Δημήτρης Βίτσας στο “Π”: Εγκατάλειψη και ενεργειακή φτώχεια

Δημήτρης Βίτσας στο “Π”: Εγκατάλειψη και ενεργειακή φτώχεια

Του
ΔΗΜΗΤΡΗ ΒΙΤΣΑ
Αντιπροέδρου της Βουλής των Ελλήνων,
Βουλευτή Δυτικής Αθήνας ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ


Περάσαμε ένα δύσκολο, πυρόπληκτο καλοκαίρι, δυστυχώς, με τραγικό τρόπο για χιλιάδες συμπολίτες μας –κυρίως στη Βόρεια Εύβοια αλλά και στην Αττική και αλλού–, που έχασαν τα σπίτια, τις περιουσίες και τις αγροτικές τους εκμεταλλεύσεις, αλλά και για το φυσικό περιβάλλον, που υπέστη μια ανεπανόρθωτη, στο ορατό μέλλον τουλάχιστον, καταστροφή. Και αυτή η καταστροφή έγινε την περίοδο που η υγειονομική κρίση/πανδημία δεν λέει να κοπάσει. Και αυτή η κρίση, με τη σειρά της, ήρθε ως συνέχεια μιας δεκαετούς οικονομικής κρίσης. Και πάλι, δυστυχώς, με αυτήν την κυβερνητική πολιτική έπεται συνέχεια. Προς το παρόν, σοβαρά πλημμυρικά φαινόμενα.

Η κλιματική αλλαγή είναι, αναμφίβολα, μια από τις μεγάλες προκλήσεις που θα αντιμετωπίσει η ανθρωπότητα στον 21ο αιώνα. Οι συνέπειές της στην αύξηση της σφοδρότητας και του χαοτικού, μη προβλέψιμου χαρακτήρα των επικίνδυνων καιρικών φαινομένων είναι προφανείς. Αυτό, όμως, είναι συγχρόνως και το στοιχείο που την καθιστά προβλέψιμη, με την έννοια ότι γνωρίζουμε το πρόβλημα και γνωρίζουμε τι πρέπει να κάνουμε γι’ αυτό. Δεν είναι δυνατόν να ακούγονται από κυβερνητικά χείλη το 2021 δικαιολογίες του τύπου «δεν μπορούμε να τα βάλουμε με τον Θεό», την ίδια στιγμή που ο μηχανισμός της κυβερνητικής προπαγάνδας θέλει να μας πείσει ότι η κλιματική αλλαγή ως φαινόμενο ενέσκηψε αίφνης τον Ιούλιο του 2019 και ότι η θαυματουργή παρουσία του κ. Μητσοτάκη, ως άλλου Μωυσή, είναι αυτή που θα μας σώσει από σεισμούς, λοιμούς, πυρκαγιές, τσουνάμι και καταποντισμούς. Εδώ που τα λέμε, ο «Μωυσής» δεν τα καταφέρνει στοιχειωδώς καλά.

Τα ζητήματα της πολιτικής προστασίας και της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής δεν είναι διόλου άσχετα με την ενεργειακή φτώχεια. Καθώς η ενέργεια από ορυκτά καύσιμα θα γίνεται όλο και ακριβότερη και η ανθρωπότητα θα προχωράει στη διαδικασία της ενεργειακής μετάβασης πέρα από τον άνθρακα, η ενεργειακή κάλυψη εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων θα αναχθεί σε μείζον οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό ζήτημα.

Η αύξηση στην τιμή της ενέργειας συμπαρασύρει σχεδόν το σύνολο των αγαθών και υπηρεσιών. Κανένα τμήμα της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας δεν θα μείνει ανεπηρέαστο, αλλά για ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού της χώρας μια φιλόδοξη κρατική πολιτική για την εξάλειψη της ενεργειακής φτώχειας θα είναι, κυριολεκτικά, ζήτημα ζωής και θανάτου. Εκεί θα φανεί η ασχήμια του νεοφιλελεύθερου προσωπείου των πολιτικών της κυβέρνησης, για την οποία αυτά είναι «ζητήματα που θα τα λύσει η ελεύθερη αγορά», χωρίς κρατική παρέμβαση. Ή, μάλλον, με την κρατική παρέμβαση να εστιάζει στην εξυπηρέτηση των φιλικών προς την κυβέρνηση ιδιωτών επενδυτών, την ίδια ώρα που η κοινωνία θα ταλαντεύεται μεταξύ του να καίγεται τους θερινούς μήνες και να παγώνει τους ψυχρούς.

Όταν ήρθαν οι πλημμύρες να σαρώσουν ό,τι είχαν κατακάψει οι πυρκαγιές, η κυβέρνηση, διά του κυρίου Πέτσα, απάντησε ότι «δεν έχουν σχέση οι πλημμύρες με τις φωτιές, διότι ήταν κοντά στη θάλασσα». Μια απάντηση που υποτιμά τη νοημοσύνη κάθε πολίτη, αλλά κυρίως προσβάλλει τους ίδιους τους πληγέντες. Στην κυβερνητική απάθεια και ανικανότητα προστίθεται η κυβερνητική κοροϊδία.

Και, περιέργως, ο κ. Στυλιανίδης δημοσίως αναζητείται. Δεν έχουν ξεχαστεί οι τυμπανοκρουσίες με τις οποίες ανακοίνωσε το επικοινωνιακό επιτελείο του πρωθυπουργού την επιλογή του πρώην κύπριου επιτρόπου στην ΕΕ ως υπουργού για την Πολιτική Προστασία. Ως συνήθως, η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη πολιτεύεται με αποκλειστικό γνώμονα την επικοινωνία και όχι την ουσία. Με κάθε σεβασμό στο πρόσωπο του κ. Στυλιανίδη, είναι ίσως καιρός να συνειδητοποιήσει και ο ίδιος ότι ο ρόλος που του επιφυλάσσει ο κ. Μητσοτάκης είναι αυτός του επικεφαλής ενός «υπουργείου Ποτέμκιν», κατ’ αναλογία με τα περίφημα «χωριά Ποτέμκιν». Όμορφες στο μάτι κατασκευές, πίσω από τις οποίες δεν κρύβεται κάτι άξιο λόγου.

Στον αντίποδα, η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ περιγράφεται σε τέσσερις άξονες: Πρώτον, παρέμβαση στις αγορές για τήρηση των κανόνων του ανταγωνισμού και καταπολέμηση των καρτέλ. Δεύτερον, αύξηση του κατώτατου μισθού στα 800 ευρώ. Τρίτον, μείωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης στα καύσιμα στα κατώτατα ευρωπαϊκά επίπεδα για όσο διαρκεί το κύμα της ακρίβειας. Και, τέταρτον, ένα μεγάλο πρόγραμμα αντιπυρικής δράσης και αντιπλημμυρικής προστασίας.

Είναι επιτακτικά αναγκαία μια νέα δημοκρατική και προοδευτική διακυβέρνηση με πυρήνα την Αριστερά, για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα με τρόπο αποτελεσματικό και κοινωνικά δίκαιο, με όρους ισότητας και αξιοπρέπειας.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ