Γρηγόρης Λιόνης στο “Π”: Το εισόδημα του λαού έχει κυριολεκτικά πετσοκοφτεί…
Του
ΓΡΗΓΟΡΗ ΛΙΟΝΗ
Μέλους της ΚΕ του ΚΚΕ,
Υπεύθυνου του Τμήματος Οικονομίας
Το καυτό ζήτημα της ακρίβειας, που το τελευταίο διάστημα έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις, είναι στην πραγματικότητα μια ακόμα πλευρά της πολύπλευρης επίθεσης που δέχονται τα εργατικά – λαϊκά δικαιώματα.
Οι τιμές ειδών πρώτης ανάγκης έχουν εκτοξευθεί, καθιστώντας τη ζωή της εργατικής, λαϊκής οικογένειας ακόμα δυσκολότερη. Γι’ αυτό και το φετινό show Μητσοτάκη και Τσίπρα στη ΔΕΘ θα έχει σίγουρα την ακρίβεια ως ξεχωριστό «αντίπαλο». Θα ακούσουμε προτάσεις που τάχα μπορούν να βελτιώσουν την κατάσταση. Θα τους ακούσουμε να επαναλαμβάνουν τη χιλιοειπωμένη καραμέλα, ότι η ανάπτυξη του επόμενου διαστήματος μπορεί να γίνει καλύτερη και να απαντήσει στα προβλήματα του λαού.
Τα γεγονότα, όμως, είναι πεισματάρικα. Η αλήθεια είναι ότι η ακρίβεια είναι η τελευταία πράξη του δράματος. Η επίθεση στο λαϊκό εισόδημα αφορά πρώτα και κύρια τη δραστική περικοπή των μισθών, που έχει γίνει την τελευταία 10ετία, την εκτίναξη της φορολογίας, άμεσης και έμμεσης, τις πελώριες ασφαλιστικές εισφορές, την εμπορευματοποίηση πλευρών της ζωής των εργαζομένων κ.ά. Με λίγα λόγια, το εισόδημα του λαού έχει κυριολεκτικά πετσοκοφτεί από το σύνολο της πολιτικής όλων των αστικών κομμάτων την τελευταία 10ετία. Η πείρα αποδεικνύει ότι ο λαός πληρώνει τα «σπασμένα» τόσο της κρίσης όσο και της ανάπτυξης, ότι η ψαλίδα ανάμεσα στο τι παράγουν οι εργαζόμενοι και στο τι καταναλώνουν συνεχώς διευρύνεται.
Η εκτίναξη των τιμών στα είδη πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης είναι μια ακόμα πλευρά του ίδιου φαινομένου. Πλευρές που την εξηγούν αφορούν:
– Την ίδια την καπιταλιστική ανάπτυξη, την έξοδο από την κρίση, που οδηγεί σε αυξήσεις των τιμών μετά τις μεγάλες μειώσεις της κρίσης.
– Την επεκτατική πολιτική της ΕΕ και τη δραστική αύξηση της μάζας του χρήματος, που έχει σχεδόν διπλασιαστεί, οδηγώντας σε πληθωριστικές τάσεις.
– Τις δραστικές αυξήσεις στα τιμολόγια του ρεύματος, γενικότερα την πολιτική για την «προστασία του περιβάλλοντος» και ειδικά την «πράσινη συμφωνία» της ΕΕ (την οποία ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ διαγκωνίζονται για το ποιος θα την εφαρμόσει κατά προτεραιότητα). Αυτή η πολιτική οδηγεί σε αυξήσεις σε μια ολόκληρη κατηγορία εμπορευμάτων, λόγω της πολιτικής της λεγόμενης «πράσινης ενέργειας».
– Τις μεγάλες εσωτερικές αντιθέσεις του κεφαλαίου, που επίσης οδηγούν σε αυξήσεις. Ο πακτωλός χρηματοδότησης της ΕΕ οδηγεί σε έναν ανελέητο πόλεμο για το πώς θα διανεμηθεί η καινούργια «πίτα».
– Για ορισμένες κατηγορίες εμπορευμάτων, η προώθηση των εξαγωγών, στο πλαίσιο της «εξωστρεφούς οικονομίας», επίσης τροφοδοτεί την ακρίβεια. Η ευκολία με την οποία ποιοτικά εμπορεύματα (ελαιόλαδο, γαλακτοκομικά, αιγοπρόβειο κρέας, αναψυχή υψηλού επιπέδου) μπορούν να διοχετευθούν στο εξωτερικό αντικειμενικά διαμορφώνει στα εμπορεύματα αυτά τιμές «εξωτερικού».
– Τέλος, οι συνεχιζόμενες ιδιωτικοποιήσεις οδηγούν σε εμφάνιση «κόστους» εκεί που δεν υπήρχε.
Η διαχρονική πολιτική των τελευταίων δεκαετιών, τα συνεχιζόμενα κύματα εμπορευματοποίησης στην ενέργεια, στην ύδρευση, στις μεταφορές, στην υγεία και στην παιδεία αυξάνουν δραστικά το κόστος για τη λαϊκή οικογένεια.
Η «ακρίβεια», λοιπόν, δεν οφείλεται σε κάποιους λαθεμένους χειρισμούς της τωρινής ή της προηγούμενης κυβέρνησης, αλλά τελικά αποτυπώνει την εξαθλίωση της εργατικής τάξης λόγω της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Στις σημερινές συνθήκες, το εργατικό λαϊκό κίνημα οφείλει να κινηθεί αποφασιστικά, να αναπτύξει μια συνδυασμένη πάλη απέναντι στην πολιτική αφαίμαξης του λαϊκού εισοδήματος, διεκδικώντας –μεταξύ άλλων– ουσιαστικές αυξήσεις μισθών, κατάργηση της αντιλαϊκής φορολογίας και μετακύλιση των φορολογικών βαρών στο μεγάλο κεφάλαιο, αύξηση των συντάξεων και μείωση των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων, με μετακύλισή τους στην εργοδοσία, φρένο στις ανατιμήσεις των προϊόντων πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης και ουσιαστική παρέμβαση κατά των διαφόρων καρτέλ, με ένα κίνημα που μπορεί να πάρει και πανελλαδικά χαρακτηριστικά.
Η πάλη αυτή για την προστασία του λαϊκού εισοδήματος μπορεί να έχει συνέχεια και προοπτική μόνο όταν ενταχθεί στη μάχη απέναντι στη στρατηγική του κεφαλαίου, αφού τελικά η αφαίμαξη του λαϊκού εισοδήματος είναι απαράβατος όρος για την ίδια την καπιταλιστική ανάπτυξη. Το εργατικό – λαϊκό κίνημα, λοιπόν, δεν έχει κανένα συμφέρον να επιλέξει τον έναν ή τον άλλον διαχειριστή του καπιταλισμού, τον έναν ή τον άλλον τρόπο αφαίμαξης του λαού. Η πιο επεκτατική διαχείριση, που θέλει ο ΣΥΡΙΖΑ και φέρνει μεγαλύτερο πληθωρισμό, είναι η άλλη όψη της πιο περιοριστικής, που θέλει η ΝΔ και αφαιμάσσει με διαφορετικό τρόπο. Μοναδική ρεαλιστική διέξοδος είναι ο ριζικά διαφορετικός δρόμος ανάπτυξης της εργατικής εξουσίας που προτείνει το ΚΚΕ.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ