Ευαγγελία Λιακούλη στο “Π”: Τα παιδιά πρέπει να ζήσουν
Της
ΕΥΑΓΓΕΛΙΑΣ ΛΙΑΚΟΥΛΗΣ
Δικηγόρου Ποινικολόγου,
Βουλευτού Λάρισας του Κινήματος Αλλαγής
H πανδημία μαστίζει τη χώρα και διχάζει τους πολίτες.
Οι εμβολιασμένοι και οι ανεμβολίαστοι, οι «ψεκασμένοι» και οι «κανονικοί», οι συμπολιτευόμενοι και οι αντιπολιτευόμενοι.
Η κάθε λογής κατάταξη, έγινε μόδα.
Κάθε μέρα οι απώλειες συνανθρώπων συγκλονίζουν, αφού φτάσαμε να «χάνουμε ένα χωριό», κατά τους ρεαλιστικούς υπολογισμούς και τις… προσφιλείς, πλέον, εκφράσεις.
Οι άνθρωποι έγιναν απλώς αριθμοί και οι αριθμοί έγιναν πρόβλημα.
Το πρόβλημα, όμως, είναι στην πραγματικότητα πολύ μεγαλύτερο από αυτό που φαίνεται.
Δεν είναι μόνο ότι η κυβέρνηση –παρά το γεγονός ότι έβαλε πλάτη και τη στήριξε όλο το πολιτικό σύστημα– ομολογεί ότι «χάνει ένα χωριό» καθημερινά, αλλά ότι δεν κατάφερε καμία πρόοδο στο να πείσει τους πολίτες ότι αυτή είναι σοβαρή και υπεύθυνη και ότι ο εμβολιασμός, είναι μονόδρομος – και το ένα, βεβαίως, συμπλέκεται καθοριστικά με το άλλο.
Δεν είναι μόνο ότι η «ενίσχυση του ΕΣΥ» έμεινε στα συρτάρια της ως ένα καλό επικοινωνιακό εργαλείο εξομάλυνσης της κοινωνικής κατακραυγής για τις αστοχίες, τις παλινωδίες και τις ολιγωρίες της στη διαχείριση της πανδημίας, αφού καμιά στοιχειώδης μεταβολή δεν έχει συμβεί στο ΕΣΥ μέχρι σήμερα.
Δεν είναι μόνο το παράλογο που παρακολουθούμε, αντί οι ειδικοί επιστήμονες να κατευθύνουν τις αποφάσεις της κυβέρνησης με βάση τα υγειονομικά δεδομένα, η κυβέρνηση να επιβάλλει στους επιστήμονες τα μέτρα που εκείνη θεωρεί ότι θα την κρατήσουν ψηλά στις δημοσκοπήσεις του «αρεστού», αδιαφορώντας παντελώς για το ποιοτικό στοιχείο του «χρήσιμου».
Είναι σπουδαίο ότι μαζί και πίσω από όλα αυτά, κάθε μέρα που περνά, χάνεται η δυνατότητα της χώρας σύντομα να ορθοποδήσει και να δημιουργήσει προοπτική ευημερίας για τον λαό της.
Οι μεγάλες «παράπλευρες απώλειες» της πανδημικής κρίσης όχι μόνο δεν αντιμετωπίστηκαν αποτελεσματικά από την κυβέρνηση, αλλά δεν υπάρχουν καν στην ατζέντα της ως κορυφαίο ζήτημα για τη χώρα.
Απώλειες όπως η κοινωνική συνοχή, οι ψυχικές ασθένειες, η έξαρση της παραβατικότητας, οι κακοποιητικές συμπεριφορές, η μεγιστοποίηση των προβλημάτων υγείας των πολιτών είναι μόνο κάποια από τα ζητήματα της πρώτης σειράς, την άμεση αντιμετώπιση των οποίων θα έπρεπε ήδη με τις πολιτικές της να σχεδιάσει η κυβέρνηση.
Αντί αυτού, σιγή ασυρμάτου…
Παράλληλα, με επιχείρημα την πανδημία, οι θεσμοί, το αξιακό μας σύστημα, ο τρόπος νομοθέτησης, ο πυρήνας των ατομικών δικαιωμάτων υπέστησαν, στο όνομα της πανδημίας, έναν κατά συρροή βιασμό, που οι συνέπειές του θα μας ακολουθούν δυστυχώς για πολλά χρόνια ακόμη, ως ισχυρές ρωγμές σε κορυφαίες δημοκρατικές κατακτήσεις, μεγάλων αγώνων.
Φαίνεται ότι δεν απασχολεί κανέναν η μεγάλη ζημιά, εξαιτίας της πανδημίας, στον χώρο της παιδείας, η μη κανονικότητα στη λειτουργία των σχολείων, των πανεπιστημίων, των εργαστηρίων, η απομάκρυνση μαθητών, φοιτητών και εκπαιδευτικών από τον φυσικό τους χώρο, χωρίς κανέναν σοβαρό σχεδιασμό αναπλήρωσης, όχι μόνο των ωρών που χάθηκαν, αλλά της «ψυχής» που έλειψε, των σχέσεων που χαλάρωσαν, της θέασης που άλλαξε μέσα στην εκπαιδευτική διαδικασία.
Κι ας είναι όλα πια διαφορετικά και καθόλου ίδια…
Κι ας χρειάζονται βιωματικές προσεγγίσεις και ψυχοθεραπευτικές μέθοδοι για να επανέλθουν οι μαθητές στην «κανονικότητα», που τόσο πολύ διαφημίζει η κυβέρνηση, αλλά μάλλον ουδόλως σε βάθος κατανοεί!
Το πέπλο των χιλιάδων θανάτων της πανδημίας σκεπάζει τη χώρα και καθηλώνει τους πολίτες.
Κανείς δεν οραματίζεται πια, κανείς δεν σχεδιάζει, κανείς δεν ατενίζει με αισιοδοξία το μέλλον…
Η οικονομία στριμώχνει τον λαό μας με την πλάτη στον τοίχο και η πανδημία τον προτρέπει να κοιτάξει στον Θεό.
Όμως, όπως σε κάθε πόλεμο, τα παιδιά πρέπει να ζήσουν!
Μπορεί η υγειονομική κρίση να είναι παρούσα, έντονη όσο ποτέ, με αμήχανη την κυβέρνηση να εξαντλείται σε επικοινωνιακά διαγγέλματα, συνάμα όμως απαιτείται να υπάρξει η φωνή της λογικής, της έμπνευσης, του σχεδιασμού, των προτάσεων, του οράματος, των νέων στοιχημάτων της χώρας, της εμψύχωσης της νέας γενιάς…
Είναι χρέος της μεγάλης Δημοκρατικής Παράταξης, του ΠΑΣΟΚ και του Κινήματος Αλλαγής, όπως ακριβώς κράτησε στη χούφτα της τη χειροβομβίδα της χρεοκοπίας της χώρας και τη διέσωσε, έτσι και τώρα, να τραβήξει το κάρο από τη λάσπη, να δώσει το νεύμα να την ακολουθήσει ο λαός μας, με θάρρος, με αξίες, με αρχές, με οράματα, για την αναγέννηση της χώρας και την προοδευτική πορεία της στο μέλλον.
Αυτή η παράταξη και θέλει και μπορεί.
Είναι άλλωστε η μοίρα της, σε κάθε πόλεμο να σώζει τα παιδιά…
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ