Μάγδα Το κορίτσι της βουκαμβίλιας

Μάγδα Το κορίτσι της βουκαμβίλιας


Συγγραφέας
Γιάννης Ν. Κατσανεβάκης



Όπως και να ̓χει όμως, ο πρώτος έρωτας δεν λησμονιέται. Η Μάγδα ξέχασε και τους κανόνες και τα ωράρια και τις… προφυλάξεις… Αυτό βέβαια της στοίχισε αργότερα, μα τι να πεις; Είχε και κάποιο κέρδος. Κάτι που της άφησε κληρονομιά ο Πρώτος. Τον γιο της.

Πολύχρωμα λαμπιόνια, φωτορυθμικά ηχεία, οι βαριές ανάσες και των δύο, όλη τη νύχτα, καταφέρανε να μην πούνε λέξη ολόκληρη. Μόνο κάποια στιγμή ακούστηκε η Μάγδα να ψιθυρίζει στο κοιμισμένο αυτί του Δημητρού κάτι, που μέσα στη νύχτα τη βελούδινη τ’ Αυγούστου, σαν μαγεμένο πρελούδιο ακούστηκε, φωτίζοντας αστραπιαία τον τόπο για λίγο. Αυτό το κάτι, ήταν μια λέξη…

«Αγάπη μου…»


Από τον πρόλογο του βιβλίου…

Η οδός ΜΙΝΩΟΣ μαζί με τα δυο-τρία κάθετα στενάκια της, σήμερα είναι περικυκλωμένη από μπαράκια, καφετέριες, κομψές ψαροταβέρνες και αναπαλαιωμένα πέτρινα κτίσματα που νοικιάζονται στις παγκόσμιες πλατφόρμες του τουρισμού. Η βρωμερή κάποτε παραλία του Κουμ Καπί στα ανατολικά της είναι πια γεμάτη μαγαζιά που σερβίρουν κοκτέιλς και καπουτσίνο. Τα ακριανά νεώρια του λιμανιού εκατό βήματα πιο βόρεια, δεν είναι πια καρβουναποθήκες. Έχουν γίνει γκαλερί και εξεζητημένα στέκια διανοουμένων.
Οι δυο-τρεις κοπέλες της ΜΙΝΩΟΣ που ακόμα έχουν φαναράκι πάνω απ’ την πόρτα τους, ξύνουν τον πάτο του βαρελιού του ιστορικού χρόνου. Σε λίγο θα χαθούν οριστικά και μαζί τους μια ολόκληρη εποχή. Οι λιγοστές βουκαμβίλιες που έχουν απομείνει σκαρφαλωμένες πάνω σε παλαιικές πέτρες αρχίζουν πια να ξεχνούν όσα είδαν κάποτε. Οι πιτσιρικάδες που βολτάρουν εκεί κοιτάζοντας το κινητό τους, δεν μπορούν να γίνουν κοινωνοί της μυθολογίας του δρόμου. Με τόσο σεξ στις οθόνες και μπροστά στα πόδια τους, δεν χρειάστηκε να καρδιοχτυπήσουν μπροστά σε κάποιο κατώφλι του μέχρι να βρουν το πρώτο αντριλίκι τους. Τις καπότες πια τις πουλούν τα αυτόματα μηχανήματα, τα τζουκ-μποξ που έδιναν ήχο στα ταβερνεία και στα μαγέρικα, διακοσμούν τα σαλόνια των νεόπλουτων.
Τα Χανιά άλλαξαν, η πόλις εάλω, η οδός ΜΙΝΩΟΣ έσβησε. Το ανθρώπινο μωσαϊκό που μ’ όλη την δραματικότητα και τη μιζέρια του έκανε τη γειτονιά τόσο πολύτιμη, εξαφανίστηκε κι αυτό. Οι ιστορίες των ανθρώπων εκείνων, ζωές-ξεφτίδια που πέρασαν και χάθηκαν δίχως ν’ αφήσουν ίχνος, αιωρούνται όλο και πιο σπάνια πάνω από τα σοκάκια του δρόμου τις σπάνιες μεταμεσονύχτιες ώρες που η οχλοβοή της καινούριας εποχής καταλαγιάζει. Τότε είναι που τις πιάνουν άνθρωποι σαν τον Γιάννη Κατσανεβάκη και τις βάζουν βιαστικά στο χαρτί πριν σβηστούν για πάντα. Μαεστρία συγγραφική, συμπληρωμένη από μια βιωματική καταβύθιση σε προσωπικές και συλλογικές μνήμες της πόλης του. Δωρική ματιά με μια τρυφερότητα που συγκινεί. Τι όμορφο κείμενο, τι ωραίο ταξίδι…

-Δημήτρης Καμπουράκης-  Χανιώτης, δημοσιογράφος, συγγραφέας

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα

Ο Γιάννης Ν. Κατσανεβάκης γεννήθηκε στα Χανιά της Κρήτης. Σπούδασε στο Εθνικό Ωδείο, Μουσική και Ορθοφωνία.
Συνεργάστηκε με εφημερίδα της Κορίνθου, κρατώντας τη στήλη: «ΑΥΤΑ ΕΧΕΙ Η ΖΩΗ», (1973-1983).
Το 1991, γράφει το Ορατόριο: «ΤΡΙΛΟΓΙΑ – ΜΙΚΡΑΣΙΑ ΠΑΤΡΙΔΑ» και το παρουσιάζει στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιώς, όπου διευθύνει ο ίδιος την πολυμελή ορχήστρα παραδοσιακών οργάνων – χορωδία κτλ., σε πρώτη παγκόσμια εκτέλεση.
Από το 1983 συνεργάζεται με το περιοδικό «Ναυτική Ελλάς», γράφοντας διηγήματα και ποίηση.
Για αρκετό καιρό, έκανε ραδιοφωνική εκπομπή στο σταθμό MUSIC FM (102 FM), της Νέας Μάκρης, με τίτλο «ΘΑΛΑΣΣΙΝΑ ΚΑΙ ΑΛΛΑ». Δίδαξε Ορθοφωνία σε Σχολή Θεάτρου των Αθηνών.
Στον χώρο των εκδόσεων κάνει την παρουσία του με το βιβλίο «ΘΑΛΑΣΣΙΝΑ ΚΑΙ ΑΛΛΑ».
Το σημερινό του πόνημα «ΜΑΓΔΑ, ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΤΗΣ ΒΟΥΚΑΜΒΙΛΙΑΣ», είναι το πρώτο του μυθιστόρημα.


ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΚΟΒΟΣΤΗ

Κατηγορία: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ 
ISBN 978-960-606-167-7


Σχολιάστε εδώ