Ν. Γ. Χαριτάκης στο “Π”: Η μετά Covid-19 εποχή

Ν. Γ. Χαριτάκης στο “Π”: Η μετά Covid-19 εποχή


Yπό
Ν. Γ. ΧΑΡΙΤΑΚΗ
πρώην Επίκουρου Καθηγητή Οικονομικών του ΕΚΠΑ,
Γραμματέα Αποκρατικοποιήσεων, ΔΣ ΤΑΝΕΟ


Αφορμή για τον προβληματισμό είναι η θεματογραφία των άρθρων που δημοσιεύθηκαν στα πρακτικά του σπουδαιότερου παγκοσμίως συνεδρίου της οικονομικής επιστήμης (Ετήσιο Συνέδριο της Αμερικανικής Οικονομικής Ένωσης). Περιδιαβάζοντας μάλιστα τις επιλεγμένες εισηγήσεις, αντιλήφθηκα πόσο σημαντική ήταν η πανδημία για την οικονομική επιστήμη.

Για τους οικονομολόγους η πανδημία ήταν ένα «τεράστιο φυσικό παράδειγμα». Όπως ακριβώς και ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, που άλλαξε τη θέση της επιστήμης στη μέτρηση της παραγωγικότητας των γυναικών και επηρέασε τη συμμετοχή τους στη βαριά βιομηχανία. Η πανδημία άλλαξε τις βάσεις της σύγχρονης οικονομικής πολιτικής. Μεταξύ πολλών, υπογραμμίζουμε την ταχύτητα και την ευελιξία με την οποία τα σημερινά παραγωγικά συστήματα, ανεξαρτήτως κλάδου, αντιδρούν σε ακραία κοινωνικά φαινόμενα και τη συμβολή των νέων τεχνολογιών στο οικονομικό, αποτελεσματικό και κερδοφόρο μέγεθος παραγωγής. Αυτό που δεκαετίες πριν αποκαλούσαμε, και μάλιστα χλευάζοντάς το, «small is beautiful».

Και όσοι εξ ημών δεν έχουν προβληματιστεί ιδιαίτερα με το οικονομικά αποτελεσματικό μέγεθος παραγωγής προτείνω να διαβάσουν διαφορετικά ένα από τα ερεθίσματα της πρόσφατης επίδειξης μόδας του οίκου Dior στη χώρα μας. Εκεί οι διοργανωτές έδειξαν πώς σήμερα μπορούν και συνεργάζονται με μια μικρή κλωστοϋφαντουργία στο Σουφλί και πώς αξιοποιούν ένα ραφτάδικο στην Καλαμάτα. Δύο παραγωγικές διαδικασίες που ουσιαστικά έκλεισαν πριν από λίγες δεκαετίες ιστορικούς κολοσσούς παραγωγής και ποιότητας στην Ευρώπη (βλέπε Γαλλία, Σκωτία, Ιταλία και προφανώς Ελλάδα, όπως η ΠΠ).

Έχει αξία λοιπόν να προβληματιστούμε από τα συμπεράσματα του συνεδρίου, αν θέλουμε να απαγκιστρωθούμε πολιτικά από την αδράνεια του status quo, αποδεχόμενοι ευκολότερα τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που θα προκύψουν για τη μετά Covid εποχή.

Έχοντας ως βάση τον Φεβρουάριο του 2021 ξέρουμε πλέον ότι η ανθρωπότητα χάνει 300.000 πολίτες και περίπου 500 δισ. σε ΑΕΠ μηνιαίως. Αν προσθέσουμε σ’ αυτό και το κόστος στην παροχή υπηρεσιών υγείας, μαζί με απώλειες σε ανθρώπινο κεφάλαιο, τότε μόνο για τις ΗΠΑ εκτιμάται ότι ανέρχεται στα 16 τρισ. ή περίπου 800 δισ. μηνιαίως. Το πρώτο συμπέρασμα λοιπόν αφορά την αναγκαιότητα μιας ταχύτατης αύξησης στην παραγωγή των εμβολίων. Για παράδειγμα, αν το 2021 αυξήσουμε την παραγωγή των δόσεων από 2 δισ. σε 3 δισ. θα έχουμε ένα κοινωνικό όφελος 2,5 τρισ. Ενώ οι επιχειρήσεις θα αυξήσουν τα έσοδά τους κατά 30 δισ., με μέση τιμή 15 δολάρια ανά δόση, ποσό που, αν και φαντάζει τεράστιο, είναι ασήμαντο σε επίπεδο υφηλίου. Επιπρόσθετα, αξιοποιώντας την εμπειρία μας στη διαμόρφωση των προμηθειών, είναι σίγουρο ότι ο ανταγωνισμός στην παραγωγή θα βελτιώσει ακόμη περισσότερο τα κοινωνικά οφέλη, μειώνοντας το έσοδο των παραγωγών.

Οι μελέτες δείχνουν ότι η δημιουργία των εμβολίων είχε ως αποτέλεσμα να παραμείνει σταθερή η παραγωγικότητα της εργασίας, ενώ, αντίθετα, όπως αναμενόταν, βελτιώθηκε το κοινωνικό αποτύπωμα. Η ερευνητική εξέλιξη δημιούργησε καλύτερες προοπτικές υγείας στις μεγαλύτερες ηλικίες, όχι μόνο σε σχέση με την πανδημία αλλά και σε σχέση με την παραγωγή φαρμάκων αναγκαίων για άτομα μεγαλύτερων ηλικιών. Για παράδειγμα, από το 2020 και μετά, η συμμετοχή των ερευνητικών δαπανών για φάρμακα που αφορούν άτομα 65 ετών και άνω αυξήθηκε κατά 50%.

Οι περιορισμοί που τίθενται εκ των προτέρων δεν εξασφαλίζουν τα κράτη που χρηματοδοτούν με δημόσιους πόρους ερευνητικά προγράμματα υγείας. Οι μελέτες καταλήγουν ότι οι συγκεκριμένοι περιορισμοί, π.χ., στο ύψος τιμολόγησης, έχουν ελάχιστη επίδραση στη βελτίωση της συνολικής κρατικής δαπάνης σε βάρος των παραγωγών εμβολίων. Αντίθετα, ενώ δεν επηρεάζονται οι τιμές, οι περιορισμοί δημιουργούν λιγότερες ευκαιρίες για τους ανεξάρτητους παραγωγούς, που θέλουν να συμμετάσχουν στην ανταγωνιστική διαδικασία.

Ένα ενδιαφέρον ερώτημα έχει να κάνει με τον ανταγωνισμό των οικονομολόγων και των επιδημιολόγων στη δημιουργία μοντέλων πρόβλεψης των εξελίξεων (π.χ. θάνατοι, εξέλιξη επιδημίας κ.ά.). Όπως έχει γραφτεί και από άλλους, οι οικονομολόγοι όπως και οι επιδημιολόγοι ασχολούνται ιδιαίτερα με θέματα που αφορούν απρόοπτα γεγονότα, όπως είναι κρίσεις, φούσκες χρηματιστηρίου, πόλεμοι και προφανώς πανδημίες. Μία ουσιώδης διαφορά των δύο επιστημονικών μεθόδων είναι εκείνη που εντάσσει στις οικονομικές μετρήσεις, σε αντίθεση με τις επιδημιολογικές, την ενδογενή αλλαγή στην κρίση της συμπεριφοράς των ατόμων. Για παράδειγμα, ενώ η ανοσία αγέλης προσομοιάζει με τη συμπεριφορά αγέλης που παρατηρείται στις χρηματιστηριακές φούσκες, η δυναμική της εξηγείται και μετριέται στην οικονομία, αλλά δεν εξηγείται στην επιδημιολογία. Από τις εργασίες του συνεδρίου προκύπτει ότι η ποιοτική βελτίωση των συμπερασμάτων στις επιδημιολογικές εκτιμήσεις της πανδημίας βελτιώνονται σημαντικά αν τα υποδείγματα της επιδημιολογίας αξιοποιήσουν ήδη γνωστή μεθοδολογία που χρησιμοποιείται στην οικονομική συμπεριφοριστική πρακτική.

Αντίστοιχο ερώτημα εξετάστηκε και σε σχέση με την προσαρμοστικότητα των ατόμων από τη στιγμή που αντιλαμβάνονται το πρόβλημα της πανδημίας. Ποιοι πληθυσμοί αντιδρούν άμεσα και ποιοι με καθυστέρηση; Ποια οικονομικά ή κοινωνικά κριτήρια επηρεάζουν περισσότερο τους πολίτες; Η πειθώ επηρεάζει ή όχι τη συμπεριφορά και σε ποια υποσύνολα πολιτών; Η συμπεριφορά αλλάζει όσο εξαπλώνεται η επιδημία;

Τα συμπεράσματα έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Κατ’ αρχάς, ο χρόνος, όπως και οι περιφερειακές αλλαγές στη διασπορά της πανδημίας, ιδιαίτερα στους ηλικιωμένους, έχει σημαντική επίδραση. Τα προστατευτικά μέτρα –για παράδειγμα, μάσκες στην αγορά προϊόντων, παραδόσεις στο σπίτι και γενικά αλλαγές στις συναλλαγές με άμεση επαφή– περιορίζουν τη διάδοση της επιδημίας από τις οικονομικές συναλλαγές κατά 80%. Εξελικτικά όμως, επιλογές που αφορούν περιορισμούς της κυκλοφορίας (lockdowns), ενώ θα μειώσουν την οικονομική δραστηριότητα, θα είναι αμφιβόλου αποτελεσματικότητας στη μείωση των μολύνσεων και στη διασπορά τους. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει κατ’ ουσία από τη μεθοδολογία των δύο μετρήσεων.

Τέλος, αν και λογικά περιμέναμε η πανδημία να περιορίσει σημαντικά τον αριθμό των ενεργών επιχειρήσεων που λειτουργούσαν προ αυτής, σε σύγκριση με την οικονομική πανδημία του 2008, οι μελέτες καταλήγουν στο ότι η κρίση της πανδημίας άφησε τη δομή ανεπηρέαστη. Αν και έκλεισαν επιχειρήσεις, οι νέες που άνοιξαν ήταν περισσότερες. Αντίθετα, στην πρόσφατη κρίση η περιορισμένη ρευστότητα θα επηρεάσει κυρίως τις μεγάλες και όχι τις μικρές επιχειρήσεις.

Σήμερα οι αιτήσεις για πνευματικά δικαιώματα σε νέες τεχνολογίες είναι υποστηρικτικές της εργασίας από το σπίτι. Οι μετρήσεις προβλέπουν ότι στις ΗΠΑ μετά την πανδημία το 20% των ημερών εργασίας θα παράγεται στο σπίτι σε σύγκριση με 5% την περίοδο 2017 – 2018. Τεχνολογικές λοιπόν εξελίξεις που στηρίζουν τηλεσυσκέψεις, τηλεπικοινωνίες, εξ αποστάσεως αλληλεπίδραση επιβεβαιώνουν την άποψη ότι στο άμεσο μέλλον, όσο περισσότεροι εξειδικευμένοι μπαίνουν στην παραγωγή, τόσο η τεχνολογία θα λειτουργεί συμπληρωματικά και όχι σε υποκατάσταση της εργατικής τους δύναμης.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ