Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και η πολιτική διατήρησης της Τουρκίας στην τροχιά της Δύσης

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και η πολιτική διατήρησης της Τουρκίας στην τροχιά της Δύσης


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ


Φαινομενικά, τα συμπεράσματα της πρώτης ημέρας των εργασιών του πρόσφατου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (25 – 26 Μαρτίου) θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν ως μετρίου ενδιαφέροντος, με εξαίρεση τις συζητήσεις για την καταπολέμηση και την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού.

Προφανώς επρόκειτο για μια επιφανειακή και επιπόλαιη εκτίμηση, απόρροια και του γεγονότος ότι οι συζητήσεις μεταξύ των αρχηγών κρατών ή κυβερνήσεων των 27 χωρών-μελών έγιναν μέσω τηλεδιάσκεψης και όχι με τη φυσική παρουσία, που επιτρέπει άμεσες παρεμβάσεις, απαντήσεις και αντεγκλήσεις, καμιά φορά και έντονου χαρακτήρα, όχι ασυνήθιστες στη διάρκεια διεθνών συναντήσεων. Και όμως στο σχετικά σύντομο κείμενο της Δήλωσης (Statement) του Συμβουλίου περιέχονται και θέματα υψηλού στρατηγικού ενδιαφέροντος, όπως οι παράγραφοι ΙΙΙ και ΙV, που αναφέρονται σε Ανατολική Μεσόγειο, Τουρκία και Ρωσία και ενδιαφέρουν ιδιαίτερα τη χώρα μας.

Το Κεφάλαιο ΙΙΙ δίνει έμφαση στις σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την Τουρκία, καλωσορίζοντας την αποκλιμάκωση της έντασης από τις παράνομες τουρκικές γεωτρήσεις στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, την επανέναρξη των διμερών συνομιλιών μεταξύ Ελλάδας – Τουρκίας και την επικείμενη διάσκεψη για το Κυπριακό υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών.

Περαιτέρω, στο κείμενο της Δήλωσης εκφράζεται η προθυμία της ΕΕ για συνεργασία με την Τουρκία σε θέματα κοινού ενδιαφέροντος, με αποφάσεις που θα ληφθούν στο επόμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ιουνίου. Αναφορά γίνεται και στο θέμα της Τελωνειακής Ένωσης της Τουρκίας με την ΕΕ, για το οποίο, ως γνωστόν, οι συζητήσεις έχουν ανασταλεί από διετίας. Σχετικά με το Κυπριακό παρέχεται η υποστήριξη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στην επικείμενη Πενταμερή Διάσκεψη υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, βάσει των γνωστών αποφάσεων 550, 789, 1251 του Συμβουλίου Ασφαλείας. Μετά την προσφορά του καρότου ακολουθεί και το μαστίγιο.

Στην παράγραφο 12 του Κεφαλαίου ΙΙΙ καλείται η Τουρκία να απόσχει από νέες προκλητικές ενέργειες και μονομερείς πράξεις κατά παράβαση του Διεθνούς Δικαίου, με την προειδοποίηση ότι η ΕΕ είναι αποφασισμένη για χρησιμοποίηση κάθε μέσου που έχει στη διάθεσή της προς υπεράσπιση των συμφερόντων της Ένωσης και των χωρών-μελών! Ουδεμία ρητή αναφορά γίνεται σε επιβολή κυρωτικών μέτρων, που περιέχονταν σε προηγούμενες αποφάσεις θεσμικών κοινοτικών οργάνων. Του τελικού κειμένου της Δήλωσης που υιοθετήθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είχαν προηγηθεί δύο προσχέδια, τα οποία δεν είχαν γίνει αποδεκτά από ελληνικής και κυπριακής πλευράς, επειδή για την επίλυση του Κυπριακού δεν γινόταν ρητή αναφορά στις αποφάσεις του ΣΑ των Ηνωμένων Εθνών.

Πρόκειται για αβλεψία ή για επιβεβαίωση γνωστών τεχνασμάτων των συντακτών διεθνών κειμένων, όπως και στην περίπτωση του σχεδίου του κειμένου της Δήλωσης της 25ης Μαρτίου; Όσοι διπλωμάτες έχουν υπηρετήσει σε διεθνείς οργανισμούς γνωρίζουν πολύ καλά ότι τα αρχικά κείμενα σε μορφή σχεδίων παρουσιάζουν ελλείψεις ή υπερβολές, ώστε κατά τις εργασίες για τη σύνταξη των τελικών κειμένων να υπάρχουν περιθώρια διορθώσεων, αφαιρέσεων φράσεων ή και ολόκληρων παραγράφων προκειμένου να εμφανιστούν ως παραχωρήσεις σε όσους προβάλλουν ενστάσεις, διαφωνούν ή και απειλούν με άσκηση βέτο.

Το κείμενο που τελικά υιοθετήθηκε κρίθηκε ικανοποιητικό από την κυπριακή και την ελληνική πλευρά. Τι συνετέλεσε για να εμφανιστεί το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τόσο διαλλακτικό και γενναιόδωρο έναντι της Άγκυρας, όταν ουδείς μπορεί να ισχυρισθεί και να αποδείξει ότι η Τουρκία έχει αλλάξει ριζικά συμπεριφορά έναντι των γειτονικών χωρών, της Ελλάδας και της Κύπρου; Ακόμη δεν στέγνωσε η μελάνη του κειμένου της Δήλωσης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και ήδη ανακοινώθηκε η μετάβαση του προέδρου Σαρλ Μισέλ και της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάινεν στην Άγκυρα για συνομιλίες με την τουρκική πλευρά, με άγνωστη μέχρι στιγμής ατζέντα.

Δυσκολευόμαστε να ερμηνεύσουμε την πρεμούρα των ευρωπαίων θεσμικών αξιωματούχων, όταν από τουρκικής πλευράς δεν έχουν δοθεί δείγματα ουσιαστικής αλλαγής στη συμπεριφορά έναντι των γειτονικών κρατών και γενικότερα έναντι της Δύσης. Πολύ πιθανόν η ΕΕ να θέλει να επωφεληθεί από το θετικό momentum που έχει δημιουργηθεί με το κείμενο της Δήλωσης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Επίσης πιθανόν να επικράτησαν οι θέσεις των ισχυρότερων χωρών-μελών, όπως Γερμανίας, Ισπανίας και Ιταλίας, που έχουν σοβαρά οικονομικά συμφέροντα στην Τουρκία και επιθυμούν, μέσω των συνομιλιών, να ενισχύσουν εσωτερικά την Τουρκία, η οποία αντιμετωπίζει τον κίνδυνο άμεσης οικονομικής και τραπεζικής κατάρρευσης.

Ταυτόχρονα, οι ευρωτουρκικές συνομιλίες μάλλον στοχεύουν και στη διατήρηση της Τουρκίας στην τροχιά της Δύσης, που αποτελεί και επιδίωξη της νέας αμερικανικής διακυβέρνησης υπό την Προεδρία του Τζο Μπάιντεν. Τις θέσεις αυτές εξέφρασε πρόσφατα στις Βρυξέλλες και ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν, ο οποίος είχε διαδοχικές συναντήσεις με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που σχεδόν συνέπεσαν με την τηλεδιάσκεψη των ηγετών των χωρών-μελών (25 – 26 Μαρτίου).

Οι ΗΠΑ θέλουν να αποσπάσουν την Τουρκία από την επιρροή και τη συνεργασία με τη Μόσχα και επιθυμούν ιδιαίτερα την ακύρωση της προμήθειας των S-400 ΕΕ. Η Ευρώπη όμως, παρά το γεγονός ότι ταυτίζεται με τις ΗΠΑ σε γενικότερα θέματα γεωπολιτικής και έχει συχνά συνταχθεί στην επιβολή κυρωτικών μέτρων κατά της Ρωσίας, δεν θέλει να ακολουθήσει τη μαξιμαλιστική πολιτική της Ουάσινγκτον έναντι της Μόσχας. Απόδειξη η προ ημερών τηλεδιάσκεψη μεταξύ Πούτιν, Μακρόν, Μέρκελ για τη δυνατότητα συνεργασίας στη συμπαραγωγή του ρωσικού εμβολίου Sputnik.

Την πολιτική και επιθυμία διατήρησης της Τουρκίας στην τροχιά της Δύσης συμμερίζονται και όλες σχεδόν οι ελληνικές κυβερνήσεις, υπό την προϋπόθεση ότι η Τουρκία θα συμπεριφέρεται και θα σέβεται τις διατάξεις του Διεθνούς Δικαίου και τις αρχές της καλής γειτονίας. Ελπίζεται ότι ο συνετός υπουργός Εξωτερικών κ. Νίκος Δένδιας θα κατορθώσει να πείσει τους συνομιλητές του κατά την προγραμματισμένη επίσκεψή του στην Άγκυρα, στις 14 Απριλίου, για την επιθυμία της Ελλάδος για συνεργασία και ανάπτυξη σχέσεων καλής γειτονίας, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι η Τουρκία θα πάψει να απειλεί και θα επιζητήσει την επίλυση των διαφορών με ειρηνικά μέσα και στη βάση των προβλέψεων του Διεθνούς Δικαίου. Ελπίζεται ότι ανάλογα μηνύματα θα δοθούν στην Άγκυρα και από τους ευρωπαίους αξιωματούχους.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ