Γ. Αρβανιτίδης στο “Π”: Το Κίνημα Αλλαγής προτάσσει μια «πράσινη» πολιτική ατζέντα
Του
ΓΙΩΡΓΟΥ ΑΡΒΑΝΙΤΙΔΗ
Βουλευτή Β’ Θεσσαλονίκης του Κινήματος Αλλαγής
Το Κίνημα Αλλαγής ανέλαβε την πρωτοβουλία να θέσει στον δημόσιο διάλογο τον κλιματικό νόμο με σχετική επιστολή της προέδρου του Φώφης Γεννηματά προς τον πρωθυπουργό και τους αρχηγούς των κοινοβουλευτικών κομμάτων. Τέθηκε δηλαδή στην πολιτική ατζέντα –για πρώτη φορά στο κορυφαίο επίπεδο– και συζητήθηκε στο Κοινοβούλιο η ανάγκη να νομοθετήσουμε ως Πολιτεία, έγκαιρα, νομικά δεσμευτικούς στόχους για μια οικονομία χωρίς εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία.
Μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία για το 2050, που έχει στόχο τη συγκράτηση της αύξησης της θερμοκρασίας στον πλανήτη στον ενάμιση βαθμό Κελσίου. Ήδη η Ευρωπαϊκή Ένωση κινείται σε αυτήν την κατεύθυνση με την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και είναι έτοιμη να νομοθετήσει τον Ευρωπαϊκό Κλιματικό Κανονισμό και αρκετά κράτη-μέλη έχουν ψηφίσει ήδη τους δικούς τους εθνικούς κλιματικούς νόμους.
Η κλιματικά ουδέτερη οικονομία δεν είναι όμως μια πολιτικά ουδέτερη πορεία. Είναι μια πορεία με ισχυρό πολιτικό πρόσημο.
Κάθε απόφαση, κάθε συγκεκριμένο μέτρο που θα επιβληθεί θα έχει έναν κοινωνικό και οικονομικό αντίκτυπο. Και γι’ αυτό θα χρειαστεί να υπάρχουν για κάθε απόφαση ειδικές μελέτες κόστους – οφέλους. Ήδη βρίσκονται σε εξέλιξη διάφορες πρωτοβουλίες πολιτών και οργανώσεων για την από κάτω προς τα επάνω διαμόρφωση ενός ελληνικού κλιματικού νόμου. Τις παρακολουθούμε με ενδιαφέρον και ελπίζουμε να κάνει το ίδιο και η κυβέρνηση.
Ως αρμόδιος εισηγητής του κόμματος και υπεύθυνος Περιβάλλοντος και Ενέργειας ζήτησα τη σύσταση Διακομματικής Επιτροπής που θα επεξεργαστεί έναν κλιματικό νόμο-πλαίσιο με όρους κλιματικής δικαιοσύνης, δημοκρατικής συμμετοχής και με βήμα που θα δοθεί στις νέες γενιές για τη συνδιαμόρφωση των στόχων του, μέσα από μια κλιματική συνέλευση. Ο ελληνικός κλιματικός νόμος οφείλει να κατοχυρώνει το δικαίωμα των μελλοντικών γενεών σε ένα υγιές και ασφαλές περιβάλλον. Αυτό δηλαδή που ονομάζουμε διαγενεακή αλληλεγγύη.
Γνωρίζουμε ότι το εγχείρημα και η μετάβαση της χώρας μας προς μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία δεν είναι ένα εύκολο εγχείρημα και από μόνος του ο κλιματικός νόμος δεν μπορεί να το πετύχει.
Ο κλιματικός νόμος θα απαιτήσει στενή παρακολούθηση, συνεχή προσαρμογή και ένα άλλο σύστημα διακυβέρνησης. Θα απαιτήσει μια δημόσια διοίκηση που θα πρέπει να αλλάξει δομή, νοοτροπία και ρυθμούς. Η κυβέρνηση οφείλει να μας πει τι ακριβώς σχεδιάζει για το μετά και με ποιο επιτελικό κράτος θα προωθήσει την εφαρμογή του κλιματικού νόμου.
Δεν θα αρκεί όμως μόνο η ψήφισή του. Χρειάζονται πολλά περισσότερα.
Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι μιλάμε για μια μετάβαση και ένα εγχείρημα πολύ μεγαλύτερο ενός ΕΣΠΑ ή ενός Ταμείου Ανάκαμψης και αφορά την καθημερινότητα του πολίτη.
Γι’ αυτό υποστηρίζουμε ότι χρειάζεται μια οριζόντια προσέγγιση και ενσωμάτωση των στόχων του σε κάθε κυβερνητική πολιτική, σε κάθε δράση της Αυτοδιοίκησης και της ελληνικής κοινωνίας, η οποία δείχνει να ανησυχεί έντονα για τις συνέπειες της κλιματικής κρίσης. Δεν αρκεί πια ένα απλό υπουργείο Κλιματικής Αλλαγής, που ίδρυσε πρώτο το ΠΑΣΟΚ με τον Γιώργο Παπανδρέου το 2009. Ίσως χρειαστούν ειδικοί εντεταλμένοι, μόνιμοι υπηρεσιακοί γραμματείς σε κάθε υπουργείο.
Χρειάζεται γενικότερα μια εντελώς άλλη φιλοσοφία αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης και γι’ αυτό αφιερώσαμε μια ολόκληρη εβδομάδα, από τις 31/5 μέχρι τις 6/6, με δράσεις και προτάσεις γύρω από το περιβάλλον.
Μετά τις πολλαπλές κρίσεις (οικονομική, υγειονομική, περιβαλλοντική) έχουμε ανάγκη να ξαναπιάσουμε, ως προοδευτικός δημοκρατικός χώρος, το νήμα ενός νέου «πράσινου» αφηγήματος για τη χώρα και τους πολίτες της. Να διορθώσουμε τα λάθη και τις αστοχίες του παρελθόντος. Να ενσωματώσουμε τις νέες τεχνολογίες, που έχουν εξελιχθεί. Να δούμε τις νέες κοινωνικές ανισότητες, που διευρύνονται από την κλιματική κρίση. Να σχεδιάσουμε πολιτικές για μια ισόρροπη βιώσιμη ανάπτυξη.
Το Κίνημα Αλλαγής, ως η προοδευτική παράταξη με «πράσινο» παρελθόν, διαμορφώνει με την πρότασή του το «πράσινο» μέλλον για τους πολλούς και όχι για τους λίγους.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ