Π. Νεάρχου: Η πολιτική ΕΛΙΑΜΕΠ στα ελληνοτουρκικά παγιδεύει την Ελλάδα

Π. Νεάρχου: Η πολιτική ΕΛΙΑΜΕΠ στα ελληνοτουρκικά παγιδεύει την Ελλάδα


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας έσπευσε να ανταποκριθεί στην πρόσκληση Τσαβούσογλου να επισκεφθεί την Άγκυρα στις 15 Απριλίου. Λίγες μέρες δηλαδή πριν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και πριν από την Πενταμερή για την Κύπρο. Στο ίδιο πνεύμα, η Άγκυρα είχε δεχθεί να γίνει στην Αθήνα ο 62ος γύρος των διερευνητικών συνομιλιών.

Προηγουμένως, όμως, είχε μεριμνήσει να σταλεί προς την Ελλάδα, το Ισραήλ και την Ευρωπαϊκή Ένωση ΝΟΤΑΜ με την οποία καλούσε τα τρία μέρη (την Κύπρο την αγνόησε, γιατί δεν την αναγνωρίζει), να υποβάλουν αίτηση προς αυτήν για την παραχώρηση άδειας διελεύσεως του Ευρω-Ασιατικού Αγωγού Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας Ισραήλ, Κύπρου, Ελλάδος (Euro-Asia Interconnector).

Η Άγκυρα ισχυρίζεται ότι αυτός διέρχεται μέσα από τη δική της δήθεν ΑΟΖ, όπως την ανεκήρυξε με τη «Γαλάζια Πατρίδα». Η Τουρκική πλευρά θέλησε δηλαδή και πριν τον νέο αυτό γύρο «διερευνητικών συνομιλιών» να στείλει το γνωστό μήνυμα, ότι η ημερήσια διάταξη των συνομιλιών αυτών περιλαμβάνει και όλες τις αυθαίρετες Τουρκικές αξιώσεις και διεκδικήσεις, άσχετα αν η Ελληνική πλευρά θέλει οι συνομιλίες αυτές να περιορισθούν στα θέματα της υφαλοκρηπίδος και της ΑΟΖ, στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου.

Θα σημείωνε κανείς, παρεμπιπτόντως, το παράδοξο της Ελληνικής απραξίας, όταν η Τουρκική πλευρά, υπερβαίνοντας κάθε όριο, προχώρησε στην εξαγγελία της «Γαλάζιας Πατρίδας» και στην ανακήρυξη, στο πλαίσιο αυτό, ΑΟΖ που φτάνει μέχρι τη Λιβύη και αγνοεί τα δικαιώματα των Ελληνικών νησιών. Η Άγκυρα κατέθεσε μάλιστα στον ΟΗΕ τις συντεταγμένες της διεκδικούμενης απ’ αυτήν ΑΟΖ. Η μερική οριοθέτηση ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδος και Αιγύπτου θεραπεύει μερικώς το πρόβλημα. Παραμένει όμως ακέραιο σε σχέση με την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ των νησιών. Παραμένει επίσης στο μέτρο που το Τουρκο-Λιβυκό μνημόνιο, παρά τον εξόφθαλμα παράνομο και άτοπο χαρακτήρα του, υποστηρίζεται ακόμη από τη μεταβατική κυβέρνηση στην Τρίπολη.

Το γεγονός ότι η Ελληνική πλευρά παραμένει αδρανής και δεν ανακηρύσσει ούτε ΑΟΖ ούτε επεκτείνει σε 12 μίλια τα χωρικά ύδατα νότια και νοτιοανατολικά της Κρήτης αφήνει την Άγκυρα να παρουσιάζεται ως η μόνη χώρα που έχει ανακηρύξει ΑΟΖ στην περιοχή αυτή και να ζητά από τους νόμιμους δικαιούχους «τον σεβασμό των δικαιωμάτων της»! Ο τραγέλαφος αυτός έχει αφετηρία, βεβαίως, τη φοβική παράλειψη από την Ελληνική πλευρά της οριοθετήσεως ΑΟΖ με την Κύπρο.

Τι επιδιώκει τώρα η Άγκυρα με την πρόσκληση Τσαβούσογλου του Νίκου Δένδια στην Άγκυρα; Κατ’ αρχάς να δείξει στους Ευρωπαίους ότι η Τουρκία δεν αρνείται τον «διάλογο» με την Ελλάδα, που τους συστήνουν. Να καθηλώσει, κατά δεύτερο λόγο, την Ελλάδα στην πολιτική αυτή, παρέχοντας έμμεση στήριξη στους υποστηρικτές της στην Αθήνα, στο ίδιο το περιβάλλον του πρωθυπουργού.

Κατά τρίτο λόγο, με την «επίθεση φιλίας» αυτή να αποτρέψει την Ελλάδα να αντιδράσει στη «θετική ατζέντα» που προτείνουν για την Τουρκία οι Ευρωπαίοι φίλοι της, με επικεφαλής τη Γερμανία. Ποια είναι αυτή η «θετική ατζέντα»; Μα, φυσικά, πρώτο πρώτο, το θέμα της παράνομης μεταναστεύσεως, που τη χρησιμοποιεί ως μεγάλο όπλο ο Ερντογάν. Ο τελευταίος ζητά τώρα πολύ περισσότερα χρήματα και διαπραγματεύεται όρους που θα επιτρέπουν τη συνέχιση, αν όχι τη θεσμοθέτηση και την επιδείνωση, του υβριδικού πολέμου που διεξάγει κατά της Ελλάδος και κατ’ επέκταση και εναντίον ολόκληρης της Ευρώπης.

Το προτεινόμενο νέο Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, μετά από κυοφορία δύο περίπου χρόνων, είναι δυσμενέστερο ακόμη από το προηγούμενο. Υπό την επίφαση ανούσιων γενικολογιών, διατηρεί και επιδεινώνει την πολιτική των ανοικτών συνόρων. Η επιδείνωση συνίσταται στη δημιουργία Κέντρων Υποδοχής κοντά στα σύνορα, στα νησιά και στον Έβρο, στα οποία θα γίνεται η διαλογή αυτών που δικαιούνται άσυλο και αυτών των οποίων η αίτηση θα απορρίπτεται.

Στο σημείο αυτό εισάγεται ως νεωτερισμός η αναγνώριση των Κέντρων αυτών ως ευρισκομένων εκτός Ευρωπαϊκού και κατά συνέπεια και εθνικού εδάφους. Τα Κέντρα δηλαδή στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, του Έβρου και ενδεχομένως αλλού θα θεωρούνται ότι βρίσκονται, κατά «πλάσμα δικαίου», εκτός των συνόρων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως.

Ο καθένας αντιλαμβάνεται τι σημαίνει αυτό για τη χώρα, την κυριαρχία της και το μέλλον των νησιών. Πολύ περισσότερο όταν δεν διασφαλίζεται καμιά αποτελεσματική λύση για την επιστροφή και απέλαση όσων δεν δικαιούνται άσυλο. Δεν προβλέπεται επίσης καμία δίκαιη και εγγυημένη κατανομή όσων γίνονται δεκτοί για παροχή ασύλου. Επιπλέον, παραμένουν σε ισχύ, υπό αναθεωρημένη μορφή, οι γνωστοί όροι του Κανονισμού του Δουβλίνου ΙΙ, περί επιστροφής στην πρώτη χώρα υποδοχής όσων κατορθώσουν να μεταβούν σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, όπου είναι ανεπιθύμητοι.

Η Ισπανία, π.χ., υπέγραψε με το Μαρόκο, σε διμερή βάση, μια συμφωνία για τον έλεγχο των παρανόμων μεταναστών από τις ακτές του. Το Μαρόκο ελέγχει, στις ακτές του, την παράνομη μετανάστευση και δέχεται πίσω όσους κατορθώσουν να διαφύγουν τον έλεγχό του και να φτάσουν στην Ισπανία. Τα χρήματα που καταβάλλει γι’ αυτό η Ισπανία στο Μαρόκο έχουν συγκεκριμένο αντίκρισμα. Αντί η Ευρωπαϊκή Ένωση να διαπραγματευθεί μια τέτοια συμφωνία με την Τουρκία, έναντι των πολλών δισ. που προσφέρει, αποδέχεται ανοικτά σύνορα με την Τουρκία για τους υποτιθέμενους «πρόσφυγες» και τη δημιουργία μεγάλων Κέντρων Υποδοχής στα Ελληνικά νησιά και στον Έβρο, κοντά στα σύνορα, με καθεστώς γκρίζας ζώνης.

Δεν χρειάζεται να είναι μάντης κανείς για να αντιληφθεί τι θα συμβεί εάν σπεύσει η Ελλάδα και αποδεχθεί ένα τέτοιο καθεστώς και μια τέτοια συμφωνία της Ευρώπης με την Τουρκία. Η Άγκυρα, για να παρακάμψει τον σκόπελο της Ελλάδος και της Κύπρου, διαπραγματεύεται το θέμα, πίσω από την πλάτη τους, με τη Γερμανία, εκτιμώντας ότι ούτε η Ελλάδα ούτε η Κύπρος θα μπορέσουν να φέρουν αντίρρηση και να εμποδίσουν μια «Ευρωπαϊκή» πολιτική.

Για την Ελλάδα όμως και την Κύπρο η πολιτική αυτή είναι ολέθρια. Δεν πρέπει γι’ αυτό με κανέναν τρόπο να δώσουν τη συγκατάθεσή τους, που θα οπλίσει ακόμη περισσότερο το χέρι του Ερντογάν εναντίον τους. Εάν θέλει η άλλη Ευρώπη συνέχιση της πολιτικής των ανοικτών συνόρων, θα πρέπει να γνωρίζει ότι δεν μπορεί να ζητά από την Ελλάδα να πληρώνει τον λογαριασμό, με το επιχείρημα ότι η Ευρώπη δίνει χρήματα στην Ελλάδα για την υποδοχή και την εγκατάστασή τους. Η Ελλάδα δεν είναι για διάλυση και για μετάλλαξη και αντικατάσταση του πληθυσμού της.

Όταν έγινε η μαζική απόπειρα εισβολής στον Έβρο, η Ελλάδα είδε ότι ήταν μονόδρομος η αναστολή εφαρμογής της περιβόητης Ευρωπαϊκής Οδηγίας για τα ανοικτά σύνορα. Αντί να εμμείνει στην πολιτική αυτή, υπεχώρησε στις πιέσεις και επανέκαμψε στο παλαιό καθεστώς. Δεν είναι ποτέ αργά να επιστρέψει στην πολιτική του Έβρου και να εμμείνει σταθερά σ’ αυτήν.

Δεν είναι δυνατόν η Ελλάδα και η Κύπρος να έχουν ανοικτά σύνορα με μια χώρα που είναι η πρώτη απειλή για την εθνική τους ασφάλεια. Δεν πρέπει επίσης η Ελλάδα να υποστασιάζεται για τη μεγάλη δήθεν σημασία του Σένγκεν, το οποίο οι Ευρωπαίοι εταίροι επικαλούνται για να έχουν λόγο στον έλεγχο των Ελληνικών συνόρων, που είναι και Ευρωπαϊκά σύνορα. Το ενδιαφέρον τους, δυστυχώς, γι’ αυτά είναι επιλεκτικό. Αντί να ενισχύσουν, όπως θα ανέμενε κανείς και όπως θα ήταν φυσικό, τον έλεγχο των Ελληνικών συνόρων, ουσιαστικά τον υπονομεύουν με την πολιτική των ανοικτών συνόρων και τη μονόπλευρη ανάθεση στην Ελλάδα, ως χώρας υποδοχής, της ευθύνης για τα μετέπειτα προβλήματα.

Εάν υπάρξει ακαμψία από την πλευρά των άλλων εταίρων και εμμονή για την επιβολή στην Ελλάδα «υπεράκτιων» Κέντρων Υποδοχής Μεταναστών, η Ελλάδα δεν πρέπει να διστάσει ακόμη και ενώπιον του ενδεχομένου να αποσυρθεί από τη Συμφωνία Σένγκεν. Μπορεί να την αντικαταστήσει με διμερείς συμφωνίες για την κατάργηση της βίζας και για συνεργασία σε θέματα ελεύθερης κυκλοφορίας των υπηκόων των χωρών-μελών. Με την ίδια λογική, μπορεί επίσης να υπογράψει διμερείς συμφωνίες για τον έλεγχο των Ευρωπαϊκών συνόρων, με χώρες-μέλη που συμφωνούν στον σεβασμό του εθνικού ελέγχου.
Ένα δεύτερο θέμα που περιλαμβάνεται στη λεγόμενη «θετική ατζέντα» για την Τουρκία είναι το Τουρκικό αίτημα για αναβάθμιση της Τελωνειακής Ενώσεως με την Ευρώπη.

Το θέμα είναι πολύ σημαντικό για την Άγκυρα, γιατί μεταφράζεται σε μεγάλα προσδοκώμενα κέρδη, κάθε χρόνο, της τάξεως των 20 δισ. ευρώ. Η Άγκυρα θέτει παραλλήλως και το θέμα της άρσεως της βίζας για όλους τους Τούρκους υπηκόους. Υπάρχουν όμως αντιδράσεις για το αίτημα αυτό από πολλές χώρες και δεν φαίνεται πιθανό να ικανοποιηθεί. Αντιθέτως, η Άγκυρα έχει μεγάλες προσδοκίες για την αναβαθμισμένη Τελωνειακή Ένωση. Η Αθήνα θα πληττόταν άμεσα από την ικανοποίηση του Τουρκικού αυτού αιτήματος, που θα βοηθούσε σημαντικά τις Τουρκικές ανταγωνιστικές εξαγωγές στην Ευρώπη. Πολύ περισσότερο όταν η Άγκυρα παρεμβάλλει, με διάφορα προσχήματα, σοβαρά εμπόδια στην προώθηση των Ελληνικών εξαγωγών, πρωτογενούς παραγωγής, στην Τουρκία.

Η πρόσκληση Δένδια στην Άγκυρα έχει σχέση, τέλος, με όσα τεκταίνονται για την Κύπρο και ειδικότερα την Πενταμερή Διάσκεψη που θα συνέλθει στη Γενεύη, στο τέλος Απριλίου, τις μέρες της Εβδομάδας των Παθών του Πάσχα. Ελλάδα και Κύπρος δεν είχαν κανέναν λόγο να επισπεύδουν για μια τέτοια Διάσκεψη, που είναι κυριολεκτικά σημαδεμένη τράπουλα, με πρωταγωνιστές τους Βρετανούς, υπό τον μανδύα του ΟΗΕ και του χειραγωγούμενου Γ. Γραμματέα του, Αντόνιο Γκουτιέρες.

Η ενδοτική πολιτική στη Λευκωσία και στην Αθήνα θέτει την Κύπρο σε θανάσιμο κίνδυνο, απειλώντας με αυτοκατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, που είναι το έρεισμα του Κυπριακού Ελληνισμού, και διαγράφοντας ένα άδηλο και ζοφερό μέλλον για τον Ελληνισμό του νησιού.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ