Ο ΜΑΙΓΚΡΕ ΚΑΙ Η ΝΕΚΡΗ ΚΟΠΕΛΑ
Συγγραφέας
GEORGES SIMENON (Ζωρζ Σιμενόν)
Μετάφραση
ΑΡΓΥΡΩ ΜΑΚΑΡΩΦ
Χρόνια ολόκληρα, η Λουίζ έψαχνε επίμονα τη θέση της χωρίς ποτέ να τη βρει. Χαμένη σ’ έναν κόσμο που δεν τον καταλάβαινε, γραπώθηκε απελπισμένα από την πρώτη τυχούσα γυναίκα, και αυτή κατέληξε να τής τη φέρει. Μόνη, σκλήραινε μέσα σε ένα εχθρικό περιβάλλον, όπου μάταια προσπαθούσε να μάθει τους κανόνες του παιχνιδιού. Μάλλον δεν γνώριζε τίποτα για τον πατέρα της. Από μικρή, ήδη, θα έπρεπε να αναρωτιέται γιατί η μητέρα της δεν ήταν σαν τις άλλες, γιατί οι δυό τους ζούσαν διαφορετικά απ’ τους γείτονες.
—Είναι όμορφη, συμφωνείτε ;
Δεν ήταν η λέξη που έψαχνε, ούτε αυτή που αντιστοιχούσε ακριβώς στην πραγματικότητα. Η κοπέλα, σίγουρα, ήταν όμορφη, όμως υπήρχε κάτι παραπάνω, που ήταν δύσκολο να το προσδιορίσει. Ο φωτογράφος είχε καταφέρει να δώσει ζωή σ’αυτά τα μάτια που έμοιαζαν να κάνουν μία ερώτηση που παρέμενε όμως αναπάντητη.
Σε δύο εκτυπώσεις φορούσε το μαύρο της φόρεμα・ σε μία άλλη το καφέ καρώ παλτό・ και στην τελευταία ήταν με το βραδινό. Τη φανταζόσουν στους δρόμους του Παρισιού, όπου υπήρχαν τόσες κοπέλες σαν την ίδια, να στριμώχνεται ανάμεσα στο πλήθος, να σταματάει για να χαζέψει λίγο τις βιτρίνες και να συνεχίζει το δρόμο της για ένας Θεός ξέρει πού.
Είχε κάποτε έναν πατέρα, μία μητέρα, αργότερα, στο σχολείο, συμμαθήτριες. Στη συνέχεια, κάποιοι άνθρωποι τη γνώρισαν νεαρή κοπέλα, γυναίκες, άνδρες. Τους είχε μιλήσει. Τη φώναζαν με το όνομά της. Όμως, τώρα ήταν νεκρή, κανείς δεν φαινόταν να τη θυμάται, κανείς δεν ανησυχούσε, ήταν σαν να μην υπήρξε ποτέ.
Ο επιθεωρητής Μαιγκρέ επιχειρεί να ανασυνθέσει τις τελευταίες μέρες και ώρες στη ζωή μιας κοπέλας που βρέθηκε νεκρή μια νύχτα στους δρόμους του Παρισιού. Προσπαθεί να μπει στη θέση της και να φανταστεί τι σκέψεις και τις πράξεις της. Τον ενδιαφέρει ο χαρακτήρας του θύματος, ψάχνει να γνωρίσει και να καταλάβει την κοπέλα, θέτοντας ερωτήματα σε όσους τη συνάντησαν. Το ενδιαφέρον του Μαιγκρέ για το θύμα τον οδηγεί σε μια συναισθηματική ταύτιση μαζί του. Μια από τις δυνατότερες ιστορίες του Σιμενόν με τον Μαιγκρέ.
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα
Ο Ζωρζ Σιμενόν, Βέλγος γαλλόφωνος συγγραφέας, γεννήθηκε στη Λιέγη το 1903. Αποφάσισε από νωρίς να αφοσιωθεί στη συγγραφή. Στα δεκαέξι του χρόνια έγινε δημοσιογράφος στη La Gazette de Liège. Το πρώτο μυθιστόρημά του, που το υπέγραψε με το ψευδώνυμο Georges Sim, εκδόθηκε το 1921: Au pont des Arches, petite histoire liégeoise. Το 1922 εγκαταστάθηκε με τη ζωγράφο σύζυγό του στο Παρίσι, όπου έγραψε ιστορίες και μυθιστορήματα σε συνέχειες, κάθε λογοτεχνικού είδους. Μεταξύ του 1923 και του 1933 δημοσιεύτηκαν σχεδόν διακόσια μυθιστορήματά του, πάνω από χίλιες ιστορίες και απειράριθμα άρθρα του. Το 1929 ο Σιμενόν σχεδιάζει τον πρώτο Μαιγκρέ : Πιέτρ ο Λετονός. Το βιβλίο κυκλοφόρησε στις εκδόσεις Fayard το 1931 και ο επιθεωρητής Μαιγκρέ έγινε σύντομα εξαιρετικά δημοφιλής.
Ο Σιμενόν έγραψε συνολικά εβδομηνταδύο περιπέτειες με τον Μαιγκρέ (καθώς και πολλές συλλογές διηγημάτων – μέχρι τον τελευταίο Μαιγκρέ το 1972, Ο Μαιγκρέ και ο κύριος Σαρλ). Λίγο αργότερα, ο Σιμενόν άρχισε να γράφει αυτά που ονόμαζε « μυθιστορήματα-μυθιστορήματα » ή « σκληρά μυθιστορήματα »: πάνω από εκατόν δέκα τίτλους, από το Ξενοδοχείο της Αλσατίας (1931) μέχρι τους Αθώους (1972), με πιο γνωστά τα έργα Το σπίτι στο κανάλι (1933), Ο άνθρωπος που έβλεπε τα τρένα να περνούν (1938 – Άγρα, 2004), Ο δήμαρχος της Φυρν (1939), Οι άγνωστοι μέσα στο σπίτι (1940 – Άγρα, 2011), Τρία δωμάτια στο Μανχάτταν (1946 – Άγρα, 2007), Γράμμα στον δικαστή μου (1947), Το χιόνι ήταν βρόμικο (1948 – Άγρα, 2011), Ο ανθρωπάκος από το Αρχαγγέλσκ (1956 – Άγρα, 2009), Η φυγή του κυρίου Μοντ (1945 – Άγρα, 2012), Ο θάνατος της Μπελλ (1952 – Άγρα, 2012), Ο Γάτος (1967 – Άγρα, 2010), Σεληνιασμός (1933 – Άγρα, 2013), Στριπτήζ (1958 – Άγρα, 2015), Ο άνθρωπος από το Λονδίνο (1933 – Άγρα, 2014), Μπέττυ (1961 – Άγρα, 2016), Οι δαίμονες του πιλοποιού (1949 – Άγρα, 2019) κ.ά. Παράλληλα με αυτή την εντατική λογοτεχνική δραστηριότητα, ταξιδεύει συνεχώς· εγκαταλείπει το Παρίσι και εγκαθίσταται στη Σαρέντ και κατόπιν, κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο, στη Βαντέ. Το 1945 αφήνει την Ευρώπη για την Αμερική, όπου θα διαμείνει δέκα χρόνια. Επιστρέφει έπειτα στη Γαλλία και εγκαθίσταται οριστικά στην Ελβετία. Από το 1972 αποφασίζει να σταματήσει το γράψιμο. Με τη χρήση ενός μαγνητοφώνου αφοσιώθηκε έκτοτε στις εικοσιδύο Υπαγορεύσεις του και κατόπιν συνέταξε τα ογκώδη απομνημονεύματά του Memoires intimes (1981). Πέθανε στη Λωζάννη το 1989. Πολλά μυθιστορήματά του έχουν διασκευαστεί για τον κινηματογράφο και την τηλεόραση.
Κατηγορία: Σειρά Αστυνομικής Λογοτεχνίας
ISBN: 978-960-505-441-0