Θαν. Κικίνης στο “Π”: Αναβάθμιση του σχολείου, ενδυνάμωση των εκπαιδευτικών: Ο ευφημισμός ως μέσο αποπροσανατολισμού

Θαν. Κικίνης στο “Π”: Αναβάθμιση του σχολείου, ενδυνάμωση των εκπαιδευτικών: Ο ευφημισμός ως μέσο αποπροσανατολισμού

Του
ΘΑΝΑΣΗ ΚΙΚΙΝΗ
Προέδρου ΔΣ Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδας


Ο νέος, πλέον, νόμος που ψηφίστηκε το βράδυ της Τετάρτης 28/7/2021 αποτελεί μια, επί το χείρον, συνέχεια του ατέλειωτου «ράβε-ξήλωνε» στον τόσο ευαίσθητο χώρο της Παιδείας, με την αυταπάτη (ή μήπως απάτη;) εκ μέρους κυβερνήσεων και/ή υπουργών ότι επιτελούν μεταρρυθμιστικό έργο.

Δυστυχώς, το κάλεσμα του ΔΣ της ΔΟΕ, κατά την παρουσίαση των πορισμάτων της επιστημονικής έρευνας για την ιδιωτικοποίηση στη δημόσια εκπαίδευση, που από κοινού πραγματοποίησε με την ΟΛΜΕ και την Education International τον Νοέμβριο του 2019, προς τους εκπροσώπους κυβέρνησης και πολιτικών κομμάτων, ιδιαίτερα αυτών που έχουν ασκήσει εξουσία τα 12 τουλάχιστον τελευταία χρόνια, έπεσε στο κενό. Ένα κάλεσμα που αφορούσε τη χάραξη στρατηγικής Εθνικής Πολιτικής για την Παιδεία, η οποία θα υπερβαίνει υπουργούς και κυβερνήσεις, με διαχρονικά χαρακτηριστικά και στόχο την ουσιαστική αναβάθμιση του σχολείου με βάση τις ανάγκες των μαθητών, στηριγμένου στις αρχές της παιδαγωγικής επιστήμης και όχι στα κελεύσματα της ευρωπαϊκής τράπεζας, του ΣΕΒ ή εκθέσεων ξένων προς το παιδαγωγικό ζητούμενο (όπως αυτή της ομάδας Πισσαρίδη).

Αν αυτό είναι το θεμελιώδες πρόβλημα στην άσκηση της εκπαιδευτικής πολιτικής, ο νέος νόμος μας εισάγει σε ένα σχολείο εντελώς διαφορετικό από αυτό που οραματίστηκαν μεγάλοι παιδαγωγοί και αυτό αποτελεί βόμβα στα θεμέλια του εκπαιδευτικού συστήματος, αφού το δημόσιο σχολείο μετασχηματίζεται καταστροφικά.

Αυτό που πρέπει να αντιληφθεί η ελληνική κοινωνία είναι ότι δεν πρόκειται για μια εξυγιαντική προσπάθεια της κυβέρνησης που συναντά την αντίδραση των, μεθοδικά, στοχοποιημένων, από τον ίδιο ακόμα τον πρωθυπουργό, συνδικαλιστών του χώρου της εκπαίδευσης. Πρόκειται για μετατροπή του χαρακτήρα και του ρόλου του σχολείου από κύτταρο μάθησης (που θα έπρεπε να έχουμε καταφέρει να είναι με πληρότητα) σε χώρο άσκησης διοικητικών πειραμάτων και εισαγωγής ιδιωτικοοικονομικών μεθόδων.

Η αποδυνάμωση του κυρίαρχου, ως τώρα, με αρχή από τον ν. 1566/1985, οργάνου παιδαγωγικής και διοικητικής λειτουργίας της σχολικής μονάδας (του συλλόγου διδασκόντων), με την παράλληλη ενδυνάμωση σε υπερβολικό βαθμό του ρόλου του διευθυντή (που σταδιακά γίνεται «άναξ», αφού αυτός, επί της ουσίας, αποφασίζει για το ποιοι εκπαιδευτικοί θα αποτελέσουν το «επιτελείο» της σχολικής μονάδας ως υποδιευθυντές, μέντορες, ενδοσχολικοί συντονιστές κ.λπ.):

• πλήττει την παιδαγωγική αυτονομία της σχολικής μονάδας (σε αντίθεση με τα όσα ψευδώς διαφημίζει η κυβέρνηση),
• παράγει συγκεντρωτισμό με στόχο την πιστή εφαρμογή των κεντρικών κατευθύνσεων από όλες τις σχολικές μονάδες,
• ανοίγει δρόμο, με όσα ορίζονται από το άρθρο 98, για την οικονομική αυτονομία (διακαή, μάλλον, πόθο της κυβέρνησης και αναβίωση του «οράματος» Διαμαντοπούλου) και το χειρότερο
• προβλέπει την εφαρμογή αυταρχικού διοικητικού μοντέλου με τον «εξοπλισμό» του διευθυντή και με πειθαρχικές εξουσίες.

Η ευκαιρία για την καθιέρωση ενός γνήσια παιδαγωγικού, ανατροφοδοτικού, αξιολογικού μοντέλου, όπου η θεαματική βελτίωση όλων των παραγόντων της εκπαιδευτικής διαδικασίας θα γινόταν πράξη και δεν θα παρέμενε ευχολόγιο, θυσιάζεται στην εμμονική αντίληψη της παιδαγωγικής αξιολόγησης ως συνάρτηση μετρήσιμων παραγόντων σε μια διαδικασία κατάταξης. Η περιγραφική, με τα όποια προβληματικά σημεία, μη τιμωρητική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, όπως αρχικά εμφανίζεται, μεταμορφώνεται σε μια ποσοτικοποιημένη κλίμακα όταν η διαδικασία θα αφορά την επιθυμία του εκπαιδευτικού να επιλεχθεί ως στέλεχος. Πλήρης άγνοια της παιδαγωγικής διαδικασίας και βάναυση υποτίμησή της, αντίληψη ότι η επιμόρφωση δεν είναι ένα προαπαιτούμενο, απαραίτητο εφόδιο για όλους, αλλά μια ευκαιριακή συνταγή «θεραπείας» των μετρημένων τρωτών σημείων και, το χειρότερο, απειλές και ποινές για όποιον δεν επιθυμεί να αξιολογηθεί, αντί της καλλιέργειας σχέσης εμπιστοσύνης και τη σύναψη «συμβολαίου» μεταξύ των εμπλεκόμενων στην αξιολόγηση. Η καταστροφική αντίληψη της κακώς εννοούμενης «πειθαρχίας» αντί του παιδαγωγικού κλίματος εμπιστοσύνης. Επικίνδυνη, επιστημονική ένδεια.

Εδώ και καιρό η πολιτική ηγεσία του ΥΠΑΙΘ αποδίδεται, δυστυχώς, σε μια εκστρατεία αποπροσανατολισμού γονέων και μαθητών. Υπερτονίζονται οι δεξιότητες, που αποτελούν ούτως ή άλλως στοιχείο της μαθησιακής διαδικασίας, πλασάρεται η εφαρμογή του «πολλαπλού βιβλίου», ενώ πρόκειται για δυνατότητα επιλογής βιβλίου (κάτι που έχει επαναληφθεί και σίγουρα δεν είναι κάποια εξαιρετική καινοτομία) και επιστρατεύονται εντυπωσιακές εκδηλώσεις (π.χ. στο στρογγυλό σχολείο), οι οποίες υποκαθιστούν, στο πλαίσιο μιας «άρτος και θεάματα» αντίληψης, τον ουσιαστικό, εποικοδομητικό θεσμικό διάλογο και την αναζήτηση της επιστημονικά τεκμηριωμένης παιδαγωγικής κατεύθυνσης (το γεγονός ότι αυτό, υποτίθεται, γίνεται μέσω του ΙΕΠ μόνο ως κακόγουστο αστείο μπορεί να εκληφθεί). Χρέος όλων όσων πονούν τη δημόσια εκπαίδευση και από τα πειράματα στο σώμα της, η μάχη για ένα σχολείο της παιδαγωγικής και όχι των αγοραίων (και από την αγορά εκπορευόμενων) πειραμάτων.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Φωτό: edweek.gr


Σχολιάστε εδώ