Μία δευτέρα πλάνη για τα Σκόπια θα ήταν χείρων της πρώτης

Μία δευτέρα πλάνη για τα Σκόπια θα ήταν χείρων της πρώτης


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Συντρέχουν με όσα συμβαίνουν στα Σκόπια πολύ σημαντικές εξελίξεις και στην Τουρκία. Οι φήμες για τον Ερντογάν ανοίγουν ουσιαστικά το κεφάλαιο της διαδοχής του, άσχετα αν θα παραταθεί ακόμη η βασιλεία του. Τα αδιέξοδα, στα οποία έχει οδηγήσει η πολιτική του στην οικονομία και στη διεθνή θέση της χώρας, δεν είναι εύκολο να αντιμετωπισθούν και κλονίζουν στο εσωτερικό το κύρος του.

Υπό την πίεση και της σημερινής συγκυρίας ενδέχεται να αναλάβει μια επιθετική κίνηση στη ΒΑ Συρία κατά των Κούρδων. Η συνάντηση όμως στη Μόσχα του επικεφαλής της Αμερικανικής CIA με τον Ρώσο ομόλογό του συνδέεται μάλλον με τη Συρία και είναι μια ένδειξη ότι οι δύο υπερδυνάμεις θέλουν να θέσουν όρια στην εκμετάλλευση του ανταγωνισμού τους από την Άγκυρα στη Συρία.

Το πιο κρίσιμο για μας ερώτημα είναι αν θα αναλάβει παραλλήλως κάποια προκλητική κίνηση προς την κατεύθυνση της Ελλάδος και της Κύπρου, υπολαμβάνοντας ως παράθυρο ευκαιρίας τη σημερινή περίοδο και ισορροπία δυνάμεων. Η τελευταία, παρά τους αρχικούς Τουρκικούς σχεδιασμούς, δεν έχει εξελι­χθεί όπως αναμένει η Άγκυρα. Η προμήθεια των F-35 στο προβλεπτό μέλλον ακυρώθηκε. Ακόμη και η επιθυμητική προμήθεια 40 νέων F-16 και η αναβάθμιση των άλλων θα συναντήσει την έντονη αντίδραση του Κογκρέσου. Υπό τις σημερινές συνθήκες, η Ελληνική Αεροπορία μπορεί να προασπίσει τον Ελληνικό εθνικό χώρο ακόμη και πριν από την άφιξη των Ραφάλ. Η υπεροχή επίσης της Ελληνικής πλευράς στον υποβρύχιο στόλο δίνει ένα σαφές πλεονέκτημα στο Ελληνικό Ναυτικό, παρά τα μεγάλα προβλήματα παλαιότητας που αντιμετωπίζει, μέχρι την έλευση των νέων σκαφών που έχει παραγγείλει και προγραμματίζει.

Ασθενές σημείο του Ελληνικού αμυντικού δυναμικού είναι η Κύπρος, λόγω του γεωγραφικού πλεονεκτήματος και των τετελεσμένων γεγονότων που έχει η Άγκυρα αλλά και λόγω του ελλείμματος στρατηγικής που έχει η Ελληνική πλευρά, η οποία δεν σπεύδει να εναρμονίσει την πολιτική της στο Κυπριακό με τις ευνοϊκές εξελίξεις στον εξωτερικό περίγυρο της Κύπρου. Εννοούμε την αλλαγή του στρατηγικού σκηνικού στην περιοχή και τις στρατηγικές συμμαχίες που έ­χουν σήμερα η Κύπρος και η Ελλάδα.

Η επιβεβλημένη αλλαγή στρατηγικής στο Κυπριακό πρέπει να περιλαμβάνει:
• Τη διαφύλαξη της Κυπριακής Δημοκρατίας και την αποτροπή κάθε υπονομεύσεώς της με ιδέες και σχέδια για δήθεν «λύση» του Κυπριακού πάνω στη βάση δύο «ίσων» μερών, που θα μετέτρεπε ολόκληρη την Κύπρο σε δορυφόρο της Άγκυρας.
• Άμεση ενίσχυση της αμυντικής θωρακίσεως της ελεύθερης Κύπρου.
• Άμεση αμυντική σύζευξη της Κύπρου με την Ελλάδα, στο πλαίσιο ενός δόγματος ενιαίου αμυντικού χώρου.
• Υπογραφή συμπληρωματικής αμυντικής συμφωνίας μεταξύ Κύπρου και Γαλλίας, με ρήτρα στρατιωτικής συνδρομής, κατά το παράδειγμα της Ελλάδος.

Με τις κινήσεις αυτές και τις κατάλληλες επιλογές εξοπλισμού η Κύπρος δεν θα αποτελούσε την Αχίλλειο πτέρνα του Ελληνικού αμυντικού δυναμικού, αλλά στρατηγικό πλεονέκτημα. Η επισήμανση αυτή δεν είναι σχήμα λόγου. Είναι δυνατότητα η οποία απορρέει από τα νέα στρατηγικά δεδομένα στην περιοχή, τα οποία μεταφράζονται σε στρατηγικά ερείσματα της Ελλάδος και της Κύπρου (βλέπε, π.χ., στρατηγική συνεργασία με Ισραήλ και Αίγυπτο).

Μετά τη σύντομη αυτή αναφορά στα Ελληνοτουρκικά, είναι άκρως επιτακτικό να στρέψουμε την προσοχή μας στις εσωτερικές εξελίξεις στα Σκόπια, που εγκυμονούν πολύ σοβαρά προβλήματα για την Ελληνική πλευρά. Η προηγούμενη κυβέρνηση προχώρησε ανιστόρητα σε μια δήθεν «λύση» του θέματος των Σκοπίων, παραχωρώντας στους Σκοπιανούς όνομα, γλώσσα και ταυτότητα Μακεδονίας, αυτό δηλαδή που είναι ο πυρήνας της ιστορικής πλαστογραφίας τους. Η Συμφωνία των Πρεσπών παρουσιάσθηκε ως δήθεν «συμβιβασμός», επειδή η παραχώρηση του ονόματος «Μακεδονία» έγινε με την προσθήκη του γεωγραφικού προσδιορισμού «Βόρεια».

Η προσθήκη όμως αυτή δεν μειώνει το βάρος της παραχωρήσεως, επειδή ο κάθε γνώστης στοιχειώδους ιστορίας γνωρίζει ότι η Μακεδονία ήταν και είναι μία και Ελληνική και γιατί η παραχώρηση του ονόματος αφήνει ακέραιη την αιτία της διαμάχης και προσθέτει επιπλέον σ’ αυτήν την Ελληνική αναγνώριση.

Η αμετάθετη Ελληνική διαπραγματευτική βάση θα έπρεπε να είναι αυτό που είχε αναγνωρίσει, με δηλώσεις του, ο ίδιος ο ιδρυτής του κράτους των Σκοπίων, μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, Κίρο Γκλιγκόροφ: «Εμείς είμαστε Σλάβοι. Δεν έχουμε καμιά σχέση με τον Μέγα Αλέξανδρο. Ήρθαμε στα Βαλκάνια μετά τον 6ο αι. π.Χ». Αυτή είναι η ιστορική πραγματικότητα. Ο Κίρο Γκλιγκόροφ απέδειξε ότι είχε μια έντιμη προσέγγιση στο θέμα και θα μπορούσε να είναι ένας σοβαρός και καλοπροαίρετος συνομιλητής της Ελληνικής πλευράς. Έγινε δολοφονική απόπειρα εναντίον του, τα κίνητρα της οποίας δεν εξιχνιάσθηκαν ποτέ πλήρως. Ίσως η δολοφονική απόπειρα να είχε σχέση με τις θέσεις του.

Η Ελληνική πλευρά, εκπροσωπούμενη από διαδοχικές κυβερνήσεις, εγκατέλειψε σταδιακά τη στέρεη, λογική και δίκαιη βάση της αρνήσεως κάθε συζητήσεως για το όνομα «Μακεδονία» και άρχισε τις εκπτώσεις, μέχρι που έφτασε στο αδιανόητο με την τελευταία κυβέρνηση.

Η ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αντί να γίνει δικό μας διπλωματικό πλεονέκτημα, έγινε όπλο εναντίον μας. Η Ελλάδα, μ’ έναν πρωτοφανή διπλωματικό προσκοπισμό, ανέλαβε να πληρώσει, με πλήρη υποχώρηση από τις θέσεις της, την ένταξη των Σκοπίων στους Οργανισμούς αυτούς, στους οποίους η Ελλάδα έχει δικαίωμα βέτο.

Η σημερινή κυβέρνηση, αντίθετα με ό,τι έλεγε ως αντιπολίτευση, οχυρώθηκε πίσω από το τετελεσμένο γεγονός της Συμφωνίας των Πρεσπών για να συνεχίσει την πολιτική της προηγούμενης κυβέρνησης, παρά τις συνεχείς παραβιάσεις της υπάρχουσας Συμφωνίας και τις προκλήσεις της άλλης πλευράς.

Τι θα πράξει τώρα, μετά την ήττα στις Δημοτικές Εκλογές και την παραίτηση από τη θέση του πρωθυπουργού του σημαιοφόρου της Συμφωνίας των Πρεσπών, από την πλευρά των Σκοπίων; Ο ίδιος δικαίως διαμαρτύρεται ότι αυτός εξασφάλισε για πρώτη φορά την αναγνώριση από την Ελλάδα του ονόματος της Μακεδονίας. Ο ίδιος, λίγο πριν από τις κάλπες, έσπευσε να δηλώσει ότι υπάρχει μόνο μία Μακεδονία και αυτή είναι η «Μακεδονία» των Σκοπίων.

Οι αντίπαλοί του, του VMRO, δεν θέλουν καμιά «παραχώρηση» και θεωρούν προδοσία την προσθήκη «Βόρεια» στο όνομα «Μακεδονία». Διακηρύσσουν προς κάθε κατεύθυνση ότι δεν αποδέχονται το όνομα «Βόρεια Μακεδονία» και ότι θα χρησιμοποιούν ως όνομα το «Μακεδονία», χωρίς κανέναν προσδιορισμό. Ο Αρχηγός του VMRO δήλωσε, λίγους μήνες πριν, για να μην αφήσει καμία αμφιβολία ότι υπεχώρησε σε οτιδήποτε από τις παλαιές θέσεις του κόμματος, ότι πρωτεύουσα της «Μακεδονίας» είναι η Θεσσαλονίκη.

Θα σπεύσει η Ελληνική πλευρά να στηρίξει τον Ζάεφ και τη Συμφωνία των Πρεσπών, η οποία παραβιάζεται καταφώρως; Θα στείλει μήνυμα στην άλλη πλευρά, που υπερακοντίζει ότι η παραβίαση ακόμη και της Συμφωνίας των Πρεσπών δεν έχει κανένα κόστος γι’ αυτήν και ότι η Ελληνική πλευρά, πιεζόμενη από ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και ΕΕ, θα παραμείνει καθηλωμένη μονομερώς σ’ αυτήν; Θα φέρει στη Βουλή προς επικύρωση τα τρία εφαρμοστικά διατάγματα για τη Συμφωνία των Πρεσπών, πριν ακόμη την αποσαφήνιση της πολιτικής καταστάσεως στα Σκόπια; Θα συνεχίσει την υποστήριξη της εντάξεως των Σκοπίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όταν η διαφαινόμενη πολιτική πλειοψηφία προβάλλει απροκάλυπτα όλη τη γνωστή προπαγάνδα περί Μακεδονίας και απορρίπτει ακόμη και το συνθετικό «Βόρεια».

Η Ελλάδα δεν πρέπει να διαπράξει νέο ολέθριο σφάλμα, ανεχόμενη σιωπηρά τον σφετερισμό του ονόματος «Μακεδονία», χωρίς κανέναν προσδιορισμό, από τα Σκόπια. Η κατάρρευση της Συμφωνίας των Πρεσπών, με ευθύνη της άλλης πλευράς, είναι μια ευκαιρία για την Ελληνική πλευρά να επαναδιαπραγματευθεί το πρόβλημα και να το επαναθέσει πάνω σε βάση που θα απορρίπτει, αντί να αναγνωρίζει, την πλαστογραφία και το ιδεολόγημα του «Μακεδονισμού». Αυτή είναι η ιστορική αλήθεια και προς αυτήν πρέπει να παραμείνει προσηλωμένη η Ελληνική πλευρά.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ