Η απόφαση κεφαλαιοποίησης της επικουρικής κοινωνικής ασφάλισης, οι κίνδυνοι και οι συνέπειες για την οικονομία και τη νέα γενιά – Aνάλυση Σ. Ρομπόλη, Β. Μπέτση

Η απόφαση κεφαλαιοποίησης της επικουρικής κοινωνικής ασφάλισης, οι κίνδυνοι και οι συνέπειες για την οικονομία και τη νέα γενιά – Aνάλυση Σ. Ρομπόλη, Β. Μπέτση

Των
ΣΑΒΒΑ Γ. ΡΟΜΠΟΛΗ
Ομότ. Καθηγητή Παντείου Πανεπιστημίου
και
ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Γ. ΜΠΕΤΣΗ
Δρος Παντείου Πανεπιστημίου


Η κυβερνητική απόφαση (23/6/2021) για την κεφαλαιοποίηση της επικουρικής κοινωνικής ασφάλισης συνοδεύεται από λανθασμένους ισχυρισμούς και επιχειρήματα, σύμφωνα με τα οποία:

α) Θα αντιμετωπισθεί η γήρανση του πληθυσμού, ώστε να διαφοροποιηθεί ο συγκεκριμένος κίνδυνος, ο οποίος θα επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό και τα δημοσιονομικά της χώρας.

β) Η νέα γενιά με την κεφαλαιοποίηση της επικουρικής σύνταξης θα λάβει μεγαλύτερες συντάξεις από τη σημερινή, αφού θα εξαλειφθεί ο δημογραφικός κίνδυνος.

γ) Θα προωθηθεί η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, αφού οι εισφορές των ασφαλισμένων θα συγκεντρώνονται και θα επενδύονται στα χρηματιστήρια, προκαλώντας ανάπτυξη, νέες θέσεις εργασίας, αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, αύξηση των μισθών και αύξηση των εσόδων από φόρους.

Όμως, το μειονέκτημα του κυβερνητικού εγχειρήματος, μεταξύ των άλλων, είναι η μονομερής ενημέρωση των πολιτών με την προβολή αβέβαιων πλεονεκτημάτων, παραβλέποντας επιμελώς την προβολή των μειονεκτημάτων και των κινδύνων, σύμφωνα με την διεθνή – ευρωπαϊκή βιβλιογραφία και εμπειρία. Από την άποψη αυτή, αξίζει να σημειωθεί ότι τα μειονεκτήματα και οι κίνδυνοι υπερτερούν των οποιοδήποτε πλεονεκτημάτων και αυτό γιατί οι κίνδυνοι της κεφαλαιοποίησης της επικουρικής ασφάλισης είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα συμβούν, σε αντίθεση με τα οποιαδήποτε οφέλη, τα οποία και επιστημονικά δεν έχει αποδειχθεί ότι συμβαίνουν (Brown, 2000, «Security for Social Security: Is prefunding the answer?»).

Πράγματι, η κεφαλαιοποιητική επικουρική ασφάλιση επηρεάζεται εξίσου με το διανεμητικό σύστημα από τη γήρανση του πληθυσμού και αυτό γιατί το προσδόκιμο ζωής, σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες δημογραφικές προβολές της Eurostat (Europop 2020), θα αυξηθεί από τα 79 έτη το 2020 στα 86,4 έτη το 2070 για τους άνδρες και αντίστοιχα στις γυναίκες από τα 84,3 έτη το 2020 σε 90,3 έτη το 2070. Έτσι, η νέα γενιά που θα ασφαλιστεί στην κεφαλαιοποιητική επικουρική ασφάλιση, εξαιτίας του γεγονότος ότι θα ζει κατά μέσο όρο αρκετά περισσότερο από τη σημερινή γενιά, για να λάβει την ίδια σύνταξη με τη σημερινή γενιά, όπως βεβαιώνουν οι κυβερνητικοί παράγοντες, τότε θα πρέπει ή να εισφέρουν κατά 35% περισσότερο από τους σημερινούς ασφαλισμένους (δηλαδή να έχουν 35% χαμηλότερο επίπεδο διαβίωσης από τους σημερινούς, προκειμένου να αποταμιεύσουν περισσότερο για τη σύνταξη) ή να συνταξιοδοτηθούν κατά μέσο όρο στα 73 αντί στα 67 έτη. Εάν δεν επιλέξουν τίποτα από τα δύο, τότε θα λάβουν 35% χαμηλότερη σύνταξη από τους σημερινούς συνταξιούχους.

Επίσης, σύμφωνα με τη διεθνή – ευρωπαϊκή βιβλιογραφία και εμπειρία, η κεφαλαιοποιητική επικουρική ασφάλιση έχει περισσότερους κινδύνους από το αναδιανεμητικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης (Antolin P. And Payet S., 2011, «Assessing the labour, financial and demographic risks to retirement income from defined-contribution pensions», OECD). Και αυτό γιατί η αναδιανεμητική ασφάλιση φέρει μόνο τον δημογραφικό κίνδυνο και το ύψος της σύνταξης εξαρτάται από την ανάπτυξη της οικονομίας (αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας και του ΑΕΠ), σε αντίθεση με την κεφαλαιοποιητική, για την οποία θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι με την κεφαλαιοποιητική επικουρική ασφάλιση των ατομικών λογαριασμών (κουμπαράς) αναλαμβάνει ο ίδιος ο νέος ασφαλισμένος/εργαζόμενος πλήρως τον δημογραφικό κίνδυνο (αύξηση του προσδόκιμου ζωής), τον κίνδυνο του πληθωρισμού, τον χρηματοοικονομικό-επενδυτικό κίνδυνο των χρηματιστηριακών αγορών καθώς και τον κίνδυνο της μείωσης των πραγματικών αποδόσεων των επενδύσεων από τα κόστη διαχείρισης των αποταμιεύσεών του (OECD, «Pensions Outlook», 2020).

Παράλληλα, λανθασμένα υποστηρίζεται ότι η επένδυση των εισφορών των ασφαλισμένων της κεφαλαιοποιητικής επικουρικής σύνταξης θα έχει ως τελικό αποτέλεσμα την αύξηση του ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης, αφού ένα τέτοιο συμπέρασμα δεν έχει αποδειχθεί από τη διεθνή και ευρωπαϊκή έρευνα και μελέτη (Orszag and Stiglitz [2000] – N. Barr [2000]). Επιπλέον, το μεγαλύτερο πρόβλημα της κεφαλαιοποίησης της επικουρικής κοινωνικής ασφάλισης είναι το κόστος μετάβασης, δηλαδή το ποσό με το οποίο θα πρέπει ο κρατικός προϋπολογισμός να χρηματοδοτεί τους σημερινούς συνταξιούχους και τους σημερινούς εργαζόμενους άνω των 35 ετών, όταν αυτοί θα συνταξιοδοτηθούν με τη σειρά τους, και αυτό γιατί οι νέοι εργαζόμενοι θα αποταμιεύουν στον ατομικό τους λογαριασμό (κουμπαρά).

Το κόστος αυτό εκτιμάται στα 62 δισ. ευρώ και μπορεί να φτάσει ακόμη και στα 75 – 78 δισ. ευρώ αν λάβουμε υπόψη την κυβερνητική υπόσχεση περί εγγύησης για μη αρνητικές αποδόσεις επενδύσεων και σύνταξη 15ετίας των αποδοχών του ανειδίκευτου εργάτη σε περίπτωση χηρείας και αναπηρίας αλλά και επιστροφής εισφορών. Αυτό το κόστος μετάβασης θα προστεθεί στο ήδη υψηλό δημόσιο χρέος (206%του ΑΕΠ, 2020), σε βαθμό που θα κινδυνεύσει να υπονομευθεί η μακροχρόνια βιωσιμότητα του χρέους, με ό,τι αυτό αρνητικά συνεπάγεται για την ελληνική οικονομία, την κοινωνία και τη νέα γενιά.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ