Τι σημαίνει η πρόθυμη αποδοχή του νέου Ευρωπαϊκού Μεταναστευτικού Συμφώνου από τους κυβερνώντες; – Ανάλυση του Π. Νεάρχου

Τι σημαίνει η πρόθυμη αποδοχή του νέου Ευρωπαϊκού Μεταναστευτικού Συμφώνου από τους κυβερνώντες; – Ανάλυση του Π. Νεάρχου


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


«Προχωράμε μπροστά, με τη βοήθεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την κατασκευή μόνιμων εγκαταστάσεων στα νησιά, κάτι που αποτελεί καθοριστική αλλαγή, σε σχέση με τα όσα συνέβαιναν στο παρελθόν. Θα ήθελα να ευχαριστήσω την Ευρωπαϊκή Ένωση για τη συνολική στήριξη που παρέχει στην αντιμετώπιση αυτού του πολύ σύνθετου προβλήματος».

Αυτά δήλωσε ο Έλληνας πρωθυπουργός, με την ευκαιρία της επισκέψεως στην Ελλάδα και στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου της Ευρωπαίας Επιτρόπου για το Άσυλο και τη Μετανάστευση Ίλβας Γιόχανσον. Η τελευταία προέβαλε ως προσχηματικό λόγο της επισκέψεώς της τη διεξαγωγή δήθεν διαλόγου με τις τοπικές κοινωνίες των νησιών, για να τους εξηγήσει την Ευρωπαϊκή «αλληλεγγύη» που εγγυάται, υποτίθεται, το νέο Ευρωπαϊκό Μεταναστευτικό Σύμφωνο. Ο πραγματικός όμως στόχος της επισκέψεώς της ήταν η δρομολόγηση της κατασκευής στα νησιά νέων, μονίμων εγκαταστάσεων, με Ευρωπαϊκή χρηματοδότηση. Εξήγγειλε, συγκεκριμένα, τη διάθεση 155 εκατ. για την «ταχύτατη» κατασκευή «βιώσιμων στον χρόνο» δομών στη Λέσβο και στη Χίο και άλλων 110 εκατ. ευρώ για την κατασκευή μικρότερων δομών στη Σάμο, στη Λέρο και στην Κω.

Με απλά λόγια, συνεχίζεται και επιδεινώνεται η ίδια Ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική, που αντί να ανακόψει, ενθαρρύνει στην πραγματικότητα την παράνομη μετανάστευση, με πρόσχημα το άσυλο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να φορτώνει μονόπλευρα το κύριο βάρος του προβλήματος στους ώμους των νησιών του Αιγαίου και άλλων συνοριακών περιοχών της Ελλάδος με το επιχείρημα ότι η Ευρωπαϊκή αλληλεγγύη εκδηλώνεται με χρηματοδοτήσεις που παρέχονται για την υποδοχή και τη φιλοξενία των μεταναστών και για την ένταξή τους, στη συνέχεια, στην Ελληνική κοινωνία.

Με τον τρόπο όμως αυτό ασκείται απροκάλυπτα μια πολιτική εποικισμού της χώρας και αλλοιώσεως του δημογραφικού χαρακτήρα της και της ταυτότητάς της, με Ευρωπαϊκή χρηματοδότηση. Προφανώς, με την πολιτική αυτή, εξυπηρετούνται εξ αντικειμένου και οι στόχοι του υβριδικού πολέμου, που διεξάγει η Άγκυρα κατά της Ελλάδος, με τους οποίους επιδιώκει τη διάσπαση της εθνικής συνοχής της Ελλάδος και την εγκατάσταση σ’ αυτήν Μουσουλμανικών πληθυσμών.

Η ακολουθούμενη από την Ευρωπαϊκή Ένωση πολιτική των ανοικτών συνόρων, για να έχουν δήθεν ελεύθερη πρόσβαση στα Ευρωπαϊκά σύνορα οι υποτιθέμενοι πρόσφυγες, προκάλεσε, δικαιολογημένα, μεγάλες αντιδράσεις στις χώρες πρώτης εισόδου, όπως, κατά πρώτο λόγο, είναι η Ελλάδα και η Ιταλία. Η κατάσταση αυτή επιδεινωνόταν από την εφαρμογή του περίφημου Κανονισμού του Δουβλίνου, ο οποίος, σε αδρές γραμμές, προνοεί ότι όσοι παράνομοι μετανάστες κατορθώσουν να μεταβούν από τη χώρα πρώτης εισόδου σε μια άλλη Ευρωπαϊκή χώρα, η τελευταία έχει «δικαίωμα» να τους στείλει πάλι πίσω στη χώρα πρώτης εισόδου.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση δηλαδή αποφασίζει να έχει «κοινή πολιτική» για ανοικτά σύνορα, αλλά φορτώνει τη διαχείριση των συνεπειών στις χώρες πρώτης εισόδου, επιφυλασσόμενη να έρχεται αρωγός με χρηματοδοτήσεις για την «υποδοχή και φιλοξενία» των μεταναστών και προσφύγων και με εθελοντική υποδοχή ορισμένου αριθμού απ’ αυτούς από όσες άλλες Ευρωπαϊκές χώρες εκδηλώσουν ενδιαφέρον. Έγιναν εξαγγελίες και σχέδια στο παρελθόν για «δίκαιη» κατανομή των προσφύγων και μεταναστών σ’ όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενώσεως.

Τα σχέδια όμως αυτά έμειναν στα χαρτιά, ενώπιον της απροθυμίας όλων σχεδόν των χωρών να επωμισθούν νέα βάρη στον τομέα αυτόν και της έντονης αντιδράσεως ιδιαίτερα των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, με πρωταγωνιστές την Ουγγαρία και την Πολωνία, που αρνήθηκαν να δεχθούν στο έδαφός τους αλλόθρησκους και αλλόφυλους μετανάστες εκτός Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Οι χώρες αυτές αμφισβήτησαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση «το δικαίωμα» να τους επιβάλει μέτρα που θα έπλητταν, σε προοπτική, την εθνική και κοινωνική τους συνοχή και την πολιτιστική τους ταυτότητα.

Η ευαισθησία όμως αυτή δεν αφορά μόνο τις παραπάνω χώρες. Η Δανία, π.χ., απεφάσισε προσφάτως να μηδενίσει τη μετανάστευση στη χώρα, υπό οποιοδήποτε πρόσχημα, και να μειώσει σε ορισμένες προβληματικές περιοχές και συνοικίες των πόλεών της τον αριθμό των ξένων, κυρίως Μουσουλμάνων μεταναστών, από το 50% στο 30%, ώστε να αποτρέψει τον κίνδυνο ταραχών και ακραίων Ισλαμιστικών δράσεων.

Ακόμα και η Σουηδία, που κολακεύεται να παρουσιάζεται ως «μεγάλη ανθρωπιστική δύναμη» και είχε ανοίξει διάπλατα τα σύνορά της σε πρόσφυγες και μετανάστες, αναγκάσθηκε από την πραγματικότητα να ανακρούσει πρύμναν και να πάρει τώρα αυστηρά μέτρα για τον έλεγχο της μεταναστεύσεως. Ο Πρόεδρος Μακρόν στη Γαλλία, μετά τις θεαματικές ιδίως Ισλαμιστικές επιθέσεις στη χώρα, εξήγγειλε αυστηρότατα μέτρα για τον περιορισμό και την καταστολή χωριστικών κοινοτικών ταυτοτήτων, που διασπούν την εθνική και κοινωνική συνοχή.

Ακόμα και η Γερμανία της Μέρκελ, που είναι ο στυλοβάτης της Ευρωπαϊκής πολιτικής των ανοικτών συνόρων και έχει ως κύρια αναφορά της πολιτικής της την παγκοσμιοποίηση, υποστηρίζει μεν τα ανοικτά σύνορα, αλλά εμμένει ανυποχώρητα στον Κανονισμό του Δουβλίνου ΙΙ, που «προστατεύει» τη Γερμανία από την ανεξέλεγκτη εισβολή στο έδαφός της όλων όσων εισέρχονται στις χώρες πρώτης εισόδου.

Υποτίθεται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έρχεται επίσης αρωγός στον έλεγχο των Ευρωπαϊκών συνόρων, διαπραγματευόμενη με την Τουρκία, από την οποία προέρχεται σήμερα ο μεγαλύτερος αριθμός των προσφύγων – παρανόμων μεταναστών. Με βάση την προηγούμενη συμφωνία, που είχε επιτευχθεί μεταξύ Ευρωπαϊκής Ενώσεως και Τουρκίας, με τη μορφή ενός κοινού ανακοινωθέντος, η Άγκυρα είχε εξασφαλίσει 6 δισ. ευρώ έναντι της υποχρεώσεως να δέχεται πίσω στο έδαφός της όσους εκ των υποψηφίων προσφύγων δεν γινόταν αποδεκτή η αίτηση για παροχή ασύλου και είχαν εισέλθει στην Ελλάδα από το Τουρκικό έδαφος.

Θα έπρεπε να αναμένει κανείς ότι η Τουρκία δεν θα εφάρμοζε τη συμφωνία με καλή πίστη και ότι θ’ ακολουθούσε, για μια ακόμη φορά, τη γνωστή τακτική της στρεψοδικίας. Ισχυρίσθηκε ότι η συμφωνία αφορά μόνο τους πρόσφυγες – μετανάστες που είναι στα νησιά και όχι αυτούς που μεταφέρονται στην ενδοχώρα. Η μεταφορά όμως στην ενδοχώρα πολλών από αυτούς ήταν αναπόφευκτη, μετά τη δημιουργία εκρηκτικής καταστάσεως στα νησιά από την ανεξέλεγκτη είσοδο νέων συνεχώς παρανόμων μεταναστών από την Τουρκία. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, πρωτοστατούσης της Γερμανίας, έκανε σιωπηρά δεκτό τον Τουρκικό ισχυρισμό, παρά το γεγονός ότι είναι γνωστό ότι η Ευρωπαϊκή Συνοριακή Δύναμη Frontex καταγράφει όσους εισέρχονται από την Τουρκία και είναι επομένως πολύ εύκολο να διακριβωθεί εάν ένας παράνομος μετανάστης ήρθε ή όχι από την Τουρκία.

Η Τουρκία όμως βρήκε, ανελπίστως και σκανδαλωδώς, συμπαράσταση και αρωγό στο θέμα αυτό την ίδια την Ελληνική κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, που αγόμενη από τις γνωστές ιδεοληψίες της για τους μετανάστες, προκάλεσε απόφαση δικαστηρίου, που αποφαινόταν ότι η Τουρκία δεν είναι δήθεν «ασφαλής χώρα» γιατί παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα και ότι ήταν επικίνδυνο γι’ αυτό να επαναπροωθηθούν παράνομοι μετανάστες σ’ αυτήν. Αρμόζει στην περίπτωση το γνωστό ρητό: «Μωραίνει Κύριος ον βούλεται απολέσαι» ή ακόμη και το άλλο: «Άμα έχεις τέτοια κυβέρνηση, τι τους θέλεις τους εχθρούς;». Μετά από αυτά τα καμώματα, επαναπροωθήθηκαν στην Τουρκία, με βάση την Ευρω-Τουρκική Συμφωνία, λιγότεροι από 1.200 παράνομοι μετανάστες από τις δεκάδες χιλιάδες που έφτασαν και το 90% των οποίων δεν έγιναν δεκτοί ως πρόσφυγες.

Αναμενόταν ότι το νέο Ευρωπαϊκό Μεταναστευτικό Σύμφωνο θα έδινε απαντήσεις στα καίρια προβλήματα που θέτει η ακολουθούμενη Ευρωπαϊκή πολιτική.

Πρώτον, ότι το πολιτικό άσυλο δεν θα είναι πρόσχημα για τη δημιουργία ανεξέλεγκτης καταστάσεως στα Ευρωπαϊκά σύνορα, που απειλεί ταυτοχρόνως την κυριαρχία και την ασφάλεια χωρών-μελών και οδηγεί σε εκβιασμούς τρίτων χωρών, όπως η Τουρκία.

Δεύτερον, ότι το πρόβλημα της διαχειρίσεως των περιβόητων μεταναστευτικών ροών δεν θα έμενε στους ώμους των χωρών πρώτης εισόδου, με αντάλλαγμα Ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις για την υποδοχή, φιλοξενία και μόνιμη εγκατάσταση των προσφύγων και μεταναστών στις χώρες πρώτης εισόδου.

Τρίτον, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα ανελάμβανε συνολικά την ευθύνη για την επαναπροώθηση όσων δεν δικαιούνται άσυλο και για την ισομερή κατανομή των προσφύγων σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες.

Τέταρτον, ότι θα κατηργείτο ο Κανονισμός του Δουβλίνου ΙΙ, που θεωρεί ότι οι πρόσφυγες και μετανάστες είναι ευθύνη των χωρών πρώτης εισόδου, ενώ η ανεξέλεγκτη είσοδός τους επιβάλλεται από την «κοινή» Ευρωπαϊκή πολιτική των ανοικτών συνόρων.

Το νέο Ευρωπαϊκό Μεταναστευτικό Σύμφωνο δεν έδωσε ικανοποιητική απάντηση σε κανένα από τα παραπάνω θέματα, ενώ επιβεβαιώνει την «κοινή» Ευρωπαϊκή πολιτική των ανοικτών συνόρων. Η τελευταία εκπορεύεται δήθεν από τις κοινές Ευρωπαϊκές ανθρωπιστικές αξίες, ενώ έχει επιβληθεί, στην πραγματικότητα, από την παγκοσμιοποίηση, με την οποίαν έχει υπογείως ταυτισθεί, δυστυχώς, η Ευρωπαϊκή Ένωση, με πρωταγωνιστή τη Γερμανία της Μέρκελ.

Αυτός είναι ο κοινός τόπος που συνδέει ανομολόγητα τους κυβερνώντες στην Ελλάδα με μια πολιτική που είναι εξόφθαλμα αυτοκαταστροφική για την Ελλάδα και απαράδεκτη γιατί οδηγεί στον Μουσουλμανικό εποικισμό, στη διάσπαση της εθνικής συνοχής της Ελλάδος και στην αλλοτρίωση της εθνικής και πολιτιστικής της ταυτότητας.

Το νέο Ευρωπαϊκό Σύμφωνο επιτείνει τον εποικισμό της χώρας με νέες μόνιμες δομές στα σύνορα, που θα τον τροφοδοτούν σ’ όλη τη χώρα, με τη δημιουργία γκρίζων ζωνών στα νησιά και αλλού και με την επιβολή, υπό Ευρωπαϊκή επιτήρηση, ανοικτών συνόρων με μια χώρα που βυσσοδομεί και διεξάγει υβριδικό πόλεμο κατά της Ελλάδος. Το τραγελαφικό στην περίπτωση αυτή είναι το γεγονός ότι η Άγκυρα θα εισπράξει για τον ρόλο της αυτό πολύ περισσότερα δισ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Ένωση, προβάλλοντας ψευδεπίγραφες υπηρεσίες και επιδιδόμενη ταυτόχρονα σε ασύστολη προπαγάνδα κατά της Ελλάδος ότι δεν «υποδέχεται» όλους τους πρόσφυγες και ότι τους «απωθεί» και τους «κακομεταχειρίζεται». Το σημαντικό για την Άγκυρα, για να μπορεί να παίζει το παιχνίδι αυτό, είναι να διατηρηθεί από την Ευρώπη η πολιτική των «ανοικτών συνόρων»!

Η επίσημη Ελλάδα, δυστυχώς, τόσο η προηγούμενη όσο και η σημερινή, ακολουθεί παθητική πολιτική συμπλεύσεως με τις Βρυξέλλες, που είναι στην ουσία της συμπληρωματική της Τουρκικής στρατηγικής και εγκυμονεί τεράστιους κινδύνους για τη χώρα. Είναι η στιγμή που ο Ελληνικός λαός πρέπει να αναλάβει πρωτοβουλία να κινητοποιηθεί μαζικά και να ακυρώσει στην πράξη τις προωθούμενες πολιτικές, που απειλούν το εθνικό του μέλλον και την εθνική του ταυτότητα.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Φωτό: efsyn.gr


Σχολιάστε εδώ