Κρίσεις και συμπεράσματα μετά τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ

Κρίσεις και συμπεράσματα μετά τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Οι χαμηλοί τόνοι Ερντογάν στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ επιβεβαίωσαν τις εκτιμήσεις ότι θα ακολουθούσε τακτική «καλού παιδιού» έναντι των ΗΠΑ και των Ευρωπαίων, με στόχο να προωθήσει την έγκριση της θετικής ατζέντας κατά το προσεχές Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και να μειώσει την ένταση με τις ΗΠΑ, που έχει δυσάρεστες επιπτώσεις στο εσωτερικό πολιτικό και οικονομικό σκηνικό.

Ο Αμερικανός Πρόεδρος, πίσω από τα χαμόγελα και τη διπλωματική αβρότητα, έστειλε αυστηρό μήνυμα στον Ερντογάν ότι οι ΗΠΑ δεν θα επιδείξουν ανοχή απέναντι σε ορισμένες πολιτικές του, που στρέφονται ευθέως κατά των Δυτικών στρατηγικών συμφερόντων και έθεσε ως χρονικό όριο για μια επανεκτίμηση της καταστάσεως την επόμενη Σύνοδο του ΝΑΤΟ, το φθινόπωρο! Αναμένεται, κατά το διάστημα αυτό, να διεξαχθούν συνομιλίες και διαπραγματεύσεις σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών. Τι θα συζητηθεί μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών των δύο χωρών; Προφανώς, το θέμα των πυραύλων S-400, για το οποίο η Αμερικανική πλευρά δεν φαίνεται διατεθειμένη να κάνει οποιαδήποτε υποχώρηση. Οι σχέσεις επίσης της Τουρκίας με τη Ρωσία και την Κίνα, ο ρόλος της Τουρκίας στην Κεντρική Ασία, μ’ επίκεντρο το Αφγανιστάν στη Μέση Ανατολή, τη Λιβύη, τη Μαύρη Θάλασσα, τα Βαλκάνια και γενικά την Ανατολική Μεσόγειο, μ’ επίκεντρο τα Ελληνοτουρκικά.

Η ευρεία αυτή ημερήσια διάταξη περιλαμβάνει θέματα στα οποία μπορούν να ασκηθούν από την Αμερικανική πλευρά πολιτικές μαστιγίου και καρότου, στο πλαίσιο των γενικών επιδιώξεων της Αμερικανικής στρατηγικής. Ποια είναι η στρατηγική αυτή; Περίσφιγξη, κατά πρώτο λόγο, της Ρωσίας σε όλο τον περίγυρό της και ανάσχεση, όσο το δυνατόν, της στρατηγικής συνεργασίας της Ευρώπης με τη Ρωσία. Αυτό, πρακτικά, σημαίνει συνέχιση και κλιμάκωση της πιέσεως στην Ουκρανία, επιδίωξη ανατροπής του καθεστώτος Λουκασένκο στη Λευκορωσία και μετατροπή της Λευκορωσίας σε νέα Ουκρανία, πίεση κατά της Ρωσίας στον Καύκασο, με ενίσχυση των αντι-Ρωσικών δυνάμεων στη Γεωργία και στην Αρμενία.

Σε ό,τι αφορά ειδικότερα τη στρατηγική συνεργασία Ευρώπης – Ρωσίας, η Αμερικανική πλευρά τη θεωρεί ως γεωπολιτικό κίνδυνο για τις ΗΠΑ, όχι μόνο γιατί θα ενίσχυε οικονομικά και πολιτικά τη Ρωσία, αλλά γιατί θα υπονόμευε, σε προοπτική, τη διατλαντική στρατηγική σύζευξη Ευρώπης – ΗΠΑ, που είναι και η ουσία του ΝΑΤΟ. Ο Πρόεδρος Μπάιντεν χαμήλωσε τους τόνους για τον αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream ΙΙ, που είναι κατ’ εξοχήν ένα έργο στρατηγικής συνεργασίας, για να μην ωθήσει σε αδιέξοδο τις σχέσεις με τη Γερμανία, που εμμένει σ’ αυτόν, και αφού έλαβε υπ’ όψιν το γεγονός ότι αυτός έχει σχεδόν περατωθεί και αποτελεί τετελεσμένη πραγματικότητα.

Ειδικότερα επίσης για τα Βαλκάνια, η Αμερικανική πλευρά επιστρέφει σ’ αυτά με τον Μπάι­ντεν, με στόχο να ολοκληρώσει το έργο της μετατροπής τους σε μια περιοχή υπό Αμερικανική και Ευρωπαϊκή (κυρίως Γερμανική) ηγεμονία, μέσω των λεγομένων Ευρω-Ατλαντικών θεσμών, δηλαδή του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Στο πλαίσιο αυτό, εξεδόθη και το πρωτοφανές Προεδρικό Διάταγμα για τα Δυτικά Βαλκάνια, που συνιστά απόπειρα υποκαταστάσεως του διεθνούς δικαίους, με μονομερείς πράξεις μιας χώρας. Το διάταγμα απειλεί με κυρώσεις όσους στρέφονται εναντίον των Συνθηκών και Συμφωνιών που υπεγράφησαν από τη δεκαετία του ’90, μετά δηλαδή την Αμερικανική επέμβαση στη Γιουγκοσλαβία, και αφορούν τα Δυτικά Βαλκάνια. Το διάταγμα αναφέρεται, βεβαίως, και στην επαίσχυντη Συμφωνία των Πρεσπών, που είδαμε προσφάτως, με αφορμή το EURO, ποιο είναι το πραγματικό περιεχόμενό της και το οποίο θα έπρεπε λογικά να προβληματίσει σοβαρά την Ελληνική πλευρά για τους κινδύνους που αντιπροσωπεύει στο μέλλον η μειοδοσία αυτή και για την ανάγκη να παρθούν εγκαίρως τα απαραίτητα μέτρα.

Τα μέτωπα που φέρνουν σε αντιπαράθεση τις ΗΠΑ με τη Ρωσία είναι πολλά και, ασφαλώς, η Αμερικανική πολιτική θα είχε συμφέρον να εργαλειοποιήσει την Τουρκική συνεργασία και να προσφέρει ρόλους προς την Άγκυρα προς αυτήν την κατεύθυνση. Το πρόβλημα όμως για την Ουάσινγκτον είναι η έπαρση της Άγκυρας, που αξιώνει «ισότιμο» διάλογο με όλους τους Μεγάλους, και ο Ισλαμισμός του Ερντογάν, που προβάλλεται, σε σύνθεση με τον Τουρκικό εθνικισμό, ως η ιδεολογία που θα κάνει πάλι μεγάλη και αυτοκρατορική την Τουρκία.

Ο Ερντογάν, παρά τις εσωτερικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει και τις εξωτερικές πιέσεις που δέχεται, δεν μπορεί να υποχωρήσει από αυτό που παρουσιάζει ως όραμα της Τουρκίας, με ορόσημο το 1923, όταν θα έχουν συμπληρωθεί τότε 100 χρόνια από την εγκαθίδρυση της Τουρκίας, στη θέση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, με τη Συνθήκη της Λωζάννης.

Ο καθένας αντιλαμβάνεται ότι στο ευρύ αυτό πλαίσιο των Αμερικανο-Τουρκικών σχέσεων, τα Ελληνοτουρκικά θέματα, περιλαμβανομένης της Κύπρου, κατέχουν ιδιαίτερη θέση, γιατί οι Τουρκικές βλέψεις και διεκδικήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο, σε βάρος της Ελλάδος και της Κύπρου, αποτελούν για την Άγκυρα ιδιαίτερο στόχο και υψηλή προτεραιότητα. Ο καθένας επίσης αντιλαμβάνεται τους κινδύνους «ανταλλαγμάτων» σε βάρος της Ελλάδος και της Κύπρου.

Η συνάντηση Μητσοτάκη – Μπάιντεν, στο πλαίσιο της Συνόδου του ΝΑΤΟ, δεν έγινε. Αυτό δεν είναι τόσο σημαντικό, αλλά δεν είναι και ασήμαντο. Δείχνει ότι ο Αμερικανός Πρόεδρος δεν αποδίδει και τόση σημασία σ’ έναν σύμμαχο που είναι αναπόσπαστο μέρος του προβλήματος με την Τουρκία. Γιατί; Ίσως γιατί η άμετρη προθυμία του συμμάχου να ευθυγραμμίζεται συστηματικά και να υπερακοντίζει υπέρ των Αμερικανικών θέσεων στη διεθνή πολιτική, ακόμη και σε βάρος των εθνικών συμφερόντων, προεξοφλεί τη θέση του και παρουσιάζει ως δεδομένη την πρόσδεσή του στο Αμερικανό όραμα. Τελευταίο παράδειγμα, η εντελώς αντιδιπλωματική και απρόκλητη επίθεση Μητσοτάκη κατά του Κινέζου ηγέτη Τζιπίνγκ. Τόσο ασήμαντη είναι η συνεργασία με την Κίνα, που είναι μια φιλική χώρα για την Ελλάδα, όπως άλλωστε και η Ρωσία, ώστε ο Έλληνας πρωθυπουργός να αναλαμβάνει ρόλο πελταστή στις επιθέσεις των ΗΠΑ εναντίον της; Αρκεί να υπενθυμίσουμε ότι, πέραν των Κινεζικών επενδύσεων στην Ελλάδα και της τουριστικής τεχνολογικής και πολιτιστικής συνεργασίας, η Κίνα ψηφίζει σταθερά υπέρ της Κύπρου στο Συμβούλιο Ασφαλείας, ως μόνιμο μέλος, μαζί με τη Ρωσία και τη Γαλλία, αν αυτό σημαίνει κάτι για την αποστασιοποιημένη από το Κυπριακό κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ έγινε και η αναμενόμενη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν, πριν, βεβαίως, από τη συνάντηση Μπάιντεν – Ερντογάν, ώστε ο τελευταίος να παρουσιάσει στον Αμερικανό Πρόεδρο το «κλίμα διαλόγου» και συζητήσεως εφ’ όλης της ύλης με τον έλληνα πρωθυπουργό. Το πιο σημαντικό είναι αυτό που δεν γνωρίζουμε και το οποίο συζητήθηκε απορρήτως μεταξύ των δύο, χωρίς την παρουσία συνεργατών.

Κρίνοντας, επομένως, με βάση τα όσα έγιναν επισήμως γνωστά, μπορούμε να κάνουμε τον εξής απολογισμό:
α. Η Ελλάδα δέχθηκε τη συνέχιση της απραξίας στην άσκηση των δικαιωμάτων της, που απορρέουν από το διεθνές θαλάσσιο δίκαιο, με τη μορφή ενός μορατόριουμ, που ήταν βασική Τουρκική επιδίωξη. Η δέσμευση αυτή έρχεται σε μια στιγμή που η Τουρκία προωθεί, αντιθέτως, τη «Γαλάζια Πατρίδα». Σε μια στιγμή επίσης που η δήλωση του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών στο Κογκρέσο προαναγγέλλει επικύρωση της Διεθνούς Συμβάσεως για το Θαλάσσιο Δίκαιο και από τις ΗΠΑ. Στο πνεύμα αυτό πρέπει να ερμηνευθούν και οι σαφείς αναφορές στο διεθνές θαλάσσιο δίκαιο, σχετικά με την Ανατολική Μεσόγειο, στη Διακήρυξη της Συνόδου για τις σχέσεις Ευρώπης – ΗΠΑ.

β. Η «ασάφεια» της Ελληνικής πλευράς, που κάνει λόγο συστηματικά για «θαλάσσιες ζώνες», επαυξάνεται με αναφορά σε Ελληνοτουρκικές «διαφορές». Είναι γνωστό ότι οι λεγόμενες «θαλάσσιες ζώνες» περιλαμβάνουν τα χωρικά ύδατα, τη συνορεύουσα ζώνη και την υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Δεν είναι δυνατόν να δίνει η Ελληνική πλευρά την εντύπωση ή, πολύ χειρότερα ακόμη, να αποδέχεται την παραπομπή σε διμερή διαπραγμάτευση της επέκτασης των χωρικών υδάτων, η οποία ασκείται από κάθε χώρα μονομερώς, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο.

Σε ό,τι επίσης αφορά τις λεγόμενες «διαφορές», είναι πάγια Ελληνική θέση ότι, με βάση το διεθνές δίκαιο, η Ελλάδα αναγνωρίζει μία μόνο διαφορά με την Τουρκία, η οποία μπορεί να ρυθμισθεί με διαπραγματεύσεις ή να παραπεμφθεί, με συνυποσχετικό, σε Διεθνές Δικαστήριο. Αυτή είναι η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδος / ΑΟΖ. Η αποδοχή άλλων δήθεν διαφορών οδηγεί σε διαπραγμάτευση εκτός διεθνούς δικαίου και επί θεμάτων Ελληνικής κυριαρχίας.

γ. Η απουσία της Κύπρου από τη συζήτηση τι σημαίνει; Αποδέχεται η Ελλάδα την αποσύνδεση του Κυπριακού από τα Ελληνοτουρκικά θέματα, τη στιγμή που ο Ερντογάν κλιμακώνει τα σχέδιά του για τον γεωπολιτικό έλεγχο της Κύπρου και έχει εξαγγείλει τη μετάβασή του στην Κύπρο στις 20 Ιουλίου, επέτειο της Τουρκικής εισβολής;

δ. Τι δεσμεύσεις έχει αναλάβει ο Έλληνας πρωθυπουργός για τη «θετική ατζέντα» υπέρ της Τουρκίας, που θα συζητηθεί στο προσεχές Ευρωπαϊκό Συμβούλιο;

Φαίνεται, χωρίς να γνωρίζουμε και όλα όσα συζητήθηκαν, ότι το υποσχόμενο «ήσυχο καλοκαίρι» πληρώθηκε ήδη πολύ ακριβά.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ