Ανδρέας Πουλάς στο “Π”: Το Εθνικό Σύστημα Υγείας σε κίνδυνο;
Του
ΑΝΔΡΕΑ ΠΟΥΛΑ
Βουλευτή Ν. Αργολίδας,
Υπεύθυνου Κοινοβουλευτικού Τομέα Υγείας του Κινήματος Αλλαγής
Η πανδημία ανέδειξε, πέρα από κάθε αμφιβολία, ότι το Εθνικό Σύστημα Υγείας, παρ’ όλες τις παθογένειές του, είναι σταθερό, αξιόπιστο και προσηλωμένο στην προστασία της δημόσιας υγείας. Συνιστά κεκτημένο του κοινωνικού κράτους και στηρίζεται στην αφοσίωση των υγειονομικών, που το υπηρετούν, ενώ είναι προφανές ότι μια γενναία επένδυση για την αναβάθμισή του θα του προσδώσει μακροπρόθεσμα νέα δυναμική.
Η πανδημία το βρήκε να υποφέρει από έλλειψη κονδυλίων, με πρόσχημα τη δημοσιονομική προσαρμογή, η οποία επιβλήθηκε στη χώρα κατά τη δεκαετία των Μνημονίων. Είναι χαρακτηριστικό ότι η επιχορήγηση των νοσοκομείων από τον κρατικό προϋπολογισμό μειώθηκε κατά 860 εκατ. ευρώ από το 2015 μέχρι σήμερα.
Ενώ μας δίνεται ευκαιρία μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης να προκαλέσουμε ένα θετικό σοκ στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, τα στοιχεία που έχουν δοθεί από την κυβέρνηση για τη χρηματοδότηση του ΕΣΥ είναι απογοητευτικά. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι για το ΕΣΥ προβλέπονται μόνο 317 εκατ. για 120 νοσοκομεία σε βάθος εξαετίας και 273 εκατ. για την ΠΦΥ για το ίδιο χρονικό διάστημα, από ένα συνολικό ύψος 72 δισ. ευρώ από όλα τα ταμεία. Πολύ λίγα, ανεπαρκή για μια ουσιαστική αλλαγή. Καμιά σχέση με την προοπτική ενός νέου ΕΣΥ.
Μέχρι σήμερα και παρά τις υποσχέσεις της κυβέρνησης δεν έχει δοθεί στη δημοσιότητα ο πολυαναμενόμενος σχεδιασμός του επιτελικού κράτους για το νέο ΕΣΥ, για την ενίσχυση των δημόσιων νοσοκομείων με προσωπικό, για την κτιριακή τους αναβάθμιση, για τη δημιουργία ενός συνεκτικού δικτύου Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, για τον εκσυγχρονισμό του ΕΟΠΥΥ, για τη συνέργεια μεταξύ της πανεπιστημιακής έρευνας και τη ιατρικής πρακτικής, για μια μακροπρόθεσμη φαρμακευτική πολιτική.
Με δεδομένο όμως ότι η πανδημία δεν έχει τελειώσει και οι υγειονομικές ανάγκες του γενικού πληθυσμού παραμένουν αυξημένες, είναι επίκαιρο το ερώτημα για το τι είδους ΕΣΥ πραγματικά θέλουν οι πολίτες και επιτακτική η έναρξη δημόσιας συζήτησης και τοποθέτησης των κομμάτων και της κοινωνίας επ’ αυτού.
Το ΕΣΥ θα πρέπει να εξορθολογιστεί και να προσαρμοστεί στις σύγχρονες ανάγκες, γεγονός που δεν σημαίνει την ιδιωτικοποίησή του αλλά τον ανασχεδιασμό του με βάση το δημόσιο συμφέρον και τις σύγχρονες ανάγκες των πολιτών.
Συνεπώς, για ένα ενισχυμένο και αναβαθμισμένο ΕΣΥ μετά την πανδημία απαιτείται:
• Ενίσχυση των δημόσιων νοσοκομείων με μόνιμο προσωπικό, καθώς το υπάρχον προσωπικό είναι σήμερα κατάκοπο και αποδεκατισμένο και ανακυκλώνεται με αναγκαστικές μετακινήσεις από κέντρα υγείας σε νοσοκομεία και σε εμβολιαστικά κέντρα για τις ανάγκες αντιμετώπισης της πανδημίας.
• Καταγραφή των αναγκών σε υποδομές και κτίρια κάθε υγειονομικής περιφέρειας, προκειμένου να αξιοποιηθούν για τη σύνταξη του νέου υγειονομικού χάρτη της χώρας, κατόπιν σχετικής ζύμωσης με τις τοπικές κοινωνίες.
• Ύπαρξη ενός οργανωμένου σχεδίου Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, ως πρώτη αναφορά του ασθενή προ της νοσοκομειακής περίθαλψής του. Παρ’ όλες τις εξαγγελίες της κυβέρνησης ήδη από τον Νοέμβριο του 2019, σύμφωνα με τις οποίες αναμενόταν ολοκληρωμένη νομοθετική πρωτοβουλία για την οργάνωση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, αυτό δεν έχει γίνει ακόμα. Η ανάγκη ανάπτυξης επαρκών δομών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας είναι καταφανής ιδίως στη νησιωτική Ελλάδα –την προμετωπίδα του τουρισμού μας–, η οποία στηρίζεται υγειονομικά αποκλειστικά από αυτές.
• Ανανέωση του ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού ιδίως στα νοσοκομεία της περιφέρειας, ενεργειακή αναβάθμιση των υπαρχόντων κτιρίων και κατασκευή νέων κτιρίων όπου υπάρχει πρόσφορος χώρος και ελλιπής υγειονομική κάλυψη. Το μόνο θετικό που γίνεται αυτήν τη στιγμή στα νοσοκομεία είναι η αναβάθμιση ορισμένων υπαρχουσών δομών και η δημιουργία κάποιων καινούργιων μόνο μέσω των δωρεών που πραγματοποιήθηκαν με την έναρξη της πανδημίας.
• Επάρκεια κλινών ΜΕΘ και ΜΑΦ, στοχευμένα, σε νοσοκομεία της χώρας που διαδραματίζουν κομβικό ρόλο και είναι εύκολα προσβάσιμα.
• Δημιουργία και ένταξη στο ΕΣΥ δημόσιων κέντρων αποκατάστασης, μια ανάγκη που αποκάλυψε ο υψηλός αριθμός διασωληνωμένων για μεγάλα χρονικά διαστήματα κατά τη διάρκεια της πανδημίας καθώς και η γήρανση του πληθυσμού και το εξίσου σταθερά υψηλό ποσοστό τροχαίων ατυχημάτων και των πασχόντων από νοσήματα που απαιτούν πολύμηνη αποκατάσταση. Μέχρι σήμερα, το Σύστημα Υγείας εξυπηρετείται από ιδιωτικά κέντρα, ενώ ιδίως στην περιφέρεια η ανυπαρξία τέτοιων δομών είναι αισθητή.
• Ανάγκη θέσπισης σύγχρονων και πλήρως ανεπτυγμένων δομών ψυχικής υγείας σε όλη την επικράτεια. Η πανδημία ανέδειξε την ανεπάρκεια δομών για την ψυχική υγεία, ιδίως των νέων και των εφήβων, που αποτελούν και τα πλέον ευάλωτα θύματα των ψυχικών διαταραχών.
• Εφαρμογή ενός κεντρικού συστήματος προμηθειών υγείας στη χώρα μας καθώς διαχρονικά ο τομέας των προμηθειών στον χώρο της Υγείας αποτέλεσε μια μαύρη τρύπα ανεξέλεγκτων εξόδων και οικονομικής διαρροής.
• Αναπροσαρμογή του clawback και του rebate, καθώς με τον τρόπο που εφαρμόζονται μέχρι σήμερα δυσχεραίνουν την εισαγωγή νέων φαρμάκων και υπονομεύουν την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας.
Από την κατάσταση, λοιπόν, στην οποία βρίσκεται το ΕΣΥ μετά από ενάμιση χρόνο μάχης με την πανδημία είναι φανερό ότι για τη στήριξή του απαιτείται ένα συγκροτημένο πολιτικό σχέδιο, με σεβασμό στο πνεύμα του αρχικού νόμου της ίδρυσής του από το ΠΑΣΟΚ το 1983 και με απόλυτη διασφάλιση του δημόσιου χαρακτήρα του, χωρίς προφάσεις, εξαιρέσεις και εκπτώσεις.
Ο ελληνικός λαός δικαιούται ένα νέο ΕΣΥ, που να ανταποκρίνεται στις ολοένα αυξανόμενες υγειονομικές ανάγκες, με έμφαση στην ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών και με επίκεντρο τον άνθρωπο αλλά και με την παράλληλη αξιολόγηση και επιβράβευση του προσωπικού του, που το στήριξε στα πέτρινα χρόνια και στο οποίο αξίζουν πολλά παραπάνω από ένα χειροκρότημα.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Φωτό: cnn.gr