Μυρσίνη δοξαστική, ξένοι, μην ξεχνάτε τη χώρα μου – Της Ελένης Παπαδοπούλου – Λαμπράκη

Μυρσίνη δοξαστική, ξένοι, μην ξεχνάτε τη χώρα μου – Της Ελένης Παπαδοπούλου – Λαμπράκη


Της ΕΛΕΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ – ΛΑΜΠΡΑΚΗ


Διακόσια χρόνια μετά την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό και αυτοί οι αγροίκοι ακόμα κλαίνε που έχασαν «τα νησιά με τους έρημους ταρσανάδες, τα νησιά με τα πόσιμα γαλάζια ηφαίστεια» (Ελύτης), την αντίπερα όχθη του Βοσπόρου όμοια με ένα κίτρο που έβαψε ο ήλιος κι εγώ νιώθω περηφάνια που ανήκω σ’ αυτήν τη γη. Μυρσίνη δοξαστική, ξένοι, μην ξεχνάτε τη χώρα μου. Μια χώρα μικρή. Ένα σπουργίτι που έγινε αετός και ξεσηκώθηκε με σκουριασμένα καριοφίλια και με γκράδες κρυμμένους στα παλιά μπαούλα για να νιώσει επιτέλους την ελευθερία. Το μοναδικό, το σπουδαιότερο αγαθό του καθενός μας.

Σήμερα μας τιμούν οι μεγάλοι σύμμαχοί μας, που μας είχαν προδώσει τότε, αφήνοντάς μας στο έλεος ενός εχθρού σκληρού και αδυσώπητου. Πέρασαν 200 χρόνια από εκείνες τις ατέλειωτες ναυμαχίες και τις χερσαίες μάχες και έζησε η Ελλάδα κι άλλα κύματα ξένων κατακτητών που προσπάθησαν αλλά δεν μπόρεσαν, γιατί η Ελλάδα δεν ήταν μόνο η γη, το διαμάντι της Μεσογείου, ήταν και μια ψυχή που δεν μπορούσαν να αρπάξουν, ούτε να τη φέρουν στα δικά τους νερά, να την αφομοιώσουν στη δική τους κουλτούρα. Η σοφή σκέψη, η προχωρημένη αντίληψη της ζωής, τα επιτεύγματα σ’ όλα τα στάδια επικρατούσαν όταν ακόμα η ποίηση, η λογοτεχνία, η πολιτική, η δικαιοσύνη, η μαθηματική επιστήμη, η ιατρική, η φιλοσοφία, ακόμα και η διακυβέρνηση ενός κράτους, ήταν γνώριμη και εφαρμοσμένη στον πληθυσμό αυτής της χώρας. Ενώ εκείνοι ήταν πολύ πίσω.

Μικρή θυμάμαι την παρέλαση με τις ομοιόμορφες στολές μπρος στον Άγνωστο Στρατιώτη και στον νου έρχεται εκείνο το στρατιωτικό εμβατήριο που έλεγε: «Των εχθρών τα φουσάτα πέρασαν σαν τον λίβα που καίει τα σπαρτά, με κανόνια τις πόλεις χάλασαν, μας άναψαν φωτιές στα χωριά». Τόσος αγώνας, τόσες θυσίες, τόσοι νεκροί, νέα παιδιά έπεσαν στους αγώνες αυτής της χιλιόπαθης πατρίδας και σήμερα «τα μιμητικά» χωρών που δεν δοκίμασαν τον άδικο χαμό της νεολαίας τους, ούτε συμμετείχαν σε αγώνες επιβίωσης ασεβούν στο χώμα που πατούν, δεν υπακούν σε νόμους και αρχές, καταστρέφουν όσα με νύχια και δόντια κράτησαν οι πατέρες τους, γιατί θεωρούν τις αντιδράσεις τους σε δύσκολους καιρούς λογικές και δίκαιες, ενώ και πάλι ένας βιολογικός πόλεμος χτυπά την πόρτα μας, στέλνοντας ανθρώπους στις εντατικές των νοσοκομείων. Οι γιατροί και οι νοσηλευτές αγωνίζονται με έναν αόρατο και επικίνδυνο εχθρό και εκείνοι αδιαφορούν, ξέροντας ότι η επιδημία είναι τόσο μεταδοτική, πραγματοποιώντας συνεχώς μεγάλες συγκεντρώσεις. Ας αποτίσουμε φόρο τιμής στους πεσόντες για την ελευθερία μας και ας βάλουμε το μυαλό μας να δουλέψει.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ