Το α-πίθανο σενάριο ενός Polexit, η στάση και το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ)

Το α-πίθανο σενάριο ενός Polexit, η στάση και το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ)


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ


Mία απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου της Πολωνίας, σύμφωνα με την οποία ορισμένες διατάξεις των συντακτικών κειμένων της ΕΕ αντίκεινται προς το Πολωνικό Σύνταγμα, προκάλεσε ποικίλα σχόλια και συζητήσεις, που προβλήθηκαν έντονα από τα ευρωπαϊκά ΜΜΕ. Βασικό ερώτημα ήταν αν η απόφαση αυτή –που προκλήθηκε έπειτα από σχετικό ερώτημα του πρωθυπουργού κ. Ματέους Μοραβιέτσκι– προμηνύει ή ισοδυναμεί με έξοδο της Πολωνίας από την ΕΕ.

Τα ερωτήματα δεν προκλήθηκαν τυχαία, αν ληφθεί υπόψη η συμπεριφορά της σημερινής πολωνικής κυβέρνησης εντός της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και η διαφοροποίησή της σε φλέγοντα θέματα που απασχολούν την Κοινότητα, όπως το Προσφυγικό – Μεταναστευτικό, αλλά και οι κριτικές που ασκούνται κατά της πολωνικής κυβέρνησης για μη σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που αποτελεί μία από τις βασικές αρχές της ΕΕ.

Το ενδιαφέρον των ΜΜΕ, όπως και της ΕΕ δεν είναι τυχαίο. Η Πολωνία είναι μια σημαντική χώρα της Κεντρικής Ευρώπης, με πληθυσμό που ξεπερνάει τους 40.000.000 κατοίκους. Η ιστορία της –μεσαιωνική και ύστερη– είναι από τις πλέον πολυκύμαντες της γηραιάς ηπείρου. Τους τελευταίους αιώνες υπέστη τρεις διαμελισμούς από τις δύο όμορες χώρες, Ρωσία και Γερμανία. Το 1939 υφίσταται την εισβολή της ναζιστικής Γερμανίας, που ουσιαστικά σηματοδοτεί και την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Με την ήττα των Γερμανών εντάσσεται στο Κομμουνιστικό Μπλοκ, όπως και οι άλλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και της Βαλτικής. Μαζί με την Ουγγαρία ήταν από τα «άτακτα» μέλη των χωρών-μελών του Συμφώνου της Βαρσοβίας, γεγονός που ανάγκαζε τη Μόσχα να ασκεί στενή επιτήρηση και να επεμβαίνει όταν το επέβαλλε η σοβιετική πειθαρχία. Μετά την πτώση των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού (1989) και τη διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας, η Πολωνία επιστρέφει στον Δυτικό Κόσμο, με τον οποίο ανέκαθεν συνδεόταν λόγω και του Ρωμαιοκαθολικισμού, τον οποίο ασπάζεται η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού της.

Το 2003, μαζί με την Ουγγαρία, την Τσεχία, τη Σλοβακία και τη Ρουμανία, εντάσσεται στην ΕΕ ως πλήρες μέλος με βασικό υποστηρικτή τη Γερμανία, η οποία, λίγα χρόνια νωρίτερα, είχε πρωτοστατήσει και συντελέσει αποφασιστικά στη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Η πρόωρη ένταξη των χωρών αυτών στην ΕΕ υπαγορεύθηκε πρωτίστως από πολιτικές σκοπιμότητες, κυρίως την αποτροπή να περιπέσουν στην επιρροή της Ρωσίας, με την οποία η Πολωνία –όπως και οι άλλες σλαβικές χώρες–, εκτός της γεωγραφίας, συνδέεται και με φυλετικούς δεσμούς. Δυστυχώς, δεν ίσχυσαν τα ίδια κριτήρια και για τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, η ένταξη των οποίων στην ΕΕ αναβάλλεται συνεχώς, αν δεν παραπέμπεται στις ελληνικές καλένδες. Η ιδιαιτερότητα που χαρακτηρίζει τη Πολωνία, όπως και τις άλλες χώρες που εντάχθηκαν το 2003 στην ΕΕ, επιβεβαιώθηκε και με την άτυπη σύμπτυξη, εντός των κόλπων της ΕΕ, της ομάδας Visegrad (Πολωνία, Τσεχία, Σλοβακία, Ουγγαρία), η οποία συχνά διαφοροποιείται σε φλέγοντα θέματα που απασχολούν την ΕΕ, όπως το Προσφυγικό – Μεταναστευτικό, ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δημοκρατικών θεσμών.

Η προσφυγή του πρωθυπουργού Ματέους Μοραβιέτσκι στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο, όπως ισχυρίζονται πολιτικοί του αντίπαλοι, επηρέασε την απόφασή του, ερμηνεύθηκε ως πρόθεση της κυβέρνησης για έξοδο της Πολωνίας από την ΕΕ – ή Polexit, όπως το κατονόμασαν, κατά το προηγούμενο της Βρετανίας (Brexit). Πιστεύω ότι η εκτίμηση αυτή είναι βεβιασμένη. Η κυβέρνηση της Βαρσοβίας δεν έχει εκφράσει τέτοια πρόθεση, παρά μόνο ορισμένοι ακραίοι ή μικρές εθνικιστικές ομάδες. Εξάλλου, με αντικειμενικά και ρεαλιστικά κριτήρια, η Πολωνία δεν μπορεί να συγκριθεί με το Ηνωμένο Βασίλειο. Ούτε μπορεί να υπολογίζει, όπως το Λονδίνο, σε μια στενή συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες ή στη συνδρομή της σημαντικής πολωνικής ομογένειας και προσωπικοτήτων της αμερικανικής πολιτικής ζωής, όπως ο επιφανής Ζμπίγκνιεφ Μπρεζίνσκι!

Τα πολιτικά, οικονομικά, γλωσσολογικά-πολιτιστικά χαρακτηριστικά και κυρίως η γεωγραφική διάσταση και άλλα γνωρίσματα μεταξύ τους είναι τελείως διαφορετικά. Οι αντιδράσεις της ΕΕ όσον αφορά την απόφαση του Πολωνικού Συνταγματικού Δικαστηρίου περιορίζονται, μέχρι στιγμής, σε επίπεδο εκπροσώπων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το οποίο άλλωστε στερείται αρμοδιοτήτων λήψης αποφάσεων, με εξαίρεση την έγκριση των ετήσιων προϋπολογισμών. Σχόλια και κριτικές υπήρξαν και από πλευράς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ενώ εκφράσθηκαν και έμμεσες απειλές για μη χορήγηση στη Πολωνία του αναλογούντος ποσού των 36 δισ. ευρώ (24 δισ. επιχορήγηση και 12 δισ. δάνειο), από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Σημειώνεται ότι τα αντίστοιχα προβλεπόμενα για την Ελλάδα ποσά ανέρχονται σε 35 δισ. ευρώ περίπου. Οι αντιδράσεις της πολωνικής κυβέρνησης στις κριτικές και επικρίσεις που δέχεται για την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου, που ουσιαστικά αναιρεί την υπεροχή του Κοινοτικού έναντι του Εσωτερικού Δικαίου, εστιάζουν στο γεγονός ότι δεν αποτελεί πολωνική αποκλειστικότητα.

Και σε άλλες χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει διαπιστωθεί και διαπιστώνεται διάσταση μεταξύ των κοινοτικών συντακτικών διατάξεων και του εσωτερικού νόμου και των συνταγματικών διατάξεων. Το επιχείρημα αυτό δύσκολα μπορεί να καταρριφθεί και αποτελεί ένα από τα πιο συζητήσιμα θέματα που αφορούν τη λειτουργία και το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μια Ευρώπη υπεράνω των χωρών-μελών ή μια Europe des Nations (Ευρώπη των Εθνών), όπως έλεγε ο Ντε Γκολ; Η πολωνική περίπτωση, με την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της χώρας, που ρητά αμφισβητεί την υπεροχή του Κοινοτικού έναντι του Εσωτερικού Δικαίου (δεν αποτελεί μοναδικότητα), επιβεβαιώνει μια πραγματικότητα και θέτει έναν άμεσο προβληματισμό για το μέλλον της ΕΕ.

Η σημερινή Ευρώπη δεν φαίνεται να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες των πολιτών της. Δύο βασικοί πυλώνες, όπως η κοινή εξωτερική πολιτική και άμυνα, απέχουν πολύ από το επιθυμητό και η απουσία τους την καθιστούν αδύναμη για οποιονδήποτε σημαντικό ρόλο στη διεθνή πολιτική σκηνή. Η σημερινή Ευρώπη κυριαρχείται από τη γερμανική υπεροχή στον οικονομικό και τραπεζικό τομέα, ενώ η Γαλλία επιβάλλεται στον τομέα της παραγωγής όπλων. Μπορεί όμως να επιβιώσει ένα τέτοιο σύστημα; Ήδη στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής διεξάγεται διάλογος για το μέλλον της ΕΕ. Ας ευχηθούμε η πολωνική περίπτωση να λειτουργήσει καταλυτικά και αφυπνιστικά.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ