Λευτέρης Κιοσές στο “Π”: Τι γίνεται με τις πλαστικές σακούλες μεταφοράς στην Ελλάδα

Λευτέρης Κιοσές στο “Π”: Τι γίνεται με τις πλαστικές σακούλες μεταφοράς στην Ελλάδα

-Γιατί είναι απαραίτητη η απαγόρευση της δωρεάν διάθεσής τους


Του
ΛΕΥΤΕΡΗ ΚΙΟΣΕ
Γενικού Διευθυντή του ΙΕΛΚΑ


Η εφαρμογή της νομοθεσίας για τις πλαστικές σακούλες μεταφοράς στην Ελλάδα αποτελεί ένα πολύ καλό παράδειγμα των προβλημάτων και των στρεβλώσεων στην ελληνική αγορά σε σχέση με τις προσπάθειες μείωσης της σπατάλης υλικών αλλά και με την ορθή εφαρμογή της νομοθεσίας εν γένει.

Ουσιαστικά, η νομοθεσία για τις πλαστικές σακούλες μεταφοράς αποτελεί μέρος της εναρμόνισης της ελληνικής με την κοινοτική νομοθεσία, με πολύ συγκεκριμένους στόχους. Για να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι, επιβλήθηκε περιβαλλοντικό τέλος στις σακούλες μεταφοράς, αρχικά πάχους 15 – 50 μm και στη συνέχεια ανεξαρτήτως πάχους.

Ποια είναι η κατάσταση σήμερα;

Σε σχέση με το κανάλι των σούπερ μάρκετ η εφαρμογή του μέτρου ήταν αυστηρή και καθολική, με οργανωμένη ενημέρωση των καταναλωτών. Το 2020 καταγράφεται μείωση της τάξης του 99,9% στη χρήση της πλαστικής σακούλας ελαφρού βάρους σε σχέση με το 2017. Από 1,8 δισ. σακούλες σε λίγο κάτω από 1 εκατ. σακούλες. Πρακτικά, από το 2021 έχουν εξαλειφθεί από την ελληνική αγορά. Παράλληλα, η διάθεση βιοαποικοδομήσιμων – κομποστοποιήσιμων πλαστικών σακουλών, από μηδαμινή το 2017, το 2020 έφτασε τα 35 εκατ. τεμάχια και το 2021 αναμένεται να ξεπεράσει τα 250 εκατ. τεμάχια. Οι σακούλες αυτές πλέον διατίθενται και σε τμήματα συσκευασίας (π.χ., οπωροκηπευτικών), με όφελος και για το περιβάλλον αλλά και για την καλύτερη διατήρηση των φρέσκων ειδών.

Σε σχέση με τα λοιπά κανάλια εμπορίου – εστίασης καταγράφονται ανάμεικτες τάσεις και η έλλειψη ουσιαστικών ελέγχων από την Πολιτεία επέφερε αυξητικές τάσεις σε κάποια κανάλια.

Κατ’ αρχάς, εξακολουθεί να υφίσταται η παράλογη εξαίρεση των υπαίθριων λαϊκών αγορών και των περιπτέρων από την εφαρμογή της νομοθεσίας. Πρόκειται για μια προβληματική κατάσταση, που στέλνει λάθος μηνύματα στους πολίτες σε σχέση με τα μέτρα και τους στόχους τους, ενώ δημιουργεί και πρακτικά προβλήματα.

Σε σχέση με την υπόλοιπη αγορά καταγράφεται μερική εφαρμογή του μέτρου, αλλά με διαφοροποιήσεις ανάλογα με τον κλάδο και ενίοτε και την περιοχή.

Σε γενικές γραμμές, οι οργανωμένες αλυσίδες καταστημάτων, είτε στο λιανεμπόριο τροφίμων (π.χ., αρτοποιεία, κρεοπωλεία) είτε στην εστίαση (delivery) είτε σε άλλους εμπορικούς κλάδους (π.χ., ζαχαροπλαστεία), εφαρμόζουν τη νομοθεσία εξίσου καλά με τις αλυσίδες σούπερ μάρκετ.

Η εικόνα είναι εντελώς διαφορετική στους ίδιους αυτούς κλάδους όταν πρόκειται για μικρά σημεία πώλησης. Συχνά δεν εφαρμόζεται η νομοθεσία και δεν επιβάλλεται περιβαλλοντικό τέλος. Ειδικά από τον Ιανουάριο του 2021 και μετά είναι σαφές ότι σε μεγάλο βαθμό αυτό οφείλεται στην άγνοια που έχουν οι έμποροι σε σχέση με τις υποχρεώσεις τους. Ο προβληματισμός των μικρών εμπόρων έχει να κάνει αναμφίβολα και με την προσπάθεια διατήρησης των προσωπικών σχέσεων με την πελατειακή τους βάση. Άλλωστε, σε άλλους κλάδους με μικρότερους αριθμούς συναλλαγών, π.χ. είδη ένδυσης, παρατηρείται κατάργηση και αντικατάσταση της πλαστικής σακούλας από άλλου τύπου σακούλες, όπως χάρτινες, ενώ σε άλλους κλάδους, όπως τα φαρμακεία, παρατηρείται αντικατάσταση με βιοαποικοδομήσιμες. Η εφαρμογή του μέτρου είναι επίσης μεγαλύτερη στα αστικά κέντρα συγκριτικά με την επαρχία, όπου επίσης κυριαρχούν οι διαπροσωπικές σχέσεις στο εμπόριο.

Με δεδομένο ότι το κανάλι του σούπερ μάρκετ αντιπροσωπεύει μόνο το 50% – 55% των πωλήσεων του λιανεμπορίου τροφίμων και ακόμα λιγότερο από το σύνολο του λιανεμπορίου και της μαζικής εστίασης, εκτιμάται ότι η συνολική ποσοστιαία μείωση στην πλαστική σακούλα μεταφοράς είναι σημαντικά μικρότερη, σε περίπου 75 – 80 σακούλες ανά κάτοικο το 2020.

Πέρα από τον περιβαλλοντικό χαρακτήρα του προβλήματος, πλέον η στρέβλωση στην αγορά είναι τέτοια, που δημιουργεί ένα σαφές παράνομο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στις επιχειρήσεις που δεν εισπράττουν περιβαλλοντικό τέλος.

Άρα τι πρέπει και τι μπορεί να γίνει;

Χρειάζεται άρση των εξαιρέσεων από τη νομοθεσία.

Χρειάζεται ενημέρωση των μικρών επιχειρήσεων λιανεμπορίου.

Χρειάζεται εντατικοποίηση των ελέγχων.

Αλλά κυρίως χρειάζεται η απαγόρευση δωρεάν διάθεσης όλων των σακουλών, δηλαδή η υποχρέωση χρέωσής τους έστω και 0,01 ευρώ. Σήμερα δεν φαίνεται να υπάρχει άλλη εναλλακτική που να μπορεί να μειώσει οριζόντια, αποτελεσματικά και δίκαια τη χρήση της πλαστικής σακούλας. Το μέτρο αυτό πρέπει να εφαρμοστεί και για τις βιοαποικοδομήσιμες σακούλες. Αν και οι σακούλες αυτές είναι σαφώς πιο φιλικές προς το περιβάλλον, δημιουργούν και αυτές προβλήματα σε θαλάσσιους οργανισμούς, αλλά κυρίως δημιουργούν σύγχυση στον καταναλωτή.

Το παράδειγμα της πλαστικής σακούλας είναι ενδεικτικό μιας κουλτούρας που έχει διαμορφωθεί στην ελληνική αγορά τα τελευταία χρόνια, όπου ουσιαστικά το οργανωμένο κομμάτι της και οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις εναρμονίζονται με τη νομοθεσία αποτελεσματικά και ελέγχονται ως προς αυτό, ενώ το μεγαλύτερο αριθμητικά κομμάτι της αγοράς το αποφεύγει και δεν ελέγχεται ως προς αυτό. Πρακτικά, αυτός που βγαίνει χαμένος από την όλη κατάσταση είναι ο έλληνας καταναλωτής, που χάνει από τη χαμηλότερη παραγωγικότητα που προκαλείται και πλέον και από τις επιπτώσεις σε παράγοντες όπως το περιβάλλον.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ