ΣΥΡΙΖΑ: Ανισοβαρές και κατώτερο των αναγκών και των περιστάσεων το μήνυμα που στέλνει η ΕΕ προς την Τουρκία
«Μετά από πολύμηνες καθυστερήσεις και παλινωδίες, το μήνυμα που στέλνει η ΕΕ προς την Τουρκία για την μεγαλύτερη κλιμάκωση της τουρκικής επιθετικότητας της τελευταίας 25ετίας, είναι ανισοβαρές και κατώτερο των αναγκών και των περιστάσεων», αναφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ σε ανακοίνωση του για τα Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Τονίζει ότι τα Συμπεράσματα «ορθώς καθιερώνουν μια διττή ευρωτουρκική προσέγγιση πίεσης και συνεργασίας που η Ελλάδα πρέπει να αξιοποιήσει εις το έπακρον». Προσθέτει ότι, όμως, από τη μία αναδεικνύουν με λεπτομέρεια τα επόμενα βήματα μιας θετικής ατζέντας, από την άλλη δεν αναφέρονται σε μηχανισμό κυρώσεων αλλά σε «αξιοποίηση επιλογών και εργαλείων» επαναλαμβάνοντας αναφορές προηγούμενων Ευρωπαϊκών Συμβουλίων.
H ανακοίνωση
Μετά από πολύμηνες καθυστερήσεις και παλινωδίες, το μήνυμα που στέλνει η ΕΕ προς την Τουρκία για την μεγαλύτερη κλιμάκωση της τουρκικής επιθετικότητας της τελευταίας 25ετίας είναι ανισοβαρές και κατώτερο των αναγκών και των περιστάσεων.
Τα Συμπεράσματα ορθώς καθιερώνουν μια διττή ευρωτουρκική προσέγγιση πίεσης και συνεργασίας που η Ελλάδα πρέπει να αξιοποιήσει εις το έπακρον. Αλλά από τη μία αναδεικνύουν με λεπτομέρεια τα επόμενα βήματα μιας θετικής ατζέντας, από την άλλη δεν αναφέρονται σε μηχανισμό κυρώσεων αλλά σε “αξιοποίηση επιλογών και εργαλείων” επαναλαμβάνοντας αναφορές προηγούμενων Ευρωπαϊκών Συμβουλίων. Επιπλέον τα Συμπεράσματα αναφέρουν ότι αυτές οι “επιλογές και τα εργαλεία” θα χρησιμοποιηθούν εάν υπάρξουν “νέες προκλήσεις ή μονομερείς ενέργειες που παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο” χωρίς να καθίσταται σαφές από το Κοινό Ανακοινωθέν Μπορέλ ποιές ενέργειες παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο.
Άλλωστε σύμφωνα με το Κοινό Ανακοινωθέν που καλωσορίζει και η Κυβέρνηση:
– οι έρευνες του Oruc Reis χαρακτηρίζονται προκλητικές αλλά όχι παράνομες, πηγαίνοντας πίσω και από το λεκτικό των Συμπερασμάτων του Οκτωβρίου 2020 που αναφερόταν σε “τερματισμό παράνομων ενεργειών κατά της Ελλάδας…”
– το λεκτικό που αφορά το τουρκολιβυκό μνημόνιο είναι σαφώς αποδυναμωμένο σε σχέση με τα Συμπεράσματα του Δεκ 2019, καθώς λείπει η αναφορά ότι δεν συνάδει με το διεθνές δίκαιο και δεν παράγει νομικές συνέπειες για τρίτες χώρες.
Επιπλέον, δεν γίνεται καν νύξη για ανάγκη ανάκλησης του παράνομου Μνημονίου, στο τμήμα του Κοινού Ανακοινωθέντος που αφορά τη Λιβύη
– το casus belli και η πρωτοφανής περσινή κλιμάκωση παραβιάσεων εναερίου χώρου και χωρικών υδάτων δεν αναφέρονται καν.
Παράλληλα, τα Συμπεράσματα περιέχουν γενικόλογες αναφορές στην ανάγκη σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου στην Τουρκία, χωρίς να αξιοποιούνται τα εργαλεία και μέσα που έχει η ΕΕ για ουσιαστική ευρωπαϊκή πίεση στην Τουρκία, ως υποψήφια προς ένταξη χώρα, σε αυτόν τον τομέα. Το ενταξιακό πλαίσιο πρέπει να διατηρηθεί στο τραπέζι ειδικά αφού η ΕΕ δεν ενεργοποιεί των μηχανισμό των κυρώσεων κατά της Τουρκίας για θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Η Κυβέρνηση, αντί να θριαμβολογεί, οφείλει να αναδείξει μια συγκροτημένη εθνική στρατηγική για προάσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων, προώθηση των διερευνητικών με προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης και επίλυση του Κυπριακού στη βάση των Αποφάσεων του ΟΗΕ του πλαισίου Γκουτέρες και του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Σε μια περίοδο που οι γεωπολιτικές αδυναμίες της ΕΕ καθίστανται ολοένα και πιο εμφανείς, αυτό μπορεί να γίνει μόνο αν η Ελλάδα πρωτοστατήσει στον ευρωτουρκικό διάλογο αξιοποιώντας τις ευκαιρίες που ανοίγονται και καθιστώντας πραγματικά τις ελληνικές γραμμές, ευρωπαϊκές.