Η Πενταμερής Διάσκεψη στην οποία Ελλάδα και Κύπρος δεν είχαν κανέναν λόγο να συμμετάσχουν – Ανάλυση Π. Νεάρχου

Η Πενταμερής Διάσκεψη στην οποία Ελλάδα και Κύπρος δεν είχαν κανέναν λόγο να συμμετάσχουν – Ανάλυση Π. Νεάρχου


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Tο άρθρο αυτό γράφεται πριν ολοκληρωθεί η Πενταμερής Διάσκεψη για το Κυπριακό στη Γενεύη. Από όσα όμως έγιναν γνωστά για τις εργασίες της, κατά τις δύο πρώτες ημέρες τα πράγματα εξελίχθησαν όπως αναμενόταν και είχαν μάλιστα διακηρυχθεί από πριν από την Τουρκική πλευρά.

Ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Ερσίν Τατάρ και η αντιπροσωπεία του στη Διάσκεψη έθεσαν θέμα δύο κρατών και ζήτησαν οι εργασίες της Διασκέψεως να γίνουν ακριβώς πάνω σ’ αυτήν τη βάση, αναγνωριζομένων των δύο μερών ως «ισοτίμων» και «ισοκυριάρχων». Με άλλα λόγια, έθεσαν θέμα αναγνωρίσεως του ψευδοκράτους από τους Ελληνοκυπρίους και τον ΟΗΕ.

Το γεγονός ότι Ελλάδα και Κύπρος παρακάθονται σε μια τέτοια Διάσκεψη, όπου τίθεται απροκάλυπτα θέμα ψευδοκράτους, παρισταμένου μάλιστα του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, είναι απαράδεκτο και κακός οιωνός για το μέλλον. Πολύ περισσότερο όταν αυτό δεν αποτελεί έκπληξη και απροσδόκητη εξέλιξη. Είχαν προηγηθεί οι δηλώσεις του Γ. Γραμματέα Αντόνιο Γκουτιέρες ότι η κάθε πλευρά θα μπορούσε να θέσει στο τραπέζι οποιοδήποτε θέμα ήθελε και ότι επιδίωξη της Διασκέψεως θα ήταν η διερεύνηση των θέσεων των δύο πλευρών, για να διαπιστωθεί κατά πόσο ήταν δυνατό ένα καινούργιο «κοινό όραμα» των δύο κοινοτήτων.

Η θέση αυτή του Γ. Γραμματέα του ΟΗΕ δεν απορρέει, προφανώς, ούτε από τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας για την Κύπρο ούτε γενικότερα από τις αρχές του ΟΗΕ. Γιατί όμως ανέχονται η Ελλάδα και η Κύπρος τέτοιες συμπεριφορές από τον Γ. Γραμματέα και αποδέχονται να συ­μπράττουν σε πρακτικές τύπου Πενταμερούς, χωρίς συμφωνημένη κοινή πολιτική βάση;

Η Ελληνική πλευρά έχει πικρή πείρα από πονηρές Διεθνείς Διασκέψεις. Υπενθυμίζουμε την Τριμερή Διεθνή Διάσκεψη του Λονδίνου, το 1955, η οποία χρησίμευσε ως διπλωματική φόρμουλα για την εισαγωγή της Τουρκίας στο Κυπριακό ως «ενδιαφερόμενου μέρους». Η Τουρκία είχε παραιτηθεί ρητά από κάθε δικαίωμα επί της Κύπρου με τη Συνθήκη της Λωζάννης (άρθρα 16 και 20). Γιατί αποδέχθηκε η Ελλάδα να συμμετάσχει σε μια τέτοια Διάσκεψη; Θα πρέπει, επιτέλους, να αντιληφθεί η Ελληνική πλευρά ότι η διαδικασία στη διπλωματία είναι μέρος της ουσίας και έχει συνέπειες.

Πρωτεργάτης της Διασκέψεως του 1955 ήταν, βεβαίως, η Μεγάλη Βρετανία, όπως ήταν και αργότερα στην Πενταμερή Διάσκεψη του Λονδίνου, το 1964, και στις προσπάθειες επιβολής του σχεδίου Ανάν, το 2004. Πρωτεργάτης είναι και σήμερα, χειραγωγώντας παρασκηνιακά τον άβουλο και πειθήνιο Γκουτιέρες, ώστε η Πενταμερής της Γενεύης να συγκαλείται τυπικά και παραπλανητικά υπό την αιγίδα του ΟΗΕ και να παρέχει άλλοθι στις κατώτερες των περιστάσεων ηγεσίες της Κύπρου και της Ελλάδος.

Στις συνεννοήσεις για την προετοιμασία της Διασκέψεως είχε συμφωνηθεί η παρουσία της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, εφόσον η Κύπρος είναι χώρα-μέλος. Λίγο πριν όμως από την έναρξη της Διασκέψεως Τουρκία και Μ. Βρετανία υπανεχώρησαν και αρνήθηκαν να δεχθούν τη συμμετοχή της, εφόσον αυτή υπενθύμιζε την ένταξη της Κύπρου ως ενιαίου κράτους. Ελλάδα και Κύπρος πάλι υπεχώρησαν για να μη διακινδυνεύσουν, υποτίθεται, τη διεξαγωγή της Διασκέψεως, από την οποίαν προσδοκούν, ακριβώς, τι; Το προσδοκώμενο είναι η ομιχλώδης ελπίδα ότι θα επαναρχίσει ένας νέος κύκλος διακοινοτικών διαπραγματεύσεων και ότι θα αποτραπεί εν τω μεταξύ ο επαπειλούμενος εποικισμός της κατεχόμενης Αμμοχώστου.

Στα πρώτα χρόνια μετά την εισβολή είχε αναπτυχθεί και γιγαντωθεί το μεγάλο κίνημα των Γυναικών για την Αμμόχωστο. Επιφανείς Γυναίκες από την Ελλάδα, την Κύπρο, την Ευρώπη, τις ΗΠΑ και άλλες χώρες του κόσμου, μεταξύ αυτών μέλη του Ευρωκοινοβουλίου και του Αμερικανικού Κογκρέσου, διεδήλωναν κάθε χρόνο στη γραμμή αντιπαρατάξεως, κατήγγελλαν την Τουρκική κατοχή και ζητούσαν την επιστροφή της πόλεως στους νόμιμους κατοίκους της. Κοντά στο Κίνημα των Γυναικών για την Αμμόχωστο είχαν ανδρωθεί και άλλα μεγάλα

(Αντικατοχικό Κίνημα Γυναικών, Κίνημα Μοτοσικλετιστών, Κινήματα Προσφύγων). Σταδιακά όμως, με κυβερνητικές πιέσεις και κομματικές παραινέσεις, όλα σχεδόν εγκατέλειψαν τον ενεργό αντικατοχικό αγώνα και κρέμασαν τις ελπίδες τους από τις διακοινοτικές συνομιλίες! Η εκστρατεία, ιδιαίτερα του ΑΚΕΛ, για «προσέγγιση» με τους Τουρκοκυπρίους, ως βασική προϋπόθεση για «λύση» του Κυπριακού, έδωσε και «ιδεολογική» διάσταση στην εγκατάλειψη του ενεργού αντικατοχικού αγώνα, γιατί παρέβλαπτε, υποτίθεται, τις προσπάθειες για «προσέγγιση» και «λύση».

Στο πλαίσιο επίσης των συνεννοήσεων για την έναρξη κάθε νέου γύρου διακοινοτικών συνομιλιών, η Τουρκική πλευρά έθετε σταθερά ως όρο την αποφυγή της «διεθνοποιήσεως» του Κυπριακού για να μην επηρεασθούν αρνητικά οι συνομιλίες. Τα αποτελέσματα είναι σήμερα ορατά. Ένα γιγάντιο διεθνές κίνημα υπέρ της Αμμοχώστου θα ήταν σήμερα το μεγαλύτερο διπλωματικό κεφάλαιο και τείχος προστασίας για την Αμμόχωστο.

Κατά τον ίδιο τρόπο, ένα μεγάλο αντικατοχικό κίνημα δεν θα επέτρεπε την παρουσίαση σήμερα του προβλήματος ως δήθεν διακοινοτικού και θα κρατούσε κα­θηλωμένη την Άγκυρα στο εδώλιο του κατηγορουμένου για εισβολή και κατοχή. Δεν θα επέτρεπε επίσης τον αποπροσανατολισμό και τον διχασμό του λαού και την ασύδοτη Τουρκο-Βρετανική προπαγάνδα, που φτάνει στο σημείο να κατηγορεί σήμερα την Κυπριακή Δημοκρατία ως δήθεν εμπόδιο στη «λύση» και ως δήθεν υπεύθυνη για τη διχοτόμηση, που έχει επιβάλει, ντε φάκτο, ο Αττίλας και επιδιώκει να επιτύχει την αναγνώριση και τη νομιμοποίησή της.

Τι θα πράξουν Ελλάδα και Κύπρος στη Γενεύη μέχρι το τέλος της Διασκέψεως, τη Μεγάλη Πέμπτη. Θα δεχθούν νέα υποχώρηση για συνέχιση των συνομιλιών, πάνω σε μια θολή βάση, που θα υποκρύπτει διάλογο, όπως τον απαιτεί η Τουρκική πλευρά, διάλογο δηλαδή μεταξύ δύο «ισοτίμων και ισοκυριάρχων μερών», που θα παρέπεμπε σε «ισότιμο» διάλογο με το ψευδοκράτος;

Η υποχωρητική αυτή πολιτική έχει οδηγήσει το Κυπριακό σε τραγικό αδιέξοδο. Ο εγκλωβισμός του στην απαράδεκτη φόρμουλα των διαδοχικών Πενταμερών Διασκέψεων αναβαθμίζει, προφανώς, το ψευδοκράτος και υπονομεύει την Κυπριακή Δημοκρατία. Αντί να επιδιώκεται, όπως φαίνεται ότι είναι ο στόχος της Λευκωσίας και των Αθηνών, η συνέχιση του διαλόγου με τη φόρμουλα αυτή, θα έπρεπε η Ελληνική πλευρά να εξαγάγει τα συμπεράσματά της, ότι δεν έχει τίποτε το θετικό να αναμένει από τις φόρμουλες αυτές, και να τονίσει προς κάθε κατεύθυνση ότι η διαφύλαξη της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της πολιτικής της.

Η Ελληνική πλευρά δεν είναι δυνατόν να σύρεται προς αυτοκτονικές «λύσεις» υπό τον Τουρκικό εκβιασμό για την Αμμόχωστο και τις απειλές για διεθνή αναγνώριση του ψευδοκράτους από φιλικές προς την Άγκυρα χώρες. Οι ηγεσίες των δύο κομμάτων, ΑΚΕΛ και ΔΗΣΥ, στο εσωτερικό μέτωπο, που μιλούν με πολλή αμετροέπεια, στρατηγική μυωπία και ξένη πολιτική και ιδεολογική επιρροή για «πλήρη πολιτική ισότητα» με τους Τουρκοκυπρίους, προσποιούμενοι ότι δεν αντιλαμβάνονται τις συνέπειες μιας τέτοιας θέσεως, προσφέρουν πολύ κακή υπηρεσία στον Κυπριακό λαό, στην πιο κρίσιμη στιγμή για το εθνικό του θέμα.

Η προπαγάνδα για διχοτόμηση, την οποία προάγει, δήθεν, η Ελληνική πλευρά όταν απορρίπτει απαράδεκτη «λύση», ρίχνει, προφανώς, νερό στον μύλο της Άγκυρας και των Βρετανών συμμάχων της, που έχουν κάθε λόγο να αντιστρέφουν και να διαστρέφουν τα γεγονότα για να υπηρετήσουν τη γνωστή πολιτική τους.

Η Αθήνα δεν έχει επίσης κανένα περιθώριο πλέον να αποστασιοποιείται από την Κύπρο και να αφήνει το πεδίο ελεύθερο για να οργιάζει η Τουρκο-Βρετανική προπαγάνδα και η υπονομευτική δράση στην Κύπρο, που έχει ως στόχο την αποσταθεροποίηση και την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Εάν πέσει η Κύπρος, οι συνέπειες θα είναι τραγικές για όλο τον Ελληνισμό. Δεν υπάρχει κανένας λόγος γι’ αυτό. Η θέση της Κύπρου και της Ελλάδος είναι, αντικειμενικά, πολύ ισχυρότερη από πριν και η Ελληνική πλευρά δεν έχει κανέναν λόγο να συνθηκολογήσει, οδηγούμενη σε αυτοκατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας και σε δορυφοροποίηση ολόκληρης της Κύπρου από την Άγκυρα.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Φωτό: Wikipedia.org


Σχολιάστε εδώ