρχεται από την απόσταση των θεσμών, από τον φόβο της απώλειας της ταυτότητος, από τη γραφειοκρατία. Μάλιστα επισήμανε ότι το φάρμακο σ’ αυτό δεν βρίσκεται στη μανιασμένη αναζήτηση δημοτικότητας, στη δίψα προβολής, στην αγγελία υποσχέσεων που δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν ή στην προσκόλληση σε αφηρημένους ιδεολογικούς αποικισμούς, αλλά στην καλή πολιτική.

«Διότι η πολιτική είναι καλό πράγμα και έτσι πρέπει να είναι στην πράξη, ως υπέρτατη υπευθυνότητα του πολίτη, ως τέχνη του κοινού αγαθού. Για να υπάρξει πράγματι συμμετοχή στο κοινό αγαθό, πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή, πρωταρχική, στις πιο αδύναμες ζώνες», τόνισε ο Πάπας και τάχθηκε υπέρ της αλλαγής βηματισμού, για να περάσουμε από τον κομματισμό στη συμμετοχή, από τη δέσμευση να υποστηρίζουμε μόνο τη δική μας θέση, στην ενεργό συμμετοχή για την προαγωγή όλων.

Η αλληλεγγύη στους πρόσφυγες
Αναφερόμενος στην προσφυγική κρίση, επισήμανε ότι χώρες όπως η Ελλάδα αναγκάζονται να σηκώσουν από μόνες τους ένα πολύ σημαντικό βάρος, δυσβάσταχτο, ενώ η Ευρωπαϊκή Κοινότητα, μαστιζόμενη από εθνικιστικούς εγωισμούς, αντί να είναι φορέας αλληλεγγύης, μερικές φορές εμφανίζεται αμετακίνητη και ανοργάνωτη. «Αν κάποτε οι ιδεολογικές αντιθέσεις εμπόδιζαν τη δημιουργία γεφυρών μεταξύ Ανατολής και Δύσεως της ηπείρου, σήμερα το μεταναστευτικό ζήτημα άνοιξε οπές διαρροής επίσης ανάμεσα στον Βορρά και στον Νότο», παρατήρησε.

Αναφορικά με την πανδημία, έκανε λόγο για μια μεγάλη αντιξοότητα, που μας έκανε να ανακαλύψουμε ότι είμαστε εύθραυστοι και ότι έχουμε ανάγκη τους άλλους.

Η ελληνική ελευθερία
Ήταν ξεκάθαρος όταν αναφέρθηκε στην Ελλάδα. «Είναι γνωστή, η φράση του Κολοκοτρώνη: ‘‘Ο Θεός έβαλε την υπογραφή του για την ελευθερία της Ελλάδος’’. Ο Θεός ευχαρίστως βάζει την υπογραφή του για την ανθρώπινη ελευθερία. Είναι το πιο μεγάλο του δώρο και αυτό που με τη σειρά του εκτιμά περισσότερο σ’ εμάς. Πράγματι, Εκείνος μας έπλασε ελεύθερους και αυτό που περισσότερο τον ευχαριστεί είναι να αγαπούμε ελεύθερα Εκείνον και τον πλησίον. Προς απόκτησή του συντελούν οι νόμοι, αλλά επίσης και η εκπαίδευση στην υπευθυνότητα και η αύξηση ενός πολιτισμού του σεβασμού».

Καταλήγοντας, ο Πάπας Φραγκίσκος υπογράμμισε ότι πριν από 200 χρόνια, στην Ελληνική Επανάσταση, η προσωρινή κυβέρνηση της χώρας απευθύνθηκε προς τους καθολικούς με λόγια συγκινητικά. Όσον αφορά τη στάση της Καθολικής Εκκλησίας τότε, η συγγνώμη του συγκίνησε.

Επιπλέον υπογράμμισε: «Από αυτήν την πόλη, από αυτό το λίκνο του πολιτισμού υψώθηκε και πάντα ας υψώνεται ένα μήνυμα που προσανατολίζει προς τα Άνω και προς τον άλλο. Στα δελεάσματα του αυταρχισμού ας απαντά με τη δημοκρατία, στην ατομιστική αδιαφορία ας αντιπαραθέτει τη φροντίδα για τον άλλο, τον πτωχό και την πλάση, που είναι οι ουσιώδεις βάσεις για έναν ανακαινισμένο ανθρωπισμό, τον οποίο έχουν ανάγκη οι καιροί μας και η Ευρώπη μας. Ο Θεός να ευλογεί την Ελλάδα!».

Το «ο Θεός να ευλογεί την Ελλάδα», που είπε ο Ποντίφικας, μετά την αποθεωτική του είσοδο στο Καρά Τεπέ από τους μετανάστες και τους κάθε λογής καταφρονεμένους, ξάφνιασε και συγκίνησε.

Κορυφαίος έλληνας διπλωμάτης μάλιστα ακούστηκε να μονολογεί. «Πόσοι, άραγε, από την πολιτική ηγεσία ή την Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος εκφράζονται έτσι;». Αν και το ρητορικό του ερώτημα δεν απαντήθηκε, όσοι προσπάθησαν να συγκρίνουν τον Πάπα μάλλον απογοητεύθηκαν… Ο «Πάπας των φτωχών» έχει ήδη γράψει τη δική του, μοναδική ιστορία… Και από την Ελλάδα.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ