Βασίλης Ασημακόπουλος στο “Π”: Το 1821 και η σημασία του τότε και σήμερα

Βασίλης Ασημακόπουλος στο “Π”: Το 1821 και η σημασία του τότε και σήμερα

Tου
ΒΑΣΙΛΗ ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Δικηγόρου – Πολιτικού Επιστήμονα,
Μεταδιδακτορικού Ερευνητή,
Διδάσκοντος στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης


Η Ελληνική Επανάσταση δεν είναι στιγμή αλλά διαδικασία. Το έθνος των Ελλήνων το γέννησε και το αναγεννά διαρκώς η Ιστορία, η Φιλοσοφία, η Ποίηση, η Μνήμη, όπως συμβαίνει και με άλλα έθνη στην Ιστορία.

Όχι ο καπιταλισμός, η εθνικιστική ιδεολογία της αστικής τάξης ή το κράτος και οι ιδεολογικοί του μηχανισμοί, όπως μονοσήμαντα διατυπώνεται στη θεωρία του μοντερνισμού για το εθνικό φαινόμενο και ανιστορικά σε τελευταία ανάλυση στον βαθμό που αξιώνεται, διά των εγχώριων υποστηρικτών της συγκεκριμένης θεώρησης, η ομοιόμορφη εφαρμογή της. Πρόκειται για εκδοχή πολιτισμικού ιμπεριαλισμού και απολογητισμού, προδήλως ακατάλληλη για την ελληνική ιδιόμορφη χωροχρονική συνθήκη, όπως και για άλλες.

Η ιδιομορφία αποτελεί τον ιστορικά συγκεκριμένο τρόπο παρουσίας – ύπαρξης στη διεθνική κίνηση. Στην Ελληνική Επανάσταση συναντιέται ο ιστορικός χρόνος και χώρος. Ο χρόνος χαρακτηρίζεται κυρίως από τη διεθνή κίνηση, αποτέλεσμα ενός ιστορικά διαμορφωμένου κοινωνικοπολιτικού συσχετισμού δυνάμεων, όπως εξελίσσεται, και συγκεκριμένα από την άνοδο της εποχής της νεωτερικότητας, τις αστικές-παραγωγικές επαναστάσεις, τον καπιταλισμό-αποικιοκρατία, τη σύζευξη έθνους-κράτους, τον Διαφωτισμό-Ρομαντισμό, τη διαδικασία ιστορικής παρακμής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Ο χώρος αφορά τον Ελληνισμό. Με βαθιές ρίζες στην αρχαιότητα, η πολύμορφη πολιτισμική συνέχεια διαμορφώνεται ως Νέος Ελληνισμός μέσα από τη συνάρθρωση της ελληνορθόδοξης ταυτότητας στην υστεροβυζαντινή αναγέννηση. Πρόκειται για το αποτέλεσμα της διπλής γεωπολιτικής πίεσης από τις επεκτατικές δυνάμεις του Δυτικού Χριστιανισμού και της οθωμανικής – μουσουλμανικής μετατόπισης μετακίνησης σε συνθήκες σταδιακής υποχώρησης του βυζαντινού κόσμου, της Ρωμανίας από τον 11ο μ.Χ. αιώνα και μετά. Από τα μέσα του 15ου αιώνα και μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα ο Ελληνισμός ζει στους τόπους του ιστορικού του χώρου σε συνθήκες υποδούλωσης και στο συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του από έναν αλλοεθνή και αλλόθρησκο κατακτητή.

Η ιστορικά διαμορφωμένη για τους συγκεκριμένους λόγους ελληνορθόδοξη αντιστασιακή του ταυτότητα μέσα από την κίνηση και πάλη της εκβάλλει στην Επανάσταση του 1821. Ο χαρακτήρας της ορίζεται ως εθνικοαπελευθερωτικός, καθώς αυτή είναι η κύρια αντίθεση, και ειδικότερα ως εθνοθρησκευτικός, όπως δηλώνεται μεταξύ άλλων από την ήττα του Αλέξανδρου Υψηλάντη στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες (1821) αλλά και επισήμως διακηρύσσεται από τους επαναστατημένους Έλληνες στο Σύνταγμα της Επιδαύρου (1822) «…διά των νομίμων Παραστατών του [σημ: του Ελληνικού Έθνους], εις Εθνικήν συνηγμένων Συνέλευσιν, ενώπιον Θεού και ανθρώπων, την Πολιτικήν αυτού ύπαρξιν και ανεξαρτησίαν», ορίζοντας στη συνέχεια: «Όσοι αυτόχθονες κάτοικοι της Επικράτειας της Ελλάδος πιστεύουσιν εις Χριστόν, εισίν Έλληνες, και απολαμβάνουσιν άνευ τινός διαφοράς όλων των πολιτικών δικαιωμάτων».

Εθνικοαπελευθερωτική επανάσταση με εθνοθρησκευτικό χαρακτήρα, κυρίαρχη τη δημοκρατική-κοινωνικά εξισωτική τάση, αλλά και με εσωτερικές ταξικές αντιθέσεις, ως αποτέλεσμα της συνάντησης φορέων διαφορετικών κοινωνικών αστικών ή προαστικών σχέσεων παραγωγής ή πολιτικής λειτουργίας στην οθωμανική διοίκηση ή τις αυτοδιοικούμενες δομές-κοινότητες, όπως, λ.χ., ακτήμονες αγρότες, βοσκοί, έμποροι, διανοούμενοι (λαϊκοί και κληρικοί), νησιωτικός χώρος/ναυτιλία και ορεινός χώρος/βιοτεχνία, αλλά και στο εσωτερικό τους, πλοιοκτήτες, πλοίαρχοι, ναυτικοί στα νησιά, οπλαρχηγοί πρώην Κάποι ή κλέφτες με πρόκριτους/κοτζαμπάσηδες στον Μοριά, κλήρος ανώτερος και κατώτερος, τα αρματολίκια της Στερεάς, η πειρατεία στο Αιγαίο, οι Έλληνες της διασποράς – Φαναριώτες και διαφωτιστές. Οι υπαρκτές κοινωνικές αντιθέσεις στον προκαπιταλιστικό υπόδουλο ελληνικό χώρο εκδηλώνονται ως πολιτική διαπάλη πτερύγων εντός της Επανάστασης, λαμβάνοντας ακόμα και τη μορφή εμφυλίων πολέμων, αλλά είναι δευτερεύουσες ως κοινωνικές, ενσωματωμένες στην κύρια αντίθεση. Μπορεί να υπάρχουν και διαφορετικοί προσανατολισμοί και κατευθύνσεις, σχέδια και διανοητικές κατασκευές, αλλά εντός της καθολικής επαναστατικής κίνησης. Διαφορετικά ειπωμένο αντεπαναστατικό ρεύμα δεν εκδηλώνεται την περίοδο της Επανάστασης, Υπάρχει εν αντιθέσει ενότητα.

Στην κίνηση αυτή του χώρου του Ελληνισμού συναρθρώνεται αφετηριακά ο διεθνικός χρόνος, η διεθνοπολιτική συνθήκη, με τη μορφή του ανταγωνισμού και των επιρροών, όπως αυτές εσωτερικεύονται και συνδιαμορφώνουν τις εγχώριες αντιθέσεις και προσανατολισμούς. Με τη διαρκή και ενεργό παρουσία του φιλελληνικού επαναστατικού ρεύματος στη ρομαντική και φιλελεύθερη μορφή του απέναντι στις επικρατούσες συνθήκες της μεταναπολεόντειας Ευρώπης. Από την έναρξη της Επανάστασης, όταν συνεδριάζει η Ιερά Συμμαχία στο Λάιμπαχ, τη διακοίνωση της τσαρικής Ρωσίας στον Σουλτάνο μετά τον απαγχονισμό του Πατριάρχη, προκειμένου να μην υπάρξουν μαζικές σφαγές ελληνορθοδόξων χριστιανών στην Κωνσταντινούπολη, αλλά και η ευμενής ουδετερότητα ακολούθως της Αγγλίας, όπως διακηρύσσεται ανάμεσα στους εμπολέμους στο πεδίο της θάλασσας, η πρώτη επίσημη διπλωματική αναγνώριση από τη μακρινή Αϊτή και η ταλάντευση της διοίκησης των ΗΠΑ καταδεικνύουν την αφετηριακή διεθνοπολιτική σημασία και τη συνείδηση αυτής από τους επαναστατημένους Έλληνες. Στη συνέχεια, ο διεθνοπολιτικός ανταγωνισμός Αγγλίας – Ρωσίας και δευτερευόντως Γαλλίας θα μετεξελιχθεί σε ενεργητικά πολύ σημαντικό παράγοντα, στο έδαφος που ανοίγει ο ηρωικός επαναστατικός-εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας.

Η στιγμή του Ιωάννη Καποδίστρια, του κορυφαίου πολιτικού-στρατηγικού νου του Ελληνισμού των τριών πρώτων δεκαετιών του 19ου αιώνα, αποτελεί τη συμπύκνωση της πάλης ανάμεσα σε έναν τύπο χαρισματικής ηγεσίας και της μεγάλης πλειοψηφίας του εθνικολαϊκού μπλοκ που τον στηρίζει απέναντι στον πολιτικοκοινωνικό συνασπισμό προκαπιταλιστικών και αστικών μεταπρατικών δυνάμεων και τη σχέση εξάρτησης από τις προστάτιδες δυνάμεις. Η τραγική έκβαση της στιγμής του Καποδίστρια θα διαμορφώσει τα βασικά χαρακτηριστικά του ελληνικού κράτους που θα γεννηθεί από την Ελληνική Επανάσταση. Δεν υπάρχει εθνογένεση, αλλά κρατογένεση, το ελληνικό έθνος – κράτος που διαμορφώνεται ως κυρίαρχο-κυριαρχούμενο στην περιφέρεια του μητροπολιτικού – δυτικού χώρου ή την ημιπεριφέρεια του παγκόσμιου συστήματος.

Αυτή είναι η βασική του κίνηση, ως διαδικασία διεθνούς ενσωμάτωσης – εσωτερίκευσης, με τη μορφή ενός επώδυνου εθνικού και κοινωνικού γίγνεσθαι, όπως ειδικότερα αποτυπώνεται στις λέξεις – καταστάσεις της πορείας των 200 χρόνων που έχουν μεσολαβήσει μέχρι σήμερα: Μεγάλη Ιδέα – αργόσυρτη απελευθερωτική εθνοενωτική επαναστατική διαδικασία σε επιμέρους φάσεις, αγροτικό ζήτημα, γλωσσικό ζήτημα, ανορθωτική κίνηση, εθνικός διχασμός, Μικρασιατική Καταστροφή – γενοκτονίες Ανατολικού Ελληνισμού, προσφυγιά, κοινωνικό – εργατικό ζήτημα, δικτατορία, 28η Οκτωβρίου – Κατοχή – Αντίσταση – Εμφύλιος, αμερικανοκρατία – κράτος της Δεξιάς, Κυπριακό, εξωτερική / εσωτερική μετανάστευση, γιγάντωση Αθήνας, χαμένη άνοιξη της σύντομης δεκαετίας του ’60, νεοφασιστική χούντα, «Αττίλας», Μεταπολίτευση, εκδημοκρατισμός – κοινωνικά δικαιώματα, μεταδιπολισμός – Βαλκάνια, διαδικασία εξευρωπαϊσμού – παγκοσμιοποίηση, ευρώ, χρεοκοπία – Μνημόνια, τουρκικό πρόβλημα – Ανατολική Μεσόγειος.

Το 2020 – 2021, με αφορμή τα 200 χρόνια, εκδηλώνεται ένας έντονος δυισμός ανάμεσα στην επίσημη πολιτική τάξη και το κοινωνικό σώμα. Η κυβέρνηση και τα κόμματα, ως ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους, κινούνται στη γραμμή υποβάθμισης του γεγονότος της Ελληνικής Επανάστασης με πράξεις, ομιλίες ή σιωπές. Η ψευτοελίτ της χώρας στο αυτοδικαιωτικό σχήμα «από οθωμανική επαρχία στον πυρήνα της Ευρώπης». Τα ίδια έλεγαν και την περίοδο της ένταξης στην Ευρωζώνη (1999 – 2001) και διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων (2004), μένοντας στα σχετικά πρόσφατα. Και οδήγησαν σε συνθήκες κορύφωσης της πολιτικής ανεπάρκειας στη χρεοκοπία, στα Μνημόνια και στην ύβρη της παρουσίας του νεοναζιστικού μορφώματος.

Το κοινωνικό σώμα δείχνει να μη συμμερίζεται την αποεθνικοποιημένη ψευτοελίτ της χώρας και τα υποσυστήματά της. Μια τέτοια ένδειξη είναι το ενδιαφέρον, οι συζητήσεις, οι εκδόσεις, τα αφιερώματα, η κινητικότητα γύρω από το 1821, η αναστοχαστική προσέγγγιση, η αυτογνωσία. Μεταξύ άλλων και το αφιέρωμα του περιοδικού «Τετράδια» (τχ 76-78/2021) για τα 200 χρόνια από την έναρξη της Εθνικοαπελευθερωτικής Επανάστασης του 1821. Υπάρχουν και πολλά ακόμα. Δεν αρκεί. Η δεκαετία 2021 – 2030 είναι κρίσιμη. Υπάρχει μεγάλο κενό και αυτό γίνεται κοινή συνείδηση. Χρειαζόμαστε ένα νέο συλλογικό υποκείμενο, νέα σχήματα, εργαλεία, λέξεις για μια Νέα Παλιγγενεσία, καθώς οι προκλήσεις είναι πολύ μεγάλες και ο χρόνος τρέχει με αυξανόμενες ταχύτητες. Μπορούμε;

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ