Βασίλης Ταλαμάγκας στο “Π”: Γερμανία: Έρχονται εκλογές με εκπλήξεις

Βασίλης Ταλαμάγκας στο “Π”: Γερμανία: Έρχονται εκλογές με εκπλήξεις

Του
ΒΑΣΙΛΗ ΤΑΛΑΜΑΓΚΑ


«Τα πάντα ρει» στη Γερμανία με αφορμή τις κρίσιμες βουλευτικές εκλογές του ερχόμενου Σεπτεμβρίου. Στις τελευταίες σφυγμομετρήσεις και στην ερώτηση «ποιον θα προτιμούσατε για καγκελάριο;», ο Όλαφ Σολτς, υ­πουργός Οικονομικών και υποψήφιος των Σοσιαλδημοκρατών, ήρθε πρώτος. Το δημοσκοπικό εύρημα αιφνιδιάζει, γιατί έ­ναν μήνα πριν η απάντη­ση ήταν άλλη και προβάδισμα είχε τότε ο Άρμιν Λάσετ, υποψήφιος των Χριστιανοδημοκρατών.

Ποιος από τους τρεις θα επικρατήσει; Ο Άρμιν Λάσετ από τους Χριστιανοδημοκράτες, ο Όλαφ Σολτς από τους Σοσιαλδημοκράτες ή η Αναλένα Μπέρμποκ από τους Πράσινους;

Η εκλογική κούρσα προς την καγκελαρία δεν ήταν ποτέ άλλοτε στο παρελθόν τόσο αμφίρροπη όσο αυτήν τη φορά και λόγω του ότι η Μέρκελ δεν ξαναβάζει υποψηφιότητα. Η υποτιθέμενη νέα αρχή ηλεκτρίζει τους ψηφοφόρους και κάνει φυσικά τις δημοσκοπήσεις ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες.

Οι πολιτικοί παρατηρητές διαπιστώνουν ότι φθίνει τις τελευταίες δεκαετίες ο δεσμός τμημάτων του εκλογικού σώματος με συγκριμένα κόμματα. Οφείλεται κυρίως στο ότι σήμερα ζούμε σε μια εποχή νέων συνθηκών, συ­μπεριλαμβανομένης της πανδημίας, και λιγότερο ιδεολογικοποιημένη. Πολλοί θεωρούν ότι έχει αυξηθεί ο αριθμός των κομμάτων που θα μπορούσαν να ψηφίσουν. Αλλά και η μετακίνηση α­πό ένα κόμμα σε άλλο είναι μια επιλογή που γίνεται σε όλο και πιο μικρό διάστημα.

Η εμφανής χαλάρωση της σχέσης με ένα κόμμα αφορά όλους τους θεσμούς και κυρίως την Εκκλησία και τα Συνδικάτα. Στις εκλογές δεν αφήνουν πια το αποτύπωμά τους ομάδες παραδοσιακών ψηφοφόρων, όπως τις παλαιότερες δεκαετίες. Ο παραδοσιακός τρόπος ανάλυσης των πολιτικών συσχετισμών έχασε τη σταθερότητά του. Μόνο ένας βασικός παράγοντας φαίνεται να παραμένει σταθερός και αυτός είναι η μελλοντική σχέση με μια άνετη, οικονομικά, ζωή.

Η Deutsche Welle ανέφερε πρόσφατα ένα ιστορικό παράδειγμα. «Όταν το 1969 εξελέγη ο Βίλι Μπραντ, ως πρώτος μεταπολεμικός καγκελάριος από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, παρατηρητές έκαναν λόγο για μια ιστο­ρικών διαστάσεων αλλαγή στο ε­κλογικό αποτέλεσμα. Στην πραγματικότητα το SPD κέρδισε ένα ποσοστό 3,4% και τα Χριστιανικά Κόμματα απώλεσαν 1,5%. Για σύγκριση ας πάρουμε το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών του 2017. Τα Χριστιανικά Κόμματα απώλεσαν 8,7% από τη δύναμή τους και το SPD 5,2%. Αυτό ερμηνεύτηκε ως εκλογικό αποτέλεσμα ρουτίνας, παρά το ότι καταγράφηκαν εμφανώς μεγαλύτερες μετακινήσεις ψηφοφόρων. Κάτι τέτοιο επηρεάζει τις δημοσκοπήσεις, που έχουν γίνει πιο ασαφείς λόγω της μεγαλύτερης κινητικότητας στην εκλογική συ­μπεριφορά των ψηφοφόρων».

Οι δημοσκοπήσεις στη Γερμανία, που βγαίνουν στο φως σχεδόν καθημερινά, επηρεάζουν τους ψηφοφόρους στη διαμόρφωση εικόνας. Και αυτό θα μπορούσε να τους οδηγήσει σε εκλογικές αποφάσεις, που θα ευνοούσαν κυρίως κόμματα με μεγαλύτερα ποσοστά.

Από την άλλη πλευρά, η δουλειά των δημοσκόπων γίνεται δύσκολη όταν συρρικνώνεται η α­πόσταση ανάμεσα στα κόμματα. Οι μετακινήσεις των ψηφοφόρων στην ατμομηχανή της Ευρώπης μπορεί να φέρουν εκπλήξεις στη χώρα, που μέχρι σήμερα κανείς δεν μπορεί δει.

Άλλωστε η Μέρκελ αποτελεί ήδη Ιστορία. Μπορεί να θέλει και η ίδια, για την υστεροφημία της, η Γερμανία να κινηθεί από τη σταθερότητα στην αστάθεια…

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ