Άστοχη και κατευναστικού χαρακτήρα η επίσκεψη των ευρωπαίων αξιωματούχων στην Άγκυρα – Του Χρ. Θ. Μπότζιου

Άστοχη και κατευναστικού χαρακτήρα η επίσκεψη των ευρωπαίων αξιωματούχων στην Άγκυρα – Του Χρ. Θ. Μπότζιου

-Υπεροπτική η στάση του τούρκου Προέδρου


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ


Λίγες μόνο ημέρες μετά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 25ης – 26ης Μαρτίου, το οποίο ουσιαστικά έδωσε συγχωροχάρτι στην Τουρκία του Ερντογάν, ο πρόεδρος του Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ (πρώην πρωθυπουργός του Βελγίου) και η γερμανίδα πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν έσπευσαν να επισκεφθούν την Άγκυρα, όπου είχαν υπηρεσιακές επαφές και κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Ρετζέπ Ερντογάν.

Σε προηγούμενο σχετικό άρθρο μας από αυτήν τη στήλη είχαμε διερωτηθεί γιατί οι δύο αυτοί ανώτατοι ευρωπαίοι αξιωματούχοι επέδειξαν τόση σπουδή ή πρεμούρα, όπως τη χαρακτήριζα, να μεταβούν στην Άγκυρα, αφού τίποτα δεν είχε αλλάξει στην παραβατική συμπεριφορά της Άγκυρας ένα­ντι δύο κρατών-μελών της Ένωσης, Ελλάδας και Κύπρου, ούτε και στον ευρύτερο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου. Ακόμη περισσότερο όταν η Τουρκία στο μεταξύ αποφάσισε την απόσυρσή της από τη Συμφωνία της Κωνσταντινούπολης για τα Δικαιώματα της Γυναίκας και λίγα εικοσιτετράωρα πριν από την πραγματοποίηση της επίσκεψης έγινε γνωστή η επιστολή των 104 τούρκων ναυάρχων ε.α., που ερμηνεύθηκε από τον Ερντογάν ως απόπειρα πραξικοπήματος.

Ποιος λοιπόν ήταν ο στόχος και σκοπός της επίσκεψης του κ. Σαρλ Μισέλ και της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην τουρκική πρωτεύουσα; Να γνωστοποιήσουν και να εξηγήσουν διά ζώσης τη δήλωση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και συγχρόνως να παράσχουν και προφορικά την ετοιμότητα της ΕΕ για συνεργασία με την Τουρκία ή να καθησυχάσουν τον Ερντογάν ότι οι προειδοποιήσεις για επιβολή κυρωτικών μέτρων παραπέμπονται στις ελληνικές καλένδες;

Ανεξάρτητα από το αν ευρύτεροι λόγοι και σκοπιμότητες επέβαλαν την τήρηση του χρονοδιαγράμματος της επίσκεψης, τα γεγονότα που ακολούθησαν κατά τη διάρκεια της επίσκεψης απέδειξαν ότι ο Ερντογάν και το καθεστώς του ελάχιστα υπολογίζουν την ΕΕ, τουλάχιστον τη σημερινή. Την εκτίμησή του για την Ευρώπη την απέδειξε με την υποτιμητική συμπεριφορά του έναντι της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, την οποία διαχώρισε ως συνομιλήτρια από τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και την κράτησε σε απόσταση, γεγονός που σχολιάστηκε δυσμενέστατα από τα ευρωπαϊκά και διεθνή Μέσα Ενημέρωσης.

Λέγεται ότι μία εικόνα πολλές φορές σημαίνει χίλιες λέξεις. Και αυτό ισχύει και στη διπλωματική πρακτική, όταν από τον τρόπο υποδοχής ενός ξένου ηγέτη κρίνεται καμιά φορά και η επιτυχία ή η αποτυχία μιας συνάντησης ή και το επίπεδο σχέσεων μεταξύ δύο ή περισσοτέρων χωρών. Δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς ισχύει στην Ευρωπαϊκή Ένωση σχετικά με την ενημέρωση των κρατών-μελών ή των διπλωματικών αντιπροσωπειών τους στις Βρυξέλλες όταν ξένοι ηγέτες έχουν επαφές και συνομιλίες με κοινοτικούς αξιωματούχους. Υποθέτουμε ότι το υπουργείο Εξωτερικών θα ζητήσει από την μόνιμη αντιπροσωπεία μας να ενημερωθεί για το ακριβές περιεχόμενο των συνομιλιών στην Άγκυρα, πέραν των όσων θα έχει ήδη μεταφέρει στην Κεντρική Υπηρεσία η πρεσβεία μας στην τουρκική πρωτεύουσα.

Η απρέπεια που διαπράχθηκε σε βάρος της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ερμηνεύθηκε και ως απτή απόδειξη της υποτιμητικής αντίληψης του καθεστώτος Ερντογάν έναντι των γυναικών, που προκάλεσε και την αποχώρηση της Τουρκίας από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης για τα Δικαιώματα των Γυναικών.

Είναι όμως ικανός αυτός ο λόγος για να εξηγηθεί η συμπεριφορά του κ. Ερντογάν έναντι της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που αντανακλά και στο γόητρο της ίδιας της ΕΕ, την οποία εκπροσωπούσε; Η περίπτωση της Τουρκίας και του φαινομένου Ερντογάν, με τη θετική και αρνητική έννοια για τον τελευταίο, χρήζουν προσεκτικής, ενδελεχούς και ιστορικής ανάλυσης για το τι εκπροσωπούν σήμερα στο διεθνές πολιτικό σκηνικό και τι επιδιώκουν στον σημερινό παρακμιακό κόσμο και ιδιαίτερα στην περιοχή του αιγαιακού χώρου και της Ανατολικής Μεσογείου.

Σε ό,τι μας αφορά, είναι πασιφανές ότι επιδίωξη της Τουρκίας –και τούτο δεν είναι φαινόμενο των τελευταίων ετών– είναι η αλλαγή του status quo στο Αιγαίο, που θα της επιτρέψει να διεκδικήσει και να αναλάβει ρόλο μεγάλης περιφερειακής δύναμης. Η πρόσφατη αναγγελία του Ερ­ντογάν για τη δημιουργία της διώρυγας Κωνσταντινούπολης, που θα συνδέσει τον Εύξεινο Πόντο με το Αιγαίο και κατ’ επέκταση με τη Μεσόγειο Θάλασσα, έχει πολλές αναγνώσεις, ωστόσο εντάσσεται στην παραπάνω λογική.

Η Ελλάδα απειλείται ευθέως από την Τουρκία. Η Άγκυρα αμφισβητεί ευθέως το εύρος των χωρικών της υδάτων, του δικαιώματος ιδίας υφαλοκρηπίδας των νήσων, την άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων στις θαλάσσιες ζώνες που της αναλογούν, το δικαίωμα εκμετάλλευσης των βυθών που υπάγονται στην ελληνική υφαλοκρηπίδα. Η ελληνική αντίδραση εδράζεται συνεχώς και σταθερά στην επίκληση των διατάξεων του Διεθνούς Δικαίου και σε διπλωματικό επίπεδο με διμερείς ή πολυμερείς συνεργασίες με χώρες της περιοχής και ιδιαίτερα με τις ΗΠΑ.

Η ελληνική διπλωματία οφείλει να επιδείξει μεγαλύτερη κινητικότητα για να πείσει τις χώρες εκείνες που θίγονται από τη συμπεριφορά του Ερντογάν και τις επιδιώξεις της Τουρκίας, που είναι ενάντια στα συμφέροντα της Δύσης. Απαραίτητη και η υιοθέτηση μιας εθνικής στρατηγικής από όλες τις πολιτικές δυνάμεις που εκπροσωπούνται στο Κοινοβούλιο έναντι της τουρκικής απειλής, όπως αυτή εκφράζεται τώρα και ενδεχομένως στο εγγύς μέλλον. Απαραίτητη είναι επίσης η περαιτέρω αμυντική θωράκιση της χώρας, όπως και η θεσμική ενίσχυση των υπηρεσιών του υπουργείου Εξωτερικών, καθώς ο νέος Οργανισμός του υπουργείου, που εγκρίθηκε πρόσφατα από τη Βουλή, εκτιμάται ότι οδηγεί προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Φωτό: ethnos.gr


Σχολιάστε εδώ