Ν. Ζενέτος: Θέλουμε λύσεις ουσιαστικές και βιώσιμες και όχι αδιέξοδα και… συναλλαγές στους δήμους

Ν. Ζενέτος: Θέλουμε λύσεις ουσιαστικές και βιώσιμες και όχι αδιέξοδα και… συναλλαγές στους δήμους

Κάθετος ο δήμαρχος Ιλίου Νίκος Ζενέτος για τον νέο εκλογικό νόμο στην ΤΑ

-Σε ποιες αλλαγές λέει «ναι» και σε ποιες «όχι» και γιατί

Δεν είναι και τόσο… αθώος ο νέος εκλογικός νόμος για την τοπική αυτοδιοίκηση, που προωθεί η κυβέρνηση, η οποία στο πίσω μέρος του μυαλού της έχει ως κύριο στόχο να επιβάλει στους δήμους επιλογές που ταυτίζονται με τις πολιτικές της, τις οποίες δεν κρύβει. Ήδη οι αντιδράσεις είναι έντονες στους περισσότερους δήμους.

Ζητήσαμε από τον δήμαρχο Ιλίου Νίκο Ζενέτο να σχολιάσει το εκλογικό σύστημα για τις δημοτικές εκλογές που πρόκειται να καταθέσει στη Βουλή η κυβέρνηση, με τον δήμαρχο να εκλέγεται με το 42% – 43%, με την οποία ρύθμιση είναι κάθετα αντίθετος. «Πιστεύω ότι το όριο του 50%+1 αποτελεί μεγαλύτερη κοινωνική και πολιτική νομιμοποίηση για έναν δήμαρχο και έναν συνδυασμό στην άσκηση διοίκησης».

Τα «ναι» και τα «όχι»
Το εκλογικό σύστημα με το οποίο θα πρέπει να διοικούνται διαχρονικά οι δήμοι αποτελεί μόνιμο θέμα συζήτησης στους κόλπους της τοπικής αυτοδιοίκησης. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ανόθευτη, απλή αναλογική αποτελεί το δικαιότερο εκλογικό σύστημα, καθώς στηρίζεται στην αρχή της αντιπροσωπευτικότητας και, σύμφωνα με το Σύνταγμα, προστατεύει την αρχή της ισότητας της ψήφου. Δεν υπάρχει, επίσης, αμφιβολία ότι η απλή αναλογική, με τον τρόπο που εφαρμόστηκε κατά την προηγούμενη δημοτική περίοδο, όχι μόνο δεν έλυσε θεμελιώδη ζητήματα της ενισχυμένης αναλογικής, αλλά οδήγησε σε αδιέξοδα, συναλλαγές κάτω από το τραπέζι και λήψη αποφάσεων από μειοψηφίες ή τοπικά συμφέροντα.

Επιπλέον, μετατράπηκε σε γέφυρα για να περάσουμε στο άλλο άκρο, αφού για να επιλυθούν τα προβλήματα κυβερνησιμότητας δόθηκε σημαντική εξουσία σε ολιγομελείς επιτροπές.

Υπό το πρίσμα αυτό, θεωρώ ότι ο νέος εκλογικός νόμος για την Αυτοδιοίκηση, στο γενικό του πλαίσιο, κινείται στη σωστή κατεύθυνση, καθώς θα συμβάλει καθοριστικά στη διασφάλιση της κυβερνησιμότητας των δήμων. Περιληπτικά αναφέρω ότι περιλαμβάνει τέσσερις σημαντικούς άξονες: Κατάργηση απλής αναλογικής, εκλογή από τον πρώτο γύρο με ποσοστό γύρω στο 42% – 43%, όριο εισόδου, μείωση εδρών. Ασφαλώς δεν είναι όλοι θετικοί και θα πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο επαναξιολόγησης.

Στη σωστή κατεύθυνση βρίσκονται το όριο εισόδου 3% στο δημοτικό συμβούλιο, ώστε να μην υπάρχουν εκπροσωπήσεις με πολύ χαμηλά ποσοστά, όπως και η δυνατότητα της διοικούσας παράταξης να κατέχει τα 3/5 των εδρών του σώματος. Θετική κρίνεται και η πε­νταετής θητεία, ώστε να υπάρχει ο απαιτούμενος χρόνος ολοκλήρωσης ενός έργου στο πλαίσιο μιας δημοτικής περιόδου.

Σε αντίθετη κατεύθυνση κινείται η πρόταση για μείωση των εδρών στο δημοτικό συμβούλιο, αφού δεν εγγυάται την καλύτερη λειτουργία ή την αποτελεσματικότητα των συμβουλίων, ενώ αφαιρεί τη δυνατότητα σε μέλη όλων των κοινωνικών ομάδων να δραστηριοποιηθούν στα τοπικά ζητήματα. Ομοίως και η πρόταση για μείωση των υποψηφίων δημοτικών συμβούλων, καθώς περιορίζει τη συμμετοχή των πολιτών και λειτουργεί αποθαρρυντικά στην ανανέωση των δημοτικών συμβουλίων με την εκλογή νέων προσώπων. Ο μεγάλος αριθμός υποψηφίων ευνοεί τον θεσμό της τοπικής αυτοδιοίκησης και δεν είναι ορθό, στο όνομα μιας αμφισβητούμενης ευελιξίας, να θυσιάζουμε την αντιπροσωπευτικότητά του.

Προσωπικά, θα σας έλεγα ότι με βρίσκει αντίθετο και η μείωση του εκλογικού ορίου στο 42% – 43% για εκλογή από την πρώτη Κυριακή, παρόλο που κάτι τέτοιο εφαρμόζεται στην κεντρική διοίκηση. Πιστεύω ότι το όριο του 50%+1 αποτελεί μεγαλύτερη κοινωνική και πολιτική νομιμοποίηση για έναν δήμαρχο και έναν συνδυασμό στην άσκηση διοίκησης.

Από εκεί και πέρα, είμαι υπέρ της ελεύθερης ποσόστωσης στη συμμετοχή και των δύο φύλων στα ψηφοδέλτια, όπως και στη συ­νταγματική κατοχύρωση βασικών διατάξεων του εκλογικού νόμου, ώστε να μην μπορεί η εκάστοτε κυβέρνηση να αλλάζει τον εκλογικό νόμο κατά το δοκούν.

Το σημαντικότερο, ωστόσο, ζήτημα της τοπικής αυτοδιοίκησης –που δεν αντιμετωπίζει ο εκλογικός νόμος– παραμένει η έλλειψη πόρων και εργαλείων επαύξησης της παραγωγικότητας του ανθρώπινου δυναμικού.

Εδώ και πολλά χρόνια έχουμε κληθεί να σηκώσουμε ένα μεγάλο βάρος των προσπαθειών για τη δημοσιονομική εξυγίανση της χώρας, με περικοπές που φτάνουν το 60%. Όλοι υποχρεωνόμαστε να λειτουργούμε σε ένα ασφυκτικό οικονομικό περιβάλλον και παράλληλα να μπαίνουμε σε «δοκιμαστικούς σωλήνες» για την υλοποίηση νέων θεσμών, ώστε να α­ντιμετωπίζουμε τις καθημερινές ανάγκες των δημοτών μας, που γίνονται ολοένα και πιο πιεστικές. Το κράτος εμφανίζεται όλο και πιο αδύναμο να προσφέρει στοιχειώδεις υπηρεσίες στους πολίτες, στις κοινωνικές δομές, στις υποδομές, στον πολιτισμό, στην πρόνοια, στα σχολεία.

Προς τούτο, το αίτημα να γίνει πράξη η α­ντιστοίχιση των αρμοδιοτήτων της Αυτοδιοίκησης με τους οικονομικούς πόρους για την υλοποίησή τους δεν αρκεί να είναι ομόφωνο, πρέπει να γίνει πάνδημο. Ιδιαίτερα τώρα, που το υπουργείο Εσωτερικών δέχεται προτάσεις για την εκχώρηση νέων αρμοδιοτήτων στους δήμους.

Παρόλο που τον τελευταίο χρόνο η τοπική αυτοδιοίκηση αντιμετωπίστηκε με σοβαρότητα, δεν θέλουμε περαιτέρω ευχολόγια αλλά λύσεις, ουσιαστικές και βιώσιμες. Αυτή είναι σήμερα η πρόκληση και η ευκαιρία μας για να κάνουμε καλύτερη τη ζωή των πολιτών μας και ιδιαίτερα των μη προνομιούχων.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ