Μαρ. Ξενογιαννακοπούλου στο “Π”: Αποκομμένη από την κοινωνία, η κυβέρνηση εμμένει στις νεοφιλελεύθερες επιλογές

Μαρ. Ξενογιαννακοπούλου στο “Π”: Αποκομμένη από την κοινωνία, η κυβέρνηση εμμένει στις νεοφιλελεύθερες επιλογές

Της
ΜΑΡΙΛΙΖΑΣ ΞΕΝΟΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Τομεάρχου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων του ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία,
Βουλευτού Β1’ Βόρειου Τομέα Αθήνας


Η κυβέρνηση της ΝΔ έχει χάσει τον έλεγχο της πανδημίας και με τις νεοφιλελεύθερες επιλογές της τροφοδοτεί την ύφεση και επιδεινώνει τις συνέπειες της οικονομικής, ενεργειακής και κοινωνικής κρίσης. Αρνείται να ενισχύσει με μόνιμο προσωπικό το Εθνικό Σύστημα Υγείας, βαφτίζει κλίνες ΜΕΘ χωρίς την τήρηση των αναγκαίων προδιαγραφών, ενώ τα περιφερειακά νοσοκομεία βρίσκονται κυριολεκτικά σε κατάσταση κατάρρευσης λόγω των μεγάλων ελλείψεων υγειονομικού προσωπικού.

Οι υπουργοί, αντί να αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους, συνεχίζουν να τις μεταθέτουν στους πολίτες, στους νέους και στην αντιπολίτευση. Επιπλέον, προκαλούν το κοινό αίσθημα, με δηλώσεις του τύπου «η χρηματοδότηση για την ενίσχυση των ΜΕΘ είναι πεταμένα λεφτά» και «είναι πολυτέλεια η στήριξη του ΕΣΥ», εν μέσω έξαρσης της πανδημίας, με καθημερινά δεκάδες θανάτους, χιλιάδες κρούσματα, τις ΜΕΘ στο κόκκινο και τους γιατρούς να δηλώνουν ότι αναγκάζονται πλέον σε επιλογή ασθενών.

Είναι φανερό ότι η κυβερνητική στάση οφείλεται, αφενός, στη νεοφιλελεύθερη άρνηση στήριξης του ΕΣΥ και συνολικά του κοινωνικού κράτους, στη λογική της ιδιωτικοποίησης των υπηρεσιών υγείας και των κοινωνικών πολιτικών, καθώς και στην εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων και, αφετέρου, στο γεγονός ότι ο κ. Μητσοτάκης και οι υπουργοί του είναι πλήρως αποκομμένοι από την κοινωνική πραγματικότητα, τις ανάγκες και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κόσμος. Παρόμοια είναι η κυβερνητική στάση αδράνειας και ιδεοληψίας απέναντι και στις άλλες πλευρές της κρίσης που αντιμετωπίζει η χώρα μας.

Εν μέσω ενεργειακής κρίσης, η κυβέρνηση προχώρησε στην εγκληματική ιδιωτικοποίηση του ΔΕΔΔΗΕ και της ΔΕΗ, ενώ αρνείται να μειώσει τον φόρο κατανάλωσης στα καύσιμα και να παρέμβει για το πάγωμα των τιμολογίων της ΔΕΗ, το οποίο θα υποχρέωνε σε συγκράτηση των τιμολογίων και τους ιδιώτες παρόχους για λόγους ανταγωνισμού. Στηρίζει τα μεγάλα συμφέροντα, ενώ έχει εγκαταλείψει τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις στην τύχη τους, τις έχει αποκλείσει από τη χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, αρνείται την αναγκαία στήριξή τους με ρευστότητα, τη μείωση και τη ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους και την ίδια στιγμή υπουργοί κατηγορούν και χλευάζουν τους επιχειρηματίες, όπως έγινε πρόσφατα στον τομέα της εστίασης.

Οι κυβερνητικές πολιτικές πλήττουν συστηματικά τους εργαζομένους, τους επαγγελματίες, τους ανθρώπους του μόχθου, τους νέους και τους συνταξιούχους. Οι εργαζόμενοι υφίστανται τις δραματικές συνέπειες του αντεργατικού «νόμου Χατζηδάκη», τη μείωση των αποδοχών τους και της αγοραστικής τους δύναμης σε μια περίοδο εκτόξευσης της ακρίβειας. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη διευρύνει τις κοινωνικές ανισότητες, αποδυναμώνει το κοινωνικό κράτος και αδιαφορεί για τους κοινωνικά αδύναμους.

Ο νόμος για το κεφαλαιοποιητικό σύστημα στην επικουρική ασφάλιση υπονομεύει το δημόσιο κοινωνικό ασφαλιστικό σύστημα και τον διανεμητικό του χαρακτήρα και προκαλεί ένα τεράστιο δημοσιονομικό κενό, που θα ξεπεράσει τα 70 δισ., κόστος που θα κληθεί να καλύψει ο κρατικός προϋπολογισμός, δηλαδή οι φορολογούμενοι. Επειδή υπήρξαν ενστάσεις από τους «θεσμούς» για το μεγάλο κόστος που θα επιφέρει, η κυβέρνηση για τα πρώτα χρόνια εφαρμογής του νέου συστήματος έβαλε χέρι στο «κοινωνικό μέρισμα», δηλαδή στο 0,5% του ΑΕΠ που θεσπίστηκε με το άρθρο 47 του ν. 4670/2020, ως αντιστάθμισμα της κατάργησης της 13ης σύνταξης της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Αποστερούν έτσι από τους χαμηλοσυνταξιούχους και τους κοινωνικά αδύναμους το κοινωνικό μέρισμα, περίπου 900 εκατ. ευρώ, προκειμένου να καλύψουν τη λειτουργία και τις αμοιβές των golden boys του νέου Ταμείου Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης (ΤΕΚΑ) και το δημοσιονομικό κενό που προκαλεί το νέο σύστημα. Πρόκειται για βίαιη αναδιανομή προς όφελος των ιδιωτικών συμφερόντων, με πρώτο θύμα τους χαμηλοσυνταξιούχους.

Είναι ενδεικτικό ότι για φέτος ο κ. Χατζηδάκης ανακοίνωσε μια ελάχιστη στήριξη σε περιορισμένο αριθμό δικαιούχων με την καταβολή εις διπλούν του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος με κόστος 64 εκατ. ευρώ, ενώ η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, σε μια δύσκολη περίοδο μνημονιακών υποχρεώσεων, κατέβαλε κοινωνικό μέρισμα 629 εκατ. ευρώ σε 1,6 εκατ. συνταξιούχους το 2016, 750 εκατ. ευρώ σε 3.650.000 δικαιούχους το 2017 και 780 εκατ. ευρώ σε 3.700.000 δικαιούχους το 2018, το οποίο τότε η ΝΔ χαρακτήρισε «ψίχουλα».

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ