Άρθρο προέδρου ΕΒΕΠ Βασίλη Κορκίδη: «Το μεταχρονολογημένο ντόμινο των παγωμένων επιταγών»
Άρθρο του
Βασίλη Κορκίδη
Προέδρου ΕΒΕΠ
Η νέα αναστολή πληρωμής, των χρονολογημένων εντός πανδημίας επιταγών, φέρνει ανακούφιση στους εκδότες και πονοκέφαλο στους κομιστές. Ουσιαστικά όμως, μιλάμε για μια ωρολογιακή βόμβα στην αγορά, αφού εκτιμάται πως οι «παγωμένες» επιταγές ανέρχονται σε περίπου 4 δις ευρώ και παραμένουν απλήρωτες επί σχεδόν 18 μήνες.
Όταν κάποια στιγμή θα πρέπει να πληρωθούν μαζί με τις υπόλοιπες «παγωμένες» υποχρεώσεις, άνω των 28 δις ευρώ, τότε μόνο θα διαπιστώσουμε το «ταμειακό κενό» που θα δημιουργηθεί στις επιχειρήσεις. Ως εκ τούτου, απαιτείται πολύ μεγάλη προσοχή και αναζητείται επειγόντως οριστική λύση, ώστε να αποφευχθεί ένα ντόμινο δυσμενών επιπτώσεων στο σύνολο της ελληνικής αγοράς. Ως γνωστό, οι μεταχρονολογημένες επιταγές, αλλάζουν χέρια κατά μέσο όρο 5 φορές και τα 4 δις ευρώ, ουσιαστικά είναι τουλάχιστον 20 δις ευρώ «ανοιχτά» και διάσπαρτα στην αγορά. H νέα τροπολογία του υπουργείου Οικονομικών παρατείνει τη προθεσμία αναστολής των επιταγών, που έληγε τέλος Αυγούστου για άλλο ένα τρίμηνο, μέχρι τέλος Οκτωβρίου για εμφάνιση και πληρωμή, καθώς και για «μη σφράγιση» επιταγών επιχειρήσεων, που επλήγησαν από την εμφάνιση της πανδημίας τον Μάρτιο του 2020.
Αναστέλλεται επίσης η έκδοση διαταγής πληρωμής, καθώς και η λήψη πάσης φύσεως μέτρων ή διενέργεια πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης, ενώ κατά παρέκκλιση αξιόγραφα επί των οποίων έχει βεβαιωθεί ή πρόκειται να βεβαιωθεί αδυναμία πληρωμής από την πληρώτρια τράπεζα από την 1η Νοεμβρίου 2020, δεν καταχωρούνται σε αρχεία δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς, που τηρούνται από τα χρημαπιστωτικά ιδρύματα και εν γένει χρησιμοποιούνται από τις συστημικές τράπεζες, όπως η «Τειρεσίας ΑΕ», εάν αποδεδειγμένα εξοφληθούν έως τις 31 Οκτωβρίου 2021. Το οικονομικό επιτελείο για μία ακόμα φορά προσπαθεί να βοηθήσει, παρατείνοντας την αναστολή της πληρωμής των επιταγών, αλλά αυτή τη φορά πολύ σωστά, μόνο για συγκεκριμένες πληττόμενες επιχειρήσεις.
Η διαρκής μετακύλιση της υποχρέωσης στο μέλλον είναι σαφές πως δεν δίνει οριστική λύση στο πρόβλημα. Το μέτρο που υιοθετήθηκε για πρώτη φορά με το ξέσπασμα της πανδημίας, ξεκίνησε ως προσωρινή λύση που τείνει να μονιμοποιηθεί, αφού έχει ήδη διαρκέσει ενάμιση χρόνο. Ουσιαστικά όμως κρύβει το πρόβλημα κάτω από το χαλί, ενώ θα έπρεπε να υιοθετηθεί η πρόταση μας για τη δημιουργία ενός «ειδικού πλαφόν» με εύλογο επιτόκιο από τις τράπεζες για τις μεταχρονολογημένες επιταγές των «bankable» επιχειρήσεων. Ευχής έργο θα είναι, όποτε αυτές οι οφειλές των επιταγών καταστούν απαιτητές, να ενταχθεί η πληρωμή τους σε ένα πρόγραμμα χρηματοδότησης με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.
Σε κάθε περίπτωση, η διαιώνιση του προβλήματος και η συνεχείς παρεμβάσεις στο συναλλακτικό κύκλωμα έχει απαξιώσει τις επιταγές ως μέσο συναλλαγής, κάτι που αποτυπώνεται και στη χρήση μεταξύ επιχειρήσεων. Αντίστοιχα, έχουν αυστηροποιηθεί τα κριτήρια για την αποδοχή των επιταγών από τις τράπεζες ως μέσο προεξόφλησης στη χρηματοδότηση επιχειρήσεων για κεφάλαια κίνησης.
Το ρίσκο έχει ανάλογα αυξηθεί και καθιστά ακριβότερο τον δανεισμό για επιχειρήσεις, που κάνουν χρήση επιταγών για το άνοιγμα ή την επέκταση πιστωτικών γραμμών. Η μείωση κυκλοφορίας μεταχρονολογημένων επιταγών μπορεί να οδηγεί εμμέσως στην εξυγίανση της συναλλακτικής πρακτικής, αλλά ταυτόχρονα δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στον χρόνο πίστωσης και την έλλειψη ρευστότητας.
Οι παρατάσεις έχουν μετατρέψει τις επιταγές σε επισφαλή τρόπο πληρωμής και για αυτό πολλές επιχειρήσεις δεν δέχονται πλέον να προμηθεύσουν πελάτες τους με πρώτες ύλες και προϊόντα με τη χρήση επιταγής. Με αυτή την εξέλιξη, οι επιταγές καθίστανται από βασικό μέσο συναλλαγής σε μέσο αποφυγής, διαταράσσοντας σοβαρά τις πληρωμές στην εφοδιαστική αλυσίδα, που αναμένει ένα μεταχρονολογημένο ντόμινο.