Αθήνα – Παρίσι βάζουν τη σφραγίδα τους στην Ανατολική Μεσόγειο

Αθήνα – Παρίσι βάζουν τη σφραγίδα τους στην Ανατολική Μεσόγειο

Ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής σε περίπτωση επίθεσης, κάτι που συμβαίνει για πρώτη φορά

-Γαλλική ασπίδα σε αέρα και θάλασσα με Rafale, φρεγάτες και ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής
-Αμηχανία και εκνευρισμός στην Άγκυρα

Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ


Νέα δεδομένα στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου αλλά και αφετηρία για τον αναγκαίο εκσυγχρονισμό και την αναβάθμιση του Πολεμικού Ναυτικού της χώρας, που αποτελεί βασικό στοιχείο της ελληνικής ισχύος, δημιουργεί η Ελληνογαλλική Αμυντική Συμφωνία που υπεγράφη την Τρίτη στο Παρίσι, κατά την επίσκεψη του Κυριάκου Μητσοτάκη στη γαλλική πρωτεύουσα και τη συνάντησή του με τον γάλλο Πρόεδρο Μακρόν.

Η συμφωνία αυτή, πέραν της ζωτικής σημασίας για τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις (προμήθεια τριών υπερσύγχρονων και νέας γενιάς φρεγατών), προβλέπει και ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής σε περίπτωση επίθεσης, κάτι που συμβαίνει για πρώτη φορά σε αντίστοιχες αμυντικές συμφωνίες που έχει υπογράψει η Ελλάδα τουλάχιστον μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η ρήτρα αυτή αποτελεί ένα σημαντικό όπλο της Ελλάδας απέναντι στην Τουρκία, καθώς η Γαλλία δεσμεύεται και συμβατικά πλέον να παρέμβει και στρατιωτικά σε περίπτωση που η Ελλάδα δεχθεί επίθεση στην επικράτειά της.
Αυτή η ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής στόχο έχει να λειτουργήσει αποτρεπτικά για κάθε ξένη επιβουλή, που στην περίπτωση της Ελλάδας δεν προέρχεται από πουθενά αλλού, εκτός της Τουρκίας.

Και η ρήτρα αυτή είναι σημαντική και υπερβαίνει τις προβλέψεις που υπάρχουν στη Συνθήκη της Λισαβόνας περί αμοιβαίας συνδρομής της ΕΕ σε περίπτωση που ένα κράτος-μέλος δεχθεί επίθεση, καθώς στην περίπτωση αυτή θα πρέπει όλες οι χώρες να συμφωνήσουν ότι μια χώρα δέχθηκε επίθεση, να μην επικαλεσθούν ουδετερότητα ή άλλες συμβατικές υποχρεώσεις και κατόπιν να αποφασίσουν πώς και πότε θα συνδράμουν τη χώρα που δέχεται επίθεση. Μια διαδικασία που μάλλον θα καταλήξει όταν θα είναι ήδη πολύ αργά.

Η αντίδραση της Άγκυρας μπορεί να ήρθε με σχεδόν τρεις ημέρες καθυστέρηση, αλλά είναι ενδεικτική του εκνευρισμού και του προβληματισμού που προκαλεί αυτή η σημαντική συμφωνία, που έχει σοβαρό γεωστρατηγικό στίγμα.

Η Τουρκία έκρι­νε ότι η συμφωνία πλήττει το… ΝΑΤΟ και την ΕΕ και απειλεί την ασφάλεια στην περιοχή! Και έσπευσε να προειδοποιήσει ότι θα υπερασπισθεί τα συμφέροντά της και εκείνα των Τουρκοκυπρίων.

Σε μια περίοδο που οι ΗΠΑ, η ΕΕ, πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και περιφερειακές δυνάμεις έχουν στο μικροσκόπιο την επεκτατική πολιτική της Τουρκίας –την ώρα που ο κ. Ερντογάν όσο πιο βαθιά μπαίνει στην αγκαλιά του ρώσου Προέδρου Πούτιν τόσο αποδυναμώνεται, ενώ στο εσωτερικό μόνο με εκλογές νοθείας θα μπορέσει να εξασφαλίσει την επανεκλογή του–, είναι προφανές ότι το μόνο που δεν χρειαζόταν η γειτονική χώρα ήταν αυτή η ισχυρή συμμαχία Ελλάδας – Γαλλίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Και αυτό διότι αυτή απλώνεται και στις άλλες χώρες της Ανατολικής Μεσογείου και δημιουργεί και ένα ισχυρό μπλοκ στο εσωτερικό της ΕΕ…

Η εθνική άμυνα πρέπει να έχει τη στήριξη όλων των πολιτικών δυνάμεων και οι μεμψιμοιρίες (από αντιπολιτευτική και μόνο διάθεση) πρέπει να εγκαταλειφθούν. Προφανώς και θα πρέπει η κυβέρνηση να παρουσιάσει αναλυτικά τις λεπτομέρειες της σύμβασης αγοράς των φρεγατών, ώστε να υπάρχει απόλυτη διαφάνεια.

Όμως πρόκειται περί αγοράς την οποία πρωτίστως επέλεξε και πίεσε για την υλοποίησή της η ηγεσία του Πολεμικού Ναυτικού, οι άνθρωποι που καλύτερα από κάθε άλλον γνωρίζουν τις ανάγκες της χώρας, η οποία διαθέτει πια έναν γερασμένο στόλο, με πλοία γερασμένα έως και 40 ετών, που προφανώς σύντομα δεν θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τον πολυάριθμο, σύγχρονο και ανανεωμένο τουρκικό στόλο.

Αντιθέτως, όπως έχουμε επισημάνει και άλλες φορές, η κυβέρνηση δεν κατόρθωσε να αποσπάσει από τους Αμερικανούς κανένα ουσιαστικό αντάλλαγμα προκειμένου να παραχωρήσει την πενταετή παράταση της Συμφωνίας Αμυντικής Συνεργασίας.

Και μάλιστα οι Αμερικανοί, μόλις έγινε γνωστή η απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης για αγορά γαλλικών φρεγατών (και όχι αμερικανικών, όπως ήλπιζε ο κ. Πάιατ), εμφανίσθηκαν να ζητούν εκβιαστικά την επ’ αόριστον παράταση της συμφωνίας.

Η Γαλλία τα τελευταία χρόνια έχει υιοθετήσει μια εξωστρεφή εξωτερική πολιτική, θέλοντας όχι απλώς να ανακτήσει περιφερειακό και παγκόσμιο ρόλο –που της αναλογεί ως πυρηνική δύναμη και ως μόνιμο μέλος του ΣΑ του ΟΗΕ– αλλά και γιατί επιδιώκει την προώθηση της λεγόμενης «στρατηγικής αυτονομίας» της ΕΕ. Με τη συμφωνία αυτή το Παρίσι πιστεύει ότι θα μπορέσει να πιέσει στην κατεύθυνση της δημιουργίας αμυντικού βραχίονα με ευρωπαϊκό στίγμα, καθώς ήδη υπάρχει δυνατότητα διαρθρωμένης συνεργασίας από όσες χώρες επιθυμούν να προχωρήσουν μπροστά. Βεβαίως, η ιδέα του ευρωπαϊκού στρατού παραμένει μάλλον όνειρο απατηλό, καθώς ούτε συμφωνία όλων των χωρών υπάρχει για την ανάγκη συγκρότησής του ούτε, πολύ περισσότερο, θα υπάρχει συνεννόηση μεταξύ των 27 για το πού, πότε και υπό ποιες συνθήκες ο στρατός αυτός θα μπορούσε να παρεμβαίνει.

Όμως η συμφωνία με τη Γαλλία είναι εξαιρετικά σημαντική για την Ελλάδα, καθώς το Παρίσι έχει συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο, τα οποία είναι σε εντελώς αντίθετη κατεύθυνση με τα τουρκικά συμφέροντα και τις τουρκικές διεκδικήσεις.

Έτσι, από τη μια πλευρά ο παραμερισμός της Γαλλίας από την Ουάσινγκτον (και με τη συμφωνία του Ινδοειρηνικού – AUKUS) αλλά και οι νέες απειλές ασφαλείας στη Μεσόγειο και ο ηγεμονικός ρόλος που διεκδικεί η Τουρκία σε περιοχή που αποτελεί ζωτικό χώρο της Ευρώπης και της Γαλλίας και από την άλλη η ορθή απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να προμηθευτεί μετά τα Rafale και τις γαλλικές φρεγάτες, διευκόλυναν και άνοιξαν τον δρόμο για τη συμφωνία αυτή.

Μια συμφωνία με την οποία η Ελλάδα πρακτικά επιχειρεί να καλύψει το ισοζύγιο δυνάμεων στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο με ένα μεγάλο εξοπλιστικό πρόγραμμα, το οποίο διαθέτει –και ως γέφυρα μέχρι να παραδοθούν οι εξοπλισμοί αλλά και ως εγγύηση αμέσως μετά– τη δέσμευση της Γαλλίας για στρατιωτική συνδρομή σε περίπτωση επίθεσης εναντίον της Ελλάδας.

Η Γαλλία έχει επίσης συνάψει συμφωνίες –όχι βεβαίως τόσο ισχυρές όσο η ελληνογαλλική– με την Κύπρο και την Αίγυπτο, ενώ έχει στενούς δεσμούς και στρατηγική συνεργασία και με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, χώρες με τις οποίες η Ελλάδα έχει στενή και αναβαθμισμένη, στρατηγικού χαρακτήρα συνεργασία μέσω και των τριμερών σχημάτων.

Η αγορά των τριών φρεγατών τύ­που FDI οδηγεί τον Στόλο του Πολεμικού Ναυτικού στον 21ο αιώνα από πλευράς τεχνολογίας και εξοπλισμού και ανακόπτει την πορεία ανατροπής του ισοζυγίου των δυνάμεων στη θάλασσα, στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο προς όφελος της Τουρκίας.

Οι γαλλικές φρεγάτες προσφέρουν στο Πολεμικό Ναυτικό δυνατότητες αντιαεροπορικής άμυνας περιοχής, ένα σημαντικό πλεονέκτημα για αυτόνομες επιχειρήσεις και αυτόνομη παρουσία σε ανοικτή θάλασσα αλλά και στο Αιγαίο.

Η συμφωνία προβλέπει την αγορά τριών φρεγατών (οι δύο θα παραδοθούν το 2025 και η τρίτη το 2026) έναντι 2,9 δισ. ευρώ, και στο κόστος αυτό περιλαμβάνεται το σύνολο του οπλισμού των τριών φρεγατών και η υποστήριξή τους για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, ενώ υπάρχει πρόβλεψη και για δυνατότητα αγοράς ακόμη μίας φρεγάτας.

Οι γαλλικές φρεγάτες θα έχουν τις προδιαγραφές που έχει ζητήσει το ΠΝ, με εκτόπισμα σχεδόν 4.500 τόνους, με δυνατότητα υποδοχής ελικοπτέρων, σημαντική επιχειρησιακή διαθεσιμότητα 3.500 ωρών και μέγιστη ταχύτητα τους 27 κόμβους. Μπορεί να εξοπλισθεί με πυραύλους και βλήματα υψηλής ακρίβειας και αποτελεσματικότητας, με πιο σημαντικό το αντιαεροπορικό σύστημα 32 Aster, το οποίο θα μπορεί να συνδυάζει τη χρήση βλημάτων Aster και MICA, τους ισχυρότατους πυραύλους SCALP-Naval, αντιπλοϊκούς πυραύλους τύπου Exocet ΜΜ40Β3, ελαφρές τορπίλες MU 90, RAM 21 πυραύλων και πυροβόλο 76 χιλιοστών.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Φωτό: onalert.gr


Σχολιάστε εδώ