Οι περιφερειακές συμμαχίες και το αίνιγμα «Αίγυπτος»
Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Οι συμμαχίες και συνεργασίες μεταξύ κρατών και λαών δεν είναι γνώρισμα της σύγχρονης εποχής. Ήταν γνωστές και στον αρχαίο κόσμο. Ο μεγάλος ιστορικός της ελληνικής αρχαιότητος Θουκυδίδης, που το μνημειώδες έργο του, ο «Πελοποννησιακός Πόλεμος», αποτελεί πρότυπο και για τους σύγχρονους ιστορικούς, έχει δώσει τους πλέον ουσιώδεις ορισμούς για τις συμμαχίες και έχει περιγράψει πόσες από αυτές τηρήθηκαν ή όχι και τους λόγους που επέβαλαν τη τήρηση ή την καταπάτηση τους.
Η σύναψη διμερών ή πολυμερών συμμαχιών ή συμφωνιών νομιμοποιείται και από τον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών (άρθρο 51), αλλά μόνο για σκοπούς συλλογικής άμυνας (Collective Self Defense), ενώ αποκλείει το αντίθετο, εκείνες, δηλαδή, που έχουν επιθετικό χαρακτήρα. Ιστορικό παράδειγμα των τελευταίων η «Τριπλή Συμμαχία» μεταξύ Γερμανίας, Αυστροουγγαρίας και Ιταλίας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και σε αντίβαρό της η «Entente» μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας, Γαλλίας και Ρωσίας. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μεταξύ των σημαντικότερων αμυντικών συμφωνιών καταγράφονται το ΝΑΤΟ, που πλέον είναι περισσότερο πολιτική παρά αμυντική συμμαχία, και το Σύμφωνο Βαρσοβίας, που αυτοδιαλύθηκε, ακολουθώντας την τύχη της Σοβιετικής Ένωσης.
Η τουρκική προκλητικότητα στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, που απέδειξε μεταξύ άλλων την αναποτελεσματικότητα της ΕΕ και του ΝΑΤΟ ως προς την έμπρακτη έκφραση συμπαράστασης προς την Ελλάδα, ώθησε τις ελληνικές κυβερνήσεις να επιδιώξουν τη σύναψη συμμαχιών και συνεργασιών και με άλλες χώρες της ευρύτερης περιοχής, οι οποίες, άμεσα ή έμμεσα, αντιμετωπίζουν την τουρκική προκλητικότητα και τις τουρκικές απειλές.
Περιφερειακές συμφωνίες συνεργασίας προωθήθηκαν με το Ισραήλ, την Κύπρο, την Αίγυπτο, τον Λίβανο και την Ιορδανία. Παραδόξως, δεν επιδιώχθηκε μια αναθέρμανση της συνεργασίας με τις βαλκανικές χώρες στις οποίες παρατηρείται μια εντυπωσιακή τουρκική διείσδυση και επιρροή. Οι ελληνικές κυβερνήσεις επικαλούνται συνεχώς τις προβλέψεις και διατάξεις του Διεθνούς Δικαίου και του Δικαίου της Θάλασσας, τις οποίες το καθεστώς Ερντογάν αγνοεί επιδεικτικά, επιμένοντας στη διεκδίκηση δικαιωμάτων της Τουρκίας σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, που κείνται εκτός της διεθνούς νομιμότητας. Δύο συμφωνίες που η ελληνική κυβέρνηση υπέγραψε πρόσφατα, με Ιταλία και Αίγυπτο, και αφορούν την οριοθέτηση της ΑΟΖ (Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη) και των θαλασσίων ζωνών μεταξύ τους προκάλεσαν αρκετές συζητήσεις και αμφισβητήσεις. Κυρίως έπειτα από ορισμένες εξελίξεις που αφορούν απόπειρες συνεργασίας της αιγυπτιακής κυβέρνησης με την Τουρκία και το Ισραήλ. Για την Ελληνοϊταλική Συμφωνία οριοθέτησης της ΑΟΖ στο Ιόνιο οι κριτικές επικεντρώθηκαν σε δύο σημεία. Πρώτον, ότι με την οριοθέτηση, η οποία συμπίπτει με εκείνη για την υφαλοκρηπίδα, που είχε υπογραφεί προ ετών, γίνονται πολλές παραχωρήσεις προς την ιταλική πλευρά και, δεύτερον –και κυριότερο–, ότι η οριοθέτηση σταματάει στην Πελοπόννησο και δεν προχωράει μέχρι την Κρήτη, που αποτελεί και το νοτιότατο άκρο της ελληνικής επικράτειας.
Εντονότερες και πλέον ουσιώδεις είναι οι κριτικές που αφορούν τη συμφωνία που υπεγράφη με την Αίγυπτο. Οι παρατηρήσεις επικεντρώνονται στο γεγονός ότι η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών μεταξύ των δύο χωρών αφήνει εκτός οριοθέτησης ευρείες θαλάσσιες περιοχές νοτίως της Ρόδου, του Καστελλόριζου και της Κρήτης, με παραπομπή συμπερίληψης της οριοθέτησης της περιοχής σε ευθετότερο χρόνο. Για αμφότερες τις περιπτώσεις – παραλείψεις δεν δόθηκαν πειστικές απαντήσεις. Πλέον συγκεκριμένες ήσαν οι κριτικές για την Ελληνοαιγυπτιακή Συμφωνία οριοθέτησης.
Έγκυροι αναλυτές και γνώστες του Δικαίου της Θάλασσας απέδιδαν τα κενά της συμφωνίας σχετικά με την πλήρη οριοθέτηση στην πολιτική της κυβέρνησης του Καΐρου, καθώς ήθελε να αποφύγει, προς το παρόν, η οριοθέτηση των ελληνοαιγυπτιακών θαλασσίων ζωνών και υφαλοκρηπίδας να συμπέσει με εκείνη μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης, την οποία αμφότερες οι χώρες, Ελλάδα και Αίγυπτος, θεωρούν άκυρη. Όμως η αλήθεια, που πολύ δύσκολα μπορούν να την αποκρύψουν, είναι ότι αμφότερες οι χώρες θέλουν να αποφύγουν μια νέα αντιπαράθεση με την Τουρκία.
Προβληματισμό προκάλεσαν στην ελληνική κυβέρνηση και δημοσιεύματα που αναφέρονταν σε συνεννοήσεις μεταξύ Αιγύπτου και Ισραήλ για τροποποίηση της γραμμής του αγωγού EastMed, ώστε να παρακάμπτει την Κύπρο και από το Ισραήλ να κατευθύνεται, περνώντας από το Βόρειο Σινά, στην Αίγυπτο, όπου θα υγροποιείται το φυσικό αέριο και στη συνέχεια με δεξαμενόπλοια θα μεταφέρεται στην Κρήτη και εκείθεν διά της Πελοποννήσου μέσω αγωγών θα συνεχίζει προς τη Δυτική Ελλάδα, με τελικό προορισμό την Ιταλία.
Οι πληροφορίες που μετέδιδαν τα διεθνή ειδησεογραφικά Μέσα ανησύχησαν σφόδρα την ελληνική κυβέρνηση και προκάλεσαν την εσπευσμένη μετάβαση του υπουργού Εξωτερικών κ. Νίκου Δένδια στο Κάιρο και στη συνέχεια στη Λευκωσία. Όπως μεταδόθηκε από τα ελληνικά ειδησεογραφικά Μέσα Ενημέρωσης, ο έλληνας υπουργός Εξωτερικών έλαβε ρητές διαβεβαιώσεις ότι η φημολογούμενη τουρκοαιγυπτιακή συνεργασία αναφορικά με τη θαλάσσια περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, που είχε προβληθεί κατά κόρον από τα τουρκικά Μέσα Ενημέρωσης, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και η συνεργασία με την Ελλάδα παραμένει σε άριστο επίπεδο.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που αμφισβητούν τις διαβεβαιώσεις της αιγυπτιακής πλευράς. Αντίθετα, πολλοί ομιλούν περί αναξιοπιστίας της κυβέρνησης του Καΐρου, που θέτει εν αμφιβόλω τις περιφερειακές συνεργασίες στο σύνολό τους. Ο χρόνος θα αποδείξει το αληθές ή το αντίθετο. Γεγονός παραμένει –και το αποδεικνύει η ιστορία των διεθνών σχέσεων από αρχαιοτάτων χρόνων– ότι ισχυρές συμμαχίες, με αντοχή στον χρόνο, είναι εκείνες που εκφράζουν κοινά συμφέροντα και όχι οι συμπτωματικές, που πολλές φορές αποδεικνύονται θνησιγενείς.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ